14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΑθέμιτες εμπορικές πρακτικές στο πλαίσιο της Γενικής Ρήτρας

Αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στο πλαίσιο της Γενικής Ρήτρας


Της Ευτυχίας Δανίδου,

Το δίκαιο του ανταγωνισμού επιδιώκοντας να προστατεύσει τον αποδοτικό ανταγωνισμό και να ρυθμίσει ζητήματα που προκύπτουν στο πλαίσιο μίας ανταγωνιστικής αγοράς έχει ορίσει ορισμένες συμπεριφορές ως αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και τις απαγορεύει. Οι πρακτικές αυτές ποικίλουν και ορισμένες από αυτές προκύπτουν από τη γενική ρήτρα του αθέμιτου ανταγωνισμού που προβλέπεται στο Άρθ.1 του ν. 146/1914 και θέτει ως κριτήριο την αόριστη νομική έννοια των χρηστών ηθών, τις κρατούσες σε δεδομένο χρόνο ηθικοκοινωνικές αξιολογικές αντιλήψεις. Έτσι, με βάση την κατάταξη του Hefermehl, ορισμένες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που απορρέουν από τη γενική ρήτρα είναι:

Πράξεις Προσελκύσεως Πελατείας

Η προσέλκυση πελατείας είναι, βέβαια, θεμιτή, καθώς συνιστά κοινό στόχο του συνόλου των επιχειρήσεων και την ουσία του ανταγωνισμού. Ωστόσο, είναι ανάγκη να οριοθετείται προκειμένου να μην προσβάλλει την ελευθερία του καταναλωτή να επιλέγει και να αποφασίζει. Έτσι, μέθοδοι όπως ενδεικτικά η εξαγορά, η εκμετάλλευση συναισθημάτων αποτελούν αθέμιτες ανταγωνιστικές πρακτικές και απαγορεύονται. Ειδικότερα, η εξαγορά του πελάτη αφορά την επιδίωξη προσέλκυσης πελατείας χρησιμοποιώντας πρόσθετες παροχές όπως δώρα, εκπτώσεις. Κριτήριο για τη διάκριση θεμιτών και αθέμιτων παροχών είναι το προσελκυστικό τους αποτέλεσμα, δεν πρέπει να διαδραματίζουν τόσο καθοριστικό ρόλο στην απόφαση του πελάτη, ώστε να μην ενδιαφέρουν οι ιδιότητες του κύριου προϊόντος, αλλά μόνο η επιπλέον, παρεπόμενη, παροχή. Δεν πρέπει, δηλαδή, να έχει δυσανάλογα μεγάλη αξία ή να είναι κάτι ιδιαίτερα δυσεύρετο.

Νομολογιακό παράδειγμα αθέμιτης παρεπόμενης παροχής αποτελεί η υπόθεση 1344/1985 ΜονΠρΘεσ., όπου επιχείρηση καλλυντικών διοργάνωσε κλήρωση με δώρο μία βίλλα στην Χαλκιδική, στην οποία μπορούσαν να συμμετάσχουν πελάτες που είχαν αγοράσει προϊόντα μιας συγκεκριμένης αξίας. Ακόμη, ενδιαφέρουσα είναι η διάκριση ανάμεσα σε θεμιτή και αθέμιτη επίκληση στα συναισθήματα του καταναλωτή. Η πρακτική αυτή είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη, ωστόσο, όταν επηρεάζει υπέρμετρα τον καταναλωτή δημιουργώντας φόβο, ανασφάλεια ή χρησιμοποιώντας ψευδείς επιστημονικές κρίσεις απαγορεύεται. Απαγορεύεται στο πλαίσιο αυτό και η εκμετάλλευση αισθημάτων ανθρωπιάς, κοινωνικής ευθύνης, πατριωτισμού ή περιβαλλοντικών ζητημάτων.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: Pete Linforth

Πράξεις διακινδυνεύσεως της αγοράς

Το δίκαιο του ανταγωνισμού επιβάλλει κανόνες συμπεριφοράς προκειμένου να προστατευτεί η συνολική αγορά, δηλαδή οι ανταγωνιστές και οι καταναλωτές. Αυτός ο χώρος της αγοράς διακυβεύεται, όταν μία πρακτική παραμερίζει/αποκλείει ή περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία της, δηλαδή τη θεμιτή σύγκριση των ανταγωνιστών (προσφορά-ζήτηση) και την ελεύθερη επιλογή των καταναλωτών. Μία τέτοια πρακτική είναι η πληθωρική διανομή προϊόντων, όπως για παράδειγμα η δωρεά προϊόντων σε δυσανάλογη ποσότητα σε σχέση με τον αριθμό των καταναλωτών, χωρίς μάλιστα κάποιο λόγο που καθιστά την δωρεά αναγκαία λόγω ιδιαίτερων συνθηκών.

Πράξεις Παρεμποδίσεως

Ο θεμιτός ανταγωνισμός οδηγεί κατ’ ανάγκη στη βλάβη του ανταγωνιστή, όταν, όμως, χρησιμοποιούνται πρακτικές με σκοπό τον αποκλεισμό ή την παρεμπόδιση κάποιου από την αγορά, η βλάβη αυτή θεωρείται αθέμιτη. Μία μορφή πρακτικής παρεμπόδισης είναι το μποϋκοτάζ (boycott), δηλαδή, η συλλογικά οργανωμένη επιδίωξη αποκλεισμού κάποιου ανταγωνιστή. Μποϋκοτάζ υπάρχει, όταν κάποιος προκαλεί τον αποκλεισμό και διαμορφώνει τη βούληση σε κάποιον ανεξάρτητο τρίτο να τον επιβάλλει. Πρέπει, συνεπώς, αυτός που το προκαλεί να βρίσκεται σε θέση ισχύος και να έχει τη δύναμη να επηρεάσει αποφασιστικά τον τρίτο που το επιβάλλει, δεν αρκεί η απλή διατύπωση αρνητικής γνώμης. Επιπρόσθετα, πράξη παρεμπόδισης αποτελεί και η δυσφήμιση. Δυσφήμιση θεωρείται τόσο η υποστήριξη ψευδών ισχυρισμών όσο και η υποστήριξη αληθών που όμως αποσκοπούν αποκλειστικά στη νόθευση του ανταγωνισμού χωρίς να εξυπηρετούν γενικότερα συμφέροντα. Νομολογιακό παράδειγμα αθέμιτης δυσφήμισης συνιστά η υπόθεση ΜονΠρΑθ. 13321/1972, όπου μία εταιρία ισχυρίστηκε σε εφημερίδα ότι ένας ανταγωνιστής της ψεύδεται για την προέλευση των προϊόντων του και αμφισβήτησε την ποιότητά τους, στο δικαστήριο όμως αποδείχθηκε ότι τα προϊόντα του ανταγωνιστή ήταν όντως αυθεντικά.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: beytlik

Πράξεις εκμεταλλεύσεως ξένης παροχής

Αθέμιτη είναι, επιπλέον, η χρήση ξένης δραστηριότητας ή ξένων δαπανών προκειμένου να επωφεληθεί κάποιος και να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι του ανταγωνισμού. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η εκμετάλλευση ξένης φήμης, δηλαδή, όταν κάποιος επιδιώκει να παραπλανήσει το κοινό δημιουργώντας την εντύπωση της ύπαρξης σχέσης με μία ξένη επιχείρηση. Για παράδειγμα, απαγορεύεται η χρήση εικόνας ιδιαίτερα γνωστής μάρκας αυτοκινήτου σε διαφήμιση για προώθηση αλκοολούχου ποτού, δημιουργώντας την εντύπωση συσχέτισης, όπως κρίθηκε στη διεθνή υπόθεση 9-12-1982, IIC 1984.

Καταλήγοντας, αξίζει να αναφερθεί ότι απαγορεύονται και οι πράξεις προβαδίσματος μέσω παραβάσεως νόμου ή συμβάσεως. Οι κυρώσεις που προβλέπονται γι’ αυτές τις πρακτικές είναι μεταξύ άλλων αξίωση προς παράλειψη και επιδιόρθωση της ζημίας. Με τον ν.2251/1994 οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές ρυθμίζονται και στο δίκαιο προστασίας καταναλωτή με έμφαση στις σχέσεις επιχειρήσεων και καταναλωτών. Η παράλληλη ισχύς των δύο νόμων και των δύο γενικών ρητρών (αρθ.1 ν.146/1914 και αρθ.9γ. 2251/1994) προκαλεί σύγχυση και προβληματισμό σε ορισμένα ζητήματα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Λάμπρος Ε. Κοτσίρης, Δίκαιο Ανταγωνισμού, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2015

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ευτυχία Δανίδου
Ευτυχία Δανίδου
Γεννήθηκε το 2003 και είναι προπτυχιακή φοιτήτρια Νομικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά και μαθαίνει γερμανικά καθώς απολαμβάνει ιδιαίτερα την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Της αρέσει να συμμετέχει σε εθελοντικές δράσεις και στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό και την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων.