8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΑς το κάνει κάποιος άλλος

Ας το κάνει κάποιος άλλος


Της Αμαλίας Θεοχαρίδου,

Αθήνα. Μεσημέρι και ώρα αιχμής. Μια ανέμελη παρέα παιδιών περπατούν, τρώγοντας σνακ που αγόρασαν από το περίπτερο. Το περιτύλιγμα του ενός πέφτει στον δρόμο. Το παιδί βιάζεται, η παρέα προχωράει. Δε πειράζει, θα βρεθεί κάποιος άλλος να το μαζέψει. Ας το κάνει κάποιος άλλος. Ένα ρατσιστικό περιστατικό ενάντια ατόμου κάποιας μειονότητας λαμβάνει χώρα στο Σύνταγμα. Παρά τον φανερά άδικο χαρακτήρα, κανένας δεν αντιδρά, όλοι σκέφτονται «ας το κάνει κάποιος άλλος καλύτερα».

Αυτή η φράση -αρχαία σχεδόν όσο και  ο πολιτισμός μας- ταλανίζει την κοινωνία μας χρόνια τώρα. Αλλά ας την εξετάσουμε λίγο καλύτερα. Το όλο νόημα βρίσκεται στο «κάποιος άλλος» και στο διττό του φορτίο. Αυτό σημαίνει πως ξέρουμε ότι αυτό που γίνεται είναι λάθος και το καταδικάζουμε, δηλαδή εντοπίζουμε την κατακριτέα πράξη. Παρ’ όλα αυτά, συμπληρώνεται από το δεύτερο εννοούμενο -κάποιος άλλος, όχι εμείς. Κάποιος άλλος πρέπει να είναι ο «ήρωας» που θα αναλάβει δράση. Εμείς απλώς δρούμε ως παρατηρητές, ως σχολιαστές της καθημερινότητας που κρίνουμε ότι χρειάζεται να επέμβει κάποιος. Αλλά εμείς δεν τολμάμε. Όταν σκεφτόμαστε εμάς απλώς θεωρούμε ότι δεν πρέπει να επέμβουμε. Άλλωστε, πόσες φορές στην ημέρα μας ακούμε το «πού να μπλέκουμε τώρα»;

Αυτή η μεταμφιεσμένη κριτική μεταφράζεται ως απάθεια. Ή χειρότερα, ημιαπάθεια. Ναι μεν αντιλαμβανόμαστε το άδικο, αλλά απ’ την άλλη, δεν κάνουμε τίποτα γι’ αυτό. Λες και κάποιος, ως από μηχανής Θεός, ξαφνικά θα επέμβει και θα μας «σώσει». Μπορούμε πολύ εύκολα να μολύνουμε το περιβάλλον και να κατηγορούμε κάποιον άλλον για την πληθώρα σκουπιδιών στον χώρο, αλλά δε φροντίζουμε να μην τα πετάξουμε εξαρχής. Κατηγορούμε τους θύτες σε επεισόδια bullying, αλλά προτιμούμε να σιωπούμε, όταν είμαστε παρόντες σε ένα τέτοιο. Η κλασική επιλογή του Έλληνα πολίτη, που προτιμά τη θεωρία αντί της πράξης, την αποποίηση ευθυνών.

Εικόνα δρόμου της Πάτρας. Πηγή και δικαιώματα χρήσης: ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτα

«Πόσο πιο ωραία θα ήταν αυτή η παραλία, αν τα νερά ήταν καθαρά». Μια φράση που ακούγεται συχνά πλέον στη χώρα μας, δεδομένης της εποχής. Μια φράση που δεν είναι τίποτε άλλο από λόγια. «Πόσο πιο ωραία θα ήταν αυτή η παραλία, αν τα νερά ήταν καθαρά. Γι’ αυτό ας οργανώσουμε τον καθαρισμό της». Η διαφορά είναι εμφανής. Η λεπτή γραμμή της κινητοποίησης είναι εκείνη που κάνει τη διαφορά. Όμως, η κινητοποίηση έγγυται στην ευαισθητοποίηση. Αν θεωρούμε ότι κάτι δε μας αφορά, το αφήνουμε όπως έχει. Το bullying θεωρείται εντάξει μέχρι να γίνει σε εμάς. Ο βανδαλισμός είναι λογικός μέχρι να γίνει στο σπίτι μας. Στην κοινωνία του σήμερα, πρωταρχικό ρόλο έχει το «εγώ». Συμβαίνει σε εμένα, άρα μετράει. Δε με αφορά, άρα δεν είναι πρόβλημά μου. Προσωπικά, το θέμα αυτό είναι φανερό και σε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας -την οικονομική κρίση. Ας σκεφτούμε τις προηγούμενες γενιές, τις μεγάλες σπατάλες. Κανείς δε σκεφτόταν το μέλλον. «Ας έρθει εκείνη η ώρα και θα δούμε», μια θεώρηση που οδήγησε -και οδηγεί ακόμη και σήμερα- σε λανθασμένες αποφάσεις και χειρισμούς. Έτσι, λοιπόν, με την ιδέα ότι οι μελλοντικές γενιές (ο «κάποιος άλλος») θα φρόντιζαν να καλύψουν οποιαδήποτε ατασθαλεία τυχόν συμβεί, προέβαιναν σε απαράδεκτες σπατάλες, προκειμένου να καλύψουν δήθεν ανάγκες.

Ας αναρωτηθούμε όλοι μας, πώς η καθημερινότητά μας θα άλλαζε, αν όλοι μας κάναμε ένα μικρό βήμα να διορθώσουμε κάτι που στην τελική ενοχλεί εμάς. Μια μικρή πράξη της καθημερινότητας που μπορεί να σημαίνει πολλά.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αμαλία Θεοχαρίδου, Αρχισυντάκτρια Ξενόγλωσσης Έκδοσης
Αμαλία Θεοχαρίδου, Αρχισυντάκτρια Ξενόγλωσσης Έκδοσης
Γεννημένη το 2003, σπουδάζει στο Τμήμα Διεθνών κι Ευρωπαϊκών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Λατρεύει τα ταξίδια και να γνωρίζει νέους πολιτισμούς.