14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΕλευθερία λόγου και ρητορική μίσους

Ελευθερία λόγου και ρητορική μίσους


Της Μαριλένας Σπαθαριώτη, 

Η ελευθερία του λόγου αποτελεί συνταγματική αρχή που υποστηρίζει και προωθεί την ελευθερία ενός ατόμου να εκφράζει τις απόψεις του και γενικότερα τις ιδέες και αντιλήψεις του χωρίς φόβο νομικής κύρωσης. Πιο συγκεκριμένα, η ελευθερία έκφρασης αποτελεί συνταγματικώς κατοχυρωμένο ατομικό δικαίωμα και κατ’ επέκταση το κράτος οφείλει καταρχήν να απέχει από οποιαδήποτε επέμβαση σε αυτό, αφού κατατάσσεται στο status negativus. Ως ατομικά θεωρούνται τα δικαιώματα εκείνα κατά τα οποία το κράτος είναι υποχρεωμένο να απέχει αυστηρά από τον πυρήνα λειτουργίας τους. Ειδικότερα, το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 του Συντάγματος, αναφέρει ρητώς ότι «καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και διά του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του κράτους». Με βάση τη διάταξη του νόμου, προκύπτει η αντίληψη πως η ελευθερία έκφρασης αποτελεί ταυτόχρονα θεμέλιο και οξυγόνο του δημοκρατικού πολιτεύματος και των πολιτών αυτού, ενώ, παράλληλα, προτάσσεται η ελευθερία του καθενός να διατυπώνει τον λόγο του δίχως περιορισμούς. Τι συμβαίνει, όμως, όταν το ατομικό δικαίωμα του λόγου μετατρέπεται σε όπλο προσβολής και υποβάθμισης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας; Συνεπάγεται ο περιορισμός της έκφρασης, περιορισμό και της ίδιας της δημοκρατίας;

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: GDj

Η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε, ουσιώδες χαρακτηριστικό της δημοκρατίας, ωστόσο, δεν είναι το μοναδικό, και για τον λόγο αυτό το κράτος έχει την δυνατότητα να επιβάλει περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου χάριν άλλων δικαιωμάτων και έννομων αγαθών. Η θέση του ζητήματος αυτού φέρνει στο επίκεντρο της προσοχής τη μεταχείριση των λεγόμενων ιδεών μίσους. Ειδικότερα ως ρητορική μίσους αναφέρεται ο μισαλλόδοξος λόγος ή αλλιώς, όπως είναι γνωστός, ο ρατσιστικός λόγος. Η ρητορική μίσους εμπεριέχει εννοιολογικά δύο προϋποθέσεις, οι οποίες αναλύονται ως εξής: Η πρώτη αφορά το περιεχόμενου του λόγου, ο οποίος πρέπει να είναι επιθετικός και προσβλητικός και κυρίως επιζήμιος για τον αποδέκτη και η δεύτερη αφορά τη στόχευση του λόγου αυτού. Συγκεκριμένα, η ρητορική μίσους έχει πάντα αποδέκτες τα μέλη μιας ευάλωτης κοινωνικής ομάδας, ενώ κύριος στόχος της είναι να αποξενώσει, να ταπεινώσει, να εκφοβίσει και να διακρίνει τις «ευάλωτες» κοινωνικές ομάδες λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και εν τέλει να τους στερήσει σημαντικά δικαιώματα.

Η διάδοση του μίσους και της εχθρότητας μεταξύ των «ευάλωτων» κοινωνικών ομάδων δημιουργεί μια «ατμόσφαιρα» ευνοϊκή για τις διακρίσεις που επιδιώκουν. Στην περίπτωση αυτή, ο εκφερόμενος λόγος δεν αποτελεί μέρος ενός ελεύθερου διάλογου, αλλά αποσκοπεί στην «εξουδετέρωση» του λόγου ορισμένων προσώπων, καθώς και στη δημιουργία δυσχερών συνθηκών γι’ αυτούς. Ωστόσο, και για τον λόγο αυτό, η ελευθερία της έκφρασης ως στοιχείο του δημοκρατικού πολιτεύματος δεν είναι απεριόριστη, και τούτο διότι στοιχεία μια δημοκρατικής κοινωνίας αποτελούν επίσης η ανεκτικότητα και η αξιοπρέπεια όλων των ανθρώπων, χάριν των οποίων μπορούν να επιβληθούν υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης.

Στη διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση βρίσκεται το αμερικανικό μοντέλο προστασίας της ελευθερίας του λόγου. Συγκεκριμένα, στη νομολογία του USA Supreme Court υπάρχει η αντίληψη ότι η ελευθερία του λόγου, ακόμα και του ρατσιστικού, συμβάλλει στη διαμόρφωση της ελεύθερης αγοράς ιδεών, ως αναπόσπαστου στοιχείου της δημοκρατίας, στην οποία κυριαρχεί ο ελεύθερος ανταγωνισμός των ιδεών, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις, ώστε να επικρατήσουν αυτές που έχουν την μεγαλύτερη δυναμική. Γίνεται με τον τρόπο αυτό φανερό ότι στις ΗΠΑ η ελευθερία του λόγου αντιμετωπίζεται in abstracto ως έχουσα μεγαλύτερη ισχύ από άλλα συνταγματικώς κατοχυρωμένα ατομικά δικαιώματα και για αυτό και δεν υπόκειται σε περιορισμό.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Miguel A.Padrinan

Κατά την αμερικανική αντίληψη της ελευθερίας του λόγου, απόψεις αντιδημοκρατικές ή απόψεις που στερούν την πολιτική συμμετοχή κάποιου, αλλά και την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα, είναι επιτρεπτές, εφόσον δεν αποτελούν το μέσο για την άμεση πρόκληση βλάβης σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Με τον τρόπο αυτό, ο λόγος μπορεί να περιοριστεί μόνο, όταν αποδεικνύεται ότι μπορεί να προκαλέσει έναν «σαφή και παρόντα κίνδυνο μίας σοβαρής και ουσιώδους βλάβης», η οποία ξεπερνά τη δημόσια ανησυχία, ενόχληση ή αναταραχή. Γίνεται φανερό, λοιπόν, ότι στις ΗΠΑ επικρατεί η αντίληψη ότι ο λόγος δεν πρέπει να περιορίζεται, διότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τις «εγγυήσεις ελεύθερης και ανοιχτής συζήτησης σε μια δημοκρατική κοινωνία».

Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτει το συμπέρασμα ότι η ελευθερία του λόγου αποτελεί σημαντικό ατομικό αγαθό για την εξέλιξη και την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου και του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου, στο οποίο αυτός εντάσσεται. Ωστόσο, όταν θίγονται ανώτερα έννομα αγαθά και κινδυνεύουν αξίες και δικαιώματα σημαντικότερα της ελευθερίας του λόγου, τότε εκείνη είναι απαραίτητο να περιορίζεται από τον νόμο και το κράτος. Για τον λόγο αυτό, ο περιορισμός της ελευθερίας της έκφρασης δε θίγει τον πυρήνα του ατομικού δικαιώματος ούτε συνεπάγεται τον περιορισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά αντίθετα επιφέρει προστασία της δημοκρατίας και των πολιτών που την αποτελούν σε συλλογικό επίπεδο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Αναστάσιος Παυλόπουλος, Όσο ισχυρότερη η ελευθερία του λόγου τόσο ισχυρότερη και η δημοκρατία;, διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία - Ελένη Σπαθαριώτη
Μαρία - Ελένη Σπαθαριώτη
Προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής του ΑΠΘ. Κατέχει το ανώτατο πτυχίο της αγγλικής γλώσσας, ενώ στο μέλλον την ενδιαφέρει να ασχοληθεί με τον κλάδο του εμπορικού δικαίου, δουλεύοντας ως νομικός σύμβουλος σε εταιρείες. Αγαπημένη της ασχολία στον ελεύθερο χρόνο της είναι να ακούει μουσική και να απολαμβάνει την παρέα των φίλων της. Παράλληλα, όνειρό της είναι να ταξιδέψει σε όσες περισσότερες χώρες μπορεί, μαθαίνοντας καινούρια πράγματα.