Της Παναγιώτας Κλεφτόγιαννη,
«Είμαστε όλοι ίσοι». Υπάρχει, όμως, στην πραγματικότητα ισότητα μεταξύ των ανθρώπων; Πολλοί θα απαντήσουν στην ερώτηση αυτή καταφατικά, διότι ζούμε σε μία χώρα με δημοκρατικό πολίτευμα, όπου η Αρχή της Ισότητας απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Με βάση την αρχή αυτή, δίνονται στους πολίτες ίσα δικαιώματα και ίσες ευκαιρίες. Ωστόσο, ο αγώνας προς την ισότητα είναι μακρύς και έχει τις ρίζες του βαθιά στους αιώνες και ακόμη και σήμερα δε θα μπορούσαμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ζούμε σε έναν κόσμο που όλοι αντιμετωπίζονται ίσα.
Από πολύ παλιά, οι άνθρωποι έκαναν μεγάλους αγώνες διαμαρτυρίας, προκειμένου να διεκδικήσουν τα δικαιώματα που τους ανήκουν και, δυστυχώς, ο αγώνας αυτός συνεχίζεται ακόμη και σήμερα. Αν και τα τελευταία χρόνια έχει κορυφωθεί ο αγώνας διεκδίκησης της ισότητας μεταξύ των φύλων, οφείλουμε να θυμόμαστε ότι και ο αγώνας για τη διεκδίκηση της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων συνεχίζεται, καθώς δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί με επιτυχία.
Πολλοί κοινωνιολόγοι, μελετώντας το ζήτημα της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων, απέδωσαν στην κατάσταση αυτήν τον όρο «κοινωνική ανισότητα». Με τον συγκεκριμένο όρο, αναφέρονται στην άνιση κατανομή του πλούτου, των αγαθών, των ευκαιριών, των ανταμοιβών και των τιμωριών. Διαχώρισαν, μάλιστα, την κοινωνική ανισότητα σε δύο μεγάλες κατηγορίες: την ανισότητα των ευκαιριών και την ανισότητα των συνθηκών. Η πρώτη αναφέρεται στην άνιση κατανομή του εισοδήματος, του πλούτου και των υλικών αγαθών, ενώ η δεύτερη αναφέρεται στην άνιση κατανομή των «ευκαιριών ζωής» προς τα άτομα.
Παράλληλα, οι θεωρητικοί αναλυτές του φονξιοναλισμού ή λειτουργισμού και οι αναλυτές της θεωρίας της σύγκρουσης έχουν αναφερθεί ενδελεχώς στο ζήτημα των κοινωνικών ανισοτήτων. Οι υποστηρικτές της φονξιοναλιστικής θεωρίας πιστεύουν ότι η ανισότητα είναι αναπόφευκτη, αλλά και επιθυμητή, και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνία. Από την άλλη πλευρά, οι υποστηρικτές της θεωρίας της σύγκρουσης βλέπουν την ανισότητα να προκύπτει από την κυριαρχική ισχύ που ασκούν κάποιες ισχυρές ομάδες πολιτών προς τις λιγότερο ισχυρές ομάδες. Με άλλα λόγια, πιστεύουν ότι η κοινωνική ανισότητα αποτρέπει και παρεμποδίζει την κοινωνική πρόοδο, καθώς οι ισχυρές ομάδες καταπιέζουν τις κοινωνικά αδύναμες ομάδες.
Έπειτα, η διάκριση των ανθρώπων σε κοινωνικά στρώματα είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ύπαρξης κοινωνικής διάκρισης. Ο όρος «κοινωνική τάξη» αποτυπώνει τη διαστρωμάτωση των ανθρώπων με κριτήριο κάποιες κοινωνικές κατηγορίες, συνήθως μεταξύ της ανώτερης, της μεσαίας και της κατώτερης τάξης. Η κοινωνική ανισότητα είναι φανερή, αν λάβουμε υπ’όψιν μας ότι η μεσαία τάξη τείνει να εξαφανιστεί, αφού στις μέρες μας η πλειοψηφία των πολιτών ανήκουν είτε στην ανώτερη είτε στην κατώτερη κοινωνική βαθμίδα. Με άλλα λόγια, ο πλούσιος γίνεται πλουσιότερος και ο φτωχός φτωχότερος.
Η φτώχεια αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό της διαστρωμάτωσης παγκοσμίως. Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοινώνει κάθε χρόνο τα ποσοστά των αποτελεσμάτων που εξάγει σε ένα μεγάλο δείγμα του λαού σχετικά με τη φτώχεια. Με βάση τα στοιχεία του 2023, αν και τα αποτελέσματα είναι σαφώς καλύτερα σε σύγκριση με το 2015, τα ποσοστά παραμένουν αρκετά υψηλά και σχεδόν αμετάβλητα από το 2022.
Η φτώχεια, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ΕΕ, ορίζεται ως το ποσοστό του πληθυσμού που ζει με εισόδημα χαμηλότερο από 60% του διάμεσου εισοδήματος της χώρας. Η φτώχεια έχει δύο βασικά στοιχεία: τη φτώχεια που οφείλεται σε ανεπαρκείς πόρους και την αδυναμία πρόσβασης και συμμετοχής σε αγαθά, υπηρεσίες και δραστηριότητες. Επιπλέον, η φτώχεια είναι άμεσα συνδεδεμένη με το μορφωτικό επίπεδο και την εκπαίδευση του πληθυσμού και εξαιτίας αυτού, ο κίνδυνος φτώχειας είναι μεγαλύτερος στα άτομα χαμηλού εκπαιδευτικού επιπέδου.
Η οικονομική κρίση του 2010 οδήγησε την Ελλάδα σε μια οικονομική κατάρρευση, από την οποία η χώρα δεν έχει καταφέρει ακόμα να ορθοποδήσει. Οι μισθοί και άρα και το συνολικό εισόδημα των πολιτών μειώθηκαν, αλλά ταυτόχρονα αυξήθηκαν οι φόροι και τα έξοδα. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού βρέθηκε να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και να μην έχει πρόσβαση σε βασικά είδη επιβίωσης. Η άνιση κατανομή του πλούτου δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στην προοπτική της ζωής πολλών ανθρώπων. Εξάλλου, δεν είναι λίγοι όσοι έχασαν τα πάντα στη ζωή τους και βρέθηκαν να ζουν στον δρόμο. Γι’ αυτό άλλωστε και ο αριθμός των αστέγων αυξήθηκε δραματικά.
Σε κάθε οικονομική κρίση υπάρχουν ομάδες πληθυσμού που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες και υπάρχει ένας ιδιαίτερα αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης μιας προσωπικής διαδρομής στη φτώχεια. Ωστόσο, το ζήτημα είναι το κράτος να αντιλαμβάνεται τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται μεγάλο μέρος του πληθυσμού και να κατανέμει ισάξια τον πλούτο, χωρίς να ευνοεί τους οικονομικά ισχυρότερους. Άλλωστε, ο ρόλος του κοινωνικού κράτους είναι ακριβώς να βελτιώνει το επίπεδο διαβίωσης και τη συνολική εικόνα της ζωής των πολιτών.
Επιπρόσθετα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το κράτος πρόνοιας δημιουργήθηκε από την αναγνώριση των ανισοτήτων μεταξύ των πληθυσμιακών ομάδων. Το κοινωνικό κράτος, δηλαδή, αναγνωρίζει τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας και ο ρόλος του είναι η παροχή δημόσιας παιδείας, υγείας και στήριξης στις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες.
Σε γενικές γραμμές, πρέπει να συμβούν πολλές αλλαγές σε ποικίλους τομείς, προκειμένου να καταρριφθούν οι ανισότητες και να έχουν όλοι οι πολίτες πρόσβαση σε όλους τους τομείς και επάρκεια στα μέσα διαβίωσης. Το κράτος θα πρέπει να πάρει δραστήρια μέτρα, ώστε να έχουν όλοι οι πολίτες ίση αντιμετώπιση και να παρέχονται σε όλους τα βασικά είδη επιβίωσης. Το θετικό, όμως, είναι ότι πέραν του κράτους, υπάρχουν άνθρωποι που στηρίζουν τους ασθενέστερους συνανθρώπους τους και μέσα από εθελοντικά προγράμματα φροντίζουν να παρέχουν στους συμπολίτες τους ότι χρειάζονται και μπορούν να τους διαθέσουν, με κυριότερο το φαγητό.
Το να ευχηθούμε να πάψουν να υπάρχουν κοινωνικές ανισότητες θα ήταν μάλλον ουτοπικό, καθώς η ιστορία έχει αποδείξει πως σε καμία εποχή δεν υπήρχε πραγματική ισότητα μεταξύ των πολιτών. Αφού, λοιπόν, η πλήρης ισότητα μοιάζει με ιδανικό σενάριο, θα ήταν ένα πρώτο βήμα έστω να μειώσουμε τα ποσοστά φτώχειας και να φροντίσουμε όλοι οι άνθρωποι να έχουν πρόσβαση σε είδη, όπως η τροφή και η στέγη, ακόμη και αν είναι οικονομικά ανίσχυροι.
Ας κάνουμε όλοι την αλλαγή από τον εαυτό μας. Την επομένη φορά που θα αντικρίσουμε έναν συνάνθρωπό μας να μας ζητάει βοήθεια, γιατί βρίσκεται σε ανάγκη, ας μην διστάσουμε να του την προσφέρουμε απλόχερα, στον βαθμό που μπορούμε. Η αλλαγή αρχίζει από εμάς τους ίδιους και το κράτος με τη σειρά του θα ακολουθήσει, βοηθώντας τους ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη με την εφαρμογή μέτρων στήριξης.