Της Μαρίας Βαρλάμη,
Για να καθιερωθεί ως πολίτευμα της Αρχαίας Αθήνας η «ατόφια» άμεση δημοκρατία του Περικλή, προηγήθηκε σειρά γεγονότων στα οποία πρωτοστατούσαν διάφορα πρόσωπα. Ξεκινώντας από τον Σόλωνα, του οποίου η θητεία τοποθετείται περίπου στο 594/3 π.Χ., διακρίνουμε μέτρα υπέρ των αγροτών, με κυριότερη τη σεισάχθεια, σύμφωνα με την οποία απαγορεύτηκε η υποδούλωση των αγροτών στους μεγάλους γαιοκτήμονες στους οποίους χρωστούσαν, καθώς και η απαλοιφή των χρεών αυτών. Του αποδίδονται σαφώς και άλλα μέτρα, τα οποία είχαν πολιτικό ή κοινωνικό χαρακτήρα. Ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγονται η ανάπτυξη της οικοτεχνίας, η απαγόρευση εξαγωγής γεωργικών εμπορευμάτων πλην του λαδιού και η ρύθμιση του οικογενειακού δικαίου.
Μετά από περίπου 30 χρόνια, ο Σόλωνας αναχωρεί για την Αίγυπτο, κίνηση που αποσκοπούσε στην αποφυγή του διαπληκτισμού του με τα κοινωνικά στρώματα που δεν ευνοήθηκαν από τα μέτρα του. Έπειτα από μια περίοδο αναρχίας και πολιτικής αστάθειας, λαμβάνουν χώρα αναταραχές μεταξύ ομάδων που προέρχονται από συγκεκριμένο κοινωνικό-οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον. Από αυτές τις αναταραχές νικητής αναδεικνύεται ο Πεισίστρατος, ο οποίος και αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της Αθήνας. Ο Πεισίστρατος, αν και κοντά στους αγρότες, δεν αργεί να πάρει τον τίτλο του Τυράννου. Ο ίδιος χάνει την εξουσία και επαναφέρεται στην ηγεσία δύο φορές, με ανεκδοτολογικό ίσως τρόπο. Το 528 π.Χ. πεθαίνει, και την εξουσία κληρονομεί ο μεγαλύτερος γιος του, ο Ιππίας. Το 514 π.Χ., στα πλαίσια μιας διαφωνίας, που ενέπιπτε σε ερωτική υπόθεση, δύο αδέρφια, ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων, δολοφονούν τον αδερφό του Ιππία, τον Ίππαρχο. Το γεγονός έλαβε τα χαρακτηριστικά πολιτικής συνωμοσίας, οι υπαίτιοι εκτελέστηκαν, αλλά μετά το θάνατό τους απέκτησαν το προσωνύμιο «Τυραννοκτόνοι».
ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΤΥΡΑΝΝΟΚΤΟΝΩΝ
Ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων υπήρξαν οι πρώτοι θνητοί για τους οποίους στήθηκε άγαλμα με δαπάνη της πόλης. Το γλυπτό, που αποδίδεται στον Αντήνορα, δέσποζε για μερικά χρόνια στην Αθηναϊκή Αγορά, και φιλοτεχνήθηκε λίγο μετά το 510 π.Χ. Ο ιστορικός Πλίνιος ο Πρεσβύτερος επιβεβαιώνει αυτή την πληροφορία, αφού τονίζει στο έργο του ότι το άγαλμα δημιουργείται την ίδια χρονιά που από τη Ρώμη εκδιώχθηκαν οι βασιλείς (509 π.Χ.).
Τα αγάλματα των τυραννοκτόνων, λειτουργούν ως σύμβολα της δημοκρατίας, και για αυτό το λόγο, όταν το 480 π.Χ. ο Ξέρξης συνοδεύεται στην Αθήνα από τον Ιππία, ο τελευταίος τον πείθει να αρπάξει το σύνταγμα, το οποίο οι Αθηναίοι αντικαθιστούν απευθείας. Όταν ο Αλέξανδρος προελαύνει στην Ασία, ανακτά το πρώτο γλυπτό, και για μερικούς αιώνες μπορούσε κανείς να δει και τα δύο έργα, το ένα δίπλα στο άλλο, στην Αγορά της Αθήνας. Το έργο που μας σώζεται από αναπαραστάσεις σε αγγεία και στο θέατρο του Διονύσου χρονολογείται στο 477 π.Χ. και αποδίδεται σε δύο γλύπτες, τον Κριτία και τον Νησιώτη. Κατά γενική ομολογία, αντέγραψαν τουλάχιστον τη γενική μορφή του προγενέστερου συμπλέγματος.
Τα νέα αγάλματα που παρήγγειλαν οι Αθηναίοι κατασκευάστηκαν από χαλκό. Τονίζουν τη δυνατότητα απόδοσης ευκινησίας στις μορφές. Δεν υποδηλώνεται, έτσι, μια διαρκής στάση ή μια κίνηση υπό δημιουργία, παρά μια κίνηση σε εξέλιξη. Το θύμα δεν απεικονίζεται, ακριβώς επειδή το νόημα του καλλιτεχνήματος δεν είναι η επίθεση κατά ενός και μοναδικού άνδρα, αλλά κατά ολόκληρου του τυραννικού καθεστώτος.
Το σύνταγμα των Τυραννοκτόνων ήταν ανεξάρτητο στο χώρο, μπορούσε δηλαδή κανείς να το παρατηρήσει από όλες τις πλευρές. Κάθε μορφή προτάσσει το εσωτερικό της σκέλος. Ο μεγαλύτερος ηλικιακά, ο Αριστογείτων, φαίνεται να προστατεύει το νεαρό Αρμόδιο τεντώνοντας τον αριστερό του βραχίονα, από όπου κρέμεται το ιμάτιό του, ενώ στο ίδιο χέρι κρατά τη θήκη του ξίφους του, το οποίο διακρίνεται στο άλλο, το δεξί του χέρι. Ο Αρμόδιος ετοιμάζεται να επιτεθεί, διότι, σύμφωνα με το Θουκυδίδη, αυτόν είχε προσβάλει ο Ίππαρχος.
Όσον αφορά τα εικονογραφικά στοιχεία, γίνεται εμφανής η μετάβαση από την αρχαϊκή στην κλασική τέχνη. Αρχικά, έχουν αποτυπωθεί δεξιοτεχνικά τα νεαρά, γυμνά και γυμνασμένα σώματα των δύο ανδρών, κάτι που δε συναντάται στη γλυπτική της προηγούμενης περιόδου. Ο κορμός παρουσιάζει μια ελαφριά συστροφή. Παράλληλα, ο γλύπτης έχει φροντίσει να αναδείξει τις καμπύλες του ανθρώπινου σώματος. Η βασική μετωπικότητα της προηγούμενης εποχής δεν έχει χαθεί εντελώς. Ο Αριστογείτονας στηρίζεται στο αριστερό του σκέλος και λυγίζει το δεξί, ενώ ο Αρμόδιος το αντίστροφο. Στα πρόσωπα των επιτιθέμενων διαφαίνεται η αποφασιστικότητα τους.
Από τα αντίγραφα που έχουν σωθεί, το πιο ολοκληρωμένο βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης. Προέρχεται από το Tivoli, και συγκεκριμένα από τη Vila Adriana.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Claude, R., Η Ελληνική Γλυπτική, Ινστιτούτο του Βιβλίου – Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2015.
- Lefevre, F., Ιστορία του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου, Ινστιτούτο του Βιβλίου – Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2016.
- Neer, T. R. Τέχνη και Αρχαιολογία του Ελληνικού Κόσμου, Ινστιτούτο του Βιβλίου - Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2018.