Της Μιχαέλας Βαλερά,
Αν δεν είχαμε τις αναμνήσεις μας, έχετε αναρωτηθεί ποτέ αν θα ήμασταν αυτοί που είμαστε – ή μάλλον αυτό που πιστεύουμε; Πώς γίνεται ο εγκέφαλός μας να ζυγίζει 1,5 κιλό, εντούτοις να χωράει τόσα όνειρα, υποσχέσεις και ανθρώπους; Εάν οι αναμνήσεις και οι εμπειρίες μας διαμορφώνουν τη συνειδητότητά μας, τότε μάλλον πρέπει να είναι αρκετά σημαντικές ώστε να προσπαθήσουμε –τουλάχιστον– να κατανοήσουμε πώς αποθηκεύονται.
Η ενοποίηση της μνήμης (memory consolidation) πρόκειται για μια θεωρία η οποία επιχειρεί να εξηγήσει τη μετατροπή της βραχυπρόθεσμης μνήμης σε μακροπρόθεσμη και, τελικά, τη σταθεροποίησή της. Για τη διαδικασία αυτήν, κρίνεται αναγκαία η ιεράρχηση των ερεθισμάτων που δεχόμαστε, ανάλογα με τη διάρκεια και την ένταση αυτών. Για παράδειγμα, εμπειρίες που έχουν έντονο συναισθηματικό υπόβαθρο, όπως λέξεις που μας πλήγωσαν ή στιγμές που μας ενθουσίασαν, μένουν στη μνήμη μας για περισσότερο διάστημα και τις θυμόμαστε πιο εύκολα. Τα ζωώδη ένστικτά μας διαδραματίζουν εξίσου σπουδαίο ρόλο στην ιεράρχηση των αναμνήσεων και η προσαρμοστικότητα μας καθοδηγεί να επιλέγουμε μνήμες οι οποίες συνδέονται με κίνητρα ανταμοιβής και αποφυγής απειλών.
Κυτταρική Ενοποίηση
Η κυτταρική ενοποίηση ήταν ο πρώτος μηχανισμός που προτάθηκε για να εξηγήσει πώς οι προσαρμοστικές μνήμες διατηρούνται επιλεκτικά στη μακροπρόθεσμη μνήμη. Η απάντηση του οργανισμού σε καινοτόμα, συναισθηματικά φορτισμένα ερεθίσματα και ερεθίσματα ανταμοιβής είναι η απελευθέρωση του νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνη από τις νευρωνικές συνάψεις. Το αποτέλεσμα, δηλαδή, της μάθησης είναι η έκκριση ντοπαμίνης, που με τη σειρά της συμβάλλει στην πλαστικότητα του εγκεφάλου, ιδιαίτερα στην περιοχή του ιππόκαμπου, ο οποίος βρίθει ντοπαμινεργικών υποδοχέων. Τα εμπειρικά δεδομένα μπορούν να αναδιαμορφώνουν τόσο λειτουργικά όσο και δομικά τον εγκέφαλο, ώστε τα γεγονότα αυτά, τελικά, να αποθηκευτούν στη μακροπρόθεσμη μνήμη.
Συστημική Ενοποίηση
Ο δεύτερος μηχανισμός, γνωστός και ως συστημική ενοποίηση (systemic consolidation), περιγράφει τις διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα σε συγκεκριμένες εγκεφαλικές περιοχές προς την αναδιοργάνωση και, τελικά, την εγκαθίδρυση των νέων εμπειριών. Ο ιππόκαμπος, αν και πρωταρχικά αναγκαίος για την προσωρινή αποθήκευση της μνήμης, γίνεται σταδιακά λιγότερο σημαντικός για την αποθήκευση και την ανάκληση, μιας και η πιο μόνιμη μνήμη αναπτύσσεται σε κατανεμημένες περιοχές του νεοφλοιού. Κατά τη στιγμή της μάθησης, οι πληροφορίες αποθηκεύονται τόσο στον φλοιό όσο και στον ιππόκαμπο. Στη συνέχεια, σταδιακές αλλαγές στο νεοφλοιό εγκαθιδρύουν σταθερή μακροπρόθεσμη μνήμη, αυξάνοντας τη συνδεσιμότητα μεταξύ των νευρώνων του φλοιού. Είναι, επίσης, πιθανό η μακροπρόθεσμη μνήμη να επιστρέψει παροδικά σε μια ασταθή κατάσταση και στη συνέχεια να σταθεροποιηθεί σταδιακά, ένα φαινόμενο που ονομάζεται επανενοποίηση (reconsolidation).
Ύπνος και Μνήμη
Πότε, όμως, συμβαίνουν όλα αυτά; Τη στιγμή που συναντάμε έναν άνθρωπο, ή που μαθαίνουμε μια απρόσμενη είδηση, η πληροφορία μονιμοποιείται μια για πάντα; Ενώ η απόκτηση και η ανάκληση μιας μνήμης συμβαίνουν μόνο όταν είμαστε ξύπνιοι και συγκεκριμένα έχοντας επίγνωση της συνειδητής μας κατάστασης, η εδραίωση της μνήμης συμβαίνει κατά τη διάρκεια του ύπνου, ενισχύοντας τις εγκεφαλικές συνδέσεις που παράγουν αναμνήσεις. Σε κατάσταση εγρήγορσης, ο εγκέφαλος είναι κατάλληλος για την οξεία επεξεργασία των ερεθισμάτων, φαινόμενο που δίνει τη σειρά του στην κατάσταση του ύπνου, όπου δεδομένης της μειωμένης ευερεθιστότητας του ατόμου, ανοίγει ένα παράθυρο ευνοϊκό για την εδραίωση της μνήμης.
Ο ύπνος, καθώς εναλλάσσεται από REM (Rapid Eye Movement) σε NREM (Non Rapid Eye Movement), εκτελεί και διαφορετικές λειτουργίες. Η μάθηση φαίνεται πως διενεργείται στο στάδιο REM, αλλά συγκεκριμένα μόνο η μονιμοποίηση του υλικού που φέρει συναισθηματικό φορτίο και είναι ταξικά ιεραρχημένο. Σε αντίθεση, κατά τη διάρκεια του NREM σταδίου γίνεται η ενσωμάτωση του πιο πρόσφατα κεκτημένου υλικού, που μπορεί, όμως, να είναι «ζωτικά» ασήμαντο.
Γίνεται σαφές, λοιπόν, πως ακόμα και ο οργανισμός μας βάζει προτεραιότητα στις μνήμες που θέλει να δημιουργήσει, με βάση τα σημαντικά γι’ αυτόν κριτήρια. Η εδραίωση της μνήμης είναι μια διαδικασία τόσο εύθραυστη και πολύπλοκη, γεγονός που δίνει αξία σε κάθε τι που μπορούμε να ανακαλέσουμε. Ο σχηματισμός νέων και η ανάκληση παλαιών εμπειριών, ως μηχανισμός ενοποίησης της μνήμης, τείνει να σχηματίσει το συνειδητό κομμάτι του εαυτού μας. Η επανενοποίησή της, όμως, είναι μάλλον αυτή που μας υπενθυμίζει στοιχεία του εαυτού μας –και των άλλων– που δεν πρέπει να ξεχαστούν με τη φθορά του χρόνου. Ίσως και οι δυο μηχανισμοί να προσπαθούν να μας μάθουν ποιοι είμαστε στην αρένα επιβίωσης. Γιατί οι αναμνήσεις μας είναι το μόνο που μας απομένει και ο μόνος που μπορεί να μας τις στερήσει είναι ο ίδιος μας ο εγκέφαλος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Role of Sleep in Memory Consolidation, news-medical, διαθέσιμο εδώ
- Sleep, Memory and Plasticity, walkerlab.berkeley, διαθέσιμο εδώ
- Memory Consolidation, pubmed, διαθέσιμο εδώ
- Memory consolidation as an adaptive process, Springer Link, διαθέσιμο εδώ