Της Σπυριδούλας Βλάχα,
Μία από τις πιο ιδιαίτερες περιόδους στη ζωή του ανθρώπου είναι η εφηβεία. Εκείνη η περίοδος κατά την οποία το άτομο δεν είναι ούτε παιδί ούτε ενήλικας και προσπαθεί και ο ίδιος/α να καταλάβει ποιος/α είναι. Φυσικά, η περίοδος αυτή συνοδεύεται από σωματικές, γνωστικές και ψυχολογικές αλλαγές, οι οποίες, ωστόσο, συχνά δε λαμβάνονται υπόψη από την κοινωνία, με αποτέλεσμα να προκύπτει μια δυσλειτουργική αντιμετώπιση των νέων.
Πιστεύουμε πως η νεότητα είναι, αν όχι η καλύτερη, μία από τις καλύτερες εποχές και πιο υγιείς περιόδους της ζωής του ανθρώπου. Και πράγματι, ένα νέο άτομο διαθέτει τις δυνάμεις —σωματικές και ψυχολογικές— να προβεί σε μία πληθώρα πραγμάτων, καθώς πολλά προβλήματα υγείας δεν έχουν κάνει ακόμα την εμφάνισή τους. Ωστόσο, ας λάβουμε υπόψη μας πως οι τρεις κυριότερες αιτίες θανάτου στους εφήβους αποτελούν τα τροχαία ατυχήματα, οι λοιμώξεις και οι αυτοκτονίες. Αυτό σημαίνει πως τόσο η σωματική όσο και η ψυχική υγεία των εφήβων είναι ιδιαίτερα ευάλωτη και χρειάζεται να δίνεται η αρμόζουσα προσοχή.
Επιπλέον, όσον αφορά την ψυχολογική υγεία, οι έφηβοι είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς σε εξαρτήσεις, όπως το αλκοόλ, οι ουσίες, το κάπνισμα και το διαδίκτυο. Από την άλλη πλευρά, οι ψυχικές διαταραχές φαίνεται να μην είναι σπάνιες, με τον ΠΟΥ (2021) να αναφέρει πως 1 στους 9 εφήβους 10-19 ετών πάσχει από κάποια ψυχική διαταραχή, η οποία αποτελεί έναν από τους βασικούς δείκτες αναπηρίας στην εφηβική ηλικία. Ωστόσο, συχνά αυτές οι ψυχικές καταστάσεις αντιμετωπίζονται ως «φάσεις» ή «της ηλικίας», τόσο από το οικογενειακό περιβάλλον όσο και από τους ειδικούς υγείας και τον εκπαιδευτικό χώρο, με αποτέλεσμα να μη δίνεται η κατάλληλη έμφαση και διερεύνηση του θέματος, επιτρέποντας έτσι τη διαιώνισή του.
Αναφορικά με το θέμα της παροχής υπηρεσιών υγείας, οι έφηβοι αντιμετωπίζονται συχνά ως παιδιά, οι οποίοι έχουν μικρή συμμετοχή τόσο στην περιγραφή του προβλήματός τους, όσο και στο σχεδιασμό του θεραπευτικού πλάνου με τον πρωταρχικό λόγο να έχουν οι γονείς και ο γιατρός. Αυτό, ωστόσο, αποτελεί έναν αποτρεπτικό παράγοντα για τον έφηβο, ο οποίος, καθώς μεγαλώνει και αποκτά σιγά σιγά την ευθύνη του εαυτού του, επιθυμεί και αρμόζει να συμμετέχει στις διαδικασίες που αφορούν την υγεία του.
Επίσης, ας σημειώσουμε, πως στη χώρα μας μέχρι την ηλικία των 16 ετών οι έφηβοι εξετάζονται από παιδίατρο, και από εκεί και πέρα παραπέμπονται στις μονάδες των ενηλίκων. Όμως, οι προβληματισμοί εδώ είναι δύο. Ο ένας αφορά την απότομη μετάβαση από την παιδιατρική κλινική σε εκείνη των ενηλίκων, καθώς πρόκειται για δύο τελείως διαφορετικά πεδία και επομένως προσεγγίσεις. Από την άλλη, προκύπτει το ερώτημα αν ο παιδίατρος και ο μετέπειτα ιατρός, είναι εκπαιδευμένοι στις ιδιαίτερες σωματικές και ψυχολογικές καταστάσεις των εφήβων, ώστε να τους παρέχουν την καλύτερη δυνατή εξειδικευμένη φροντίδα. Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητες οι δομές υγείας εφήβων, οι οποίες χρειάζεται να αποτελούνται από εφηβιάτρους και ειδικά καταρτισμένο προσωπικό, και με τέτοια χαρακτηριστικά ώστε να είναι εύκολα προσβάσιμες στον έφηβο.
Φυσικά, μία τέτοια απότομη μετάβαση —από την αντιμετώπιση ως παιδιού στην αντιμετώπιση ως ενήλικα—, βιώνεται και στην αντιμετώπιση από την πολιτεία. Ο έφηβος από τα 18 και μετά, καλείται να πάρει αποφάσεις που αρμόζουν σε ενηλίκους, όσον αφορά την επαγγελματική του σταδιοδρομία, κάτι ιδιαίτερα στρεσογόνο τόσο για τον ίδιο όσο και για την οικογένειά του. Επιπλέον, μετά τα 16 στη χώρα μας, ο έφηβος έχει το δικαίωμα της ψήφου, μία απόφαση που, επίσης, απαιτεί ωριμότητα και την κατάλληλη διερεύνηση, καθώς και το δικαίωμα για δίπλωμα μηχανής. Βλέπουμε, λοιπόν, να προκύπτει μια ασυμφωνία ως προς τις σωματικές και ψυχολογικές ικανότητες του εφήβου, και ως προς τις απαιτήσεις από την κοινωνία, οι οποίες μπερδεύουν το άτομο και του προσδίδουν άξαφνα ευθύνες που δεν είχε έως τώρα, και που ίσως να μην μπορεί να αναλογιστεί δεδομένων συγκεκριμένων χαρακτηριστικών του όπως η παρορμητικότητα, η εστίαση αποκλειστικά στο παρόν και η μη ολοκληρωμένη ανάπτυξη του εγκεφάλου.
Κλείνοντας, η εφηβεία αποτελεί μία περίοδο ιδιαίτερων σωματικών και ψυχολογικών χαρακτηριστικών. Συνεπώς, ο έφηβος χρειάζεται να αντιμετωπίζεται από την κοινωνία και την πολιτεία βάσει αυτών των γνωρισμάτων και να μην προσεγγίζεται ούτε ως παιδί ούτε ως ενήλικας. Σημαντική συμβολή σε αυτό αποτελεί η κατάλληλη κατάρτιση των ειδικών και των άμεσα εμπλεκόμενων ως προς την ηλικία αυτή. Άλλωστε, ας θυμόμαστε πως μία υγιής εφηβική ηλικία αποτελεί τη βάση για μία υγιή ενήλικη ζωή!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ποιες είναι κυριότερες αιτίες θανάτου των εφήβων 10-19 ετών, mothersblog.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Mental health of adolescents, who.int, Διαθέσιμο εδώ