Της Εμμανουέλας Σουφαλιδάκη,
Το συστατικό στοιχείο του πολιτεύματος της Δημοκρατίας γενικά, αλλά και της Ελλάδας ως προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ειδικότερα, είναι ο όρος του κοινοβουλευτισμού με πιο ισχυρό και καθοριστικό ρόλο να διαδραματίζει η εκλογική βάση, καθώς με τη συμβολή αυτής εκπροσωπείται ο λαός μέσω των εκλεγμένων από αυτόν αντιπροσώπων του (τους βουλευτές). Ύψιστη, όμως, έκφραση του πολιτεύματος αυτού είναι η διεξαγωγή εκλογών, σε τοπικό, εθνικό, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Προκειμένου να διαφυλαχθεί η λαϊκή κυριαρχία ως αναπόσπαστο στοιχείο του πολιτεύματος κατά το άρθρο 1 και παράγραφος 2 του Συντάγματος, έχουν κατοχυρωθεί συνταγματικά τα λεγόμενα πολιτικά δικαιώματα. Το δικαίωμα της ψήφου, το δικαίωμα του εκλέγεσθαι και το δικαίωμα πολιτικής συσσωμάτωσης είναι κάποια από αυτά.
Αρμοδιότητες των φορέων του πρώτου από τα παραπάνω, του δικαιώματος δηλαδή στην ψήφο είναι: η εκλογή κάθε τέσσερα χρόνια βουλευτών, κάθε πέντε χρόνια Ελλήνων αντιπροσώπων στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, κάθε πέντε χρόνια των αρχών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των δύο βαθμών, καθώς και η δυνατότητα λήψης απόφασης μέσω δημοψηφίσματος (ως εκδήλωση άμεσης δημοκρατίας) για κρίσιμο εθνικό θέμα ή για την εξέλιξη κάποιου νομοσχεδίου. Βασική αρχή του δικαιώματος αυτού είναι η αρχή της καθολικής ψηφοφορίας, η οποία συνδέεται με μια τάση διεύρυνσης της εκλογικής βάσης και αναγνώρισης της διοικητικής ικανότητας των μελών της εκλογικής βάσης να ψηφίζουν. Θεμέλιο του δικαιώματος αυτού, ερμηνευτικώς συναγόμενο, είναι η ισότητα της ψήφου, υπογραμμίζοντας την ανάγκη αφενός όλοι οι πολίτες να συμμετέχουν ισότιμα στις εκλογικές αρμοδιότητες και αφετέρου όλες οι ψήφοι να είναι νομικά ισοδύναμες, αντιστοιχώντας στην ίδια αξία.
Το δεύτερο κατά σειρά από τα προαναφερθέντα δικαιώματα, το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, συνιστά έκφραση της «ισότητας εν τω άρχειν» τονίζοντας τη δυνατότητα των πολιτών όχι μόνο να «άρχονται», αλλά και να «άρχουν», διεκδικώντας μια θέση στο αντιπροσωπευτικό σώμα. Το άρθρο 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα δικαιώματα του Ανθρώπου) επιβάλλει στα συμβαλλόμενα μέρη τη διοργάνωση οποιασδήποτε μορφής εκλογών, ενώ το Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του Ατόμου προασπίζει το δικαίωμα κάθε πολίτη, χωρίς διακρίσεις και δυσανάλογους περιορισμούς, να εκλέγεται.
Η υποβολή υποψηφιότητας αποτελεί μία από τις πιο βασικές μορφές συμμετοχής των πολιτών στην πολιτική ζωή της χώρας και ταυτόχρονα δίνει έμφαση στο δικαίωμα της προσωπικής ελευθερίας. Οι περιορισμοί που τίθενται σε αυτό το δικαίωμα σχετίζονται με τα κωλύματα εκλογιμότητας και τα κοινοβουλευτικά ασυμβίβαστα (έννοιες που με την πάροδο του χρόνου έχουν χάσει την ουσιαστική διάκριση τους). Παραδείγματα των παραπάνω είναι ότι ένας βουλευτής δεν μπορεί να δηλώσει υποψηφιότητα για να γίνει μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αν πρώτα δεν παραιτηθεί από το προηγούμενο του αξίωμα, καθώς και ότι κάποιες επαγγελματικές δραστηριότητες και επιχειρηματικά εγχειρήματα δεν είναι δυνατόν να συνταιριαστούν με τη συμμετοχή στα κοινά και το βουλευτικό αξίωμα.
Στην 1η παράγραφο του άρθρου 29 κατοχυρώνεται το σύνθετο πολιτικό δικαίωμα των πολιτών να ιδρύουν και να αποτελούν μέλη πολιτικών κομμάτων. Πρόκειται για άμεση έκφραση του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, το οποίο αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως δικαίωμα πολιτικής συσσωμάτωσης ή συνένωσης. Μία αυστηρή προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος αυτού συνδέεται με την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη όντας νομικά εξασφαλισμένος ως προς την κατοχή της ελληνικής ιθαγένειας. Φορείς αυτού του δικαιώματος δεν είναι μόνο φυσικά πρόσωπα (οι πολίτες), αλλά δύναται να είναι και οι ενώσεις -κατά κύριο λόγο πολιτικές- αυτών των φυσικών προσώπων. Η σπουδαιότητα του δικαιώματος αυτού έγκειται στην προώθηση της αρχής της ελευθερίας του αυτοκαθορισμού τόσο σε ιδεολογικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο.
Σημαντική δυνατότητα ενίσχυσης όλων των παραπάνω δικαιωμάτων είναι ο θεσμός της επιστολικής ψήφου. Σύμφωνα με το νέο νόμο 5083/2024, οι εκλογείς μπορούν στις Ευρωεκλογές να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα μέσω της επιστολικής ψήφου. Με αυτή τη μέθοδο, περιορίζονται οι πιθανότητες αποχής και ανενεργού συμμετοχής των πολιτών, καθώς δε συνιστούν κώλυμα οι μετακινήσεις ή άλλες δυσκολίες κατά την ημέρα των δια ζώσης ευρωεκλογών. Μόνο μέσω της ψήφου, του πιο δυνατού μέσου άσκησης επίδρασης του λαού, και έχοντας γνώση των πολιτικών δικαιωμάτων, το πολίτευμα και οι αρχές που το διέπουν αποκτούν γνήσια υπόσταση με αποτέλεσμα να πραγματώνονται δυναμικά και στην καθημερινότητα της πολιτικής κοινωνίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Σπύρος Βλαχόπουλος, Θεμελιώδη δικαιώματα, Νομική Βιβλιοθήκη, 2022
- Νόμος 5083/2024- ΦΕΚ 12/Α/26-1-2024, e-nomothesia.gr, διαθέσιμος εδώ