12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Για τον έρωτα


Της Μαρίας Σαράφη,

«Ὁ ἔρωτας,

ὄνομα οὐσιαστικόν,

πολὺ οὐσιαστικόν,

ἑνικοῦ ἀριθμοῦ,

γένους οὔτε θηλυκοῦ, οὔτε ἀρσενικοῦ,

γένους ἀνυπεράσπιστου.

Πληθυντικὸς ἀριθμὸς

οἱ ἀνυπεράσπιστοι ἔρωτες.»

«Ο πληθυντικός αριθμός»-Κική Δημουλά

Σήμερα, τα πάντα «κυλούν» πιο γρήγορα από πριν. Ο κόσμος μαθαίνει να ζει, κοιτώντας και «κλέβοντας» ξένες στιγμές. Έπειτα, τις «τσαλακώνει», τις «πετά» και παραμένει «άδειος». Και οι ημέρες περνάνε, άνθρωποι έρχονται και φεύγουν, οι στιγμές σβήνουν και χάνονται. Από κάποιους παίρνεις κάτι, σε κάποιους άλλους δίνεις κάτι, και έτσι «στολίζεις» τον νου σου. Χιλιάδες «κάτι» κρέμονται από εδώ και από εκεί, άλλα είναι μικροσκοπικά και άλλα τόσο μεγάλα που σου προκαλούν πονοκέφαλο. Εσύ δεν μπορείς να τα αγγίξεις, μπορείς μόνο να τα αισθανθείς. Πολλές φορές είναι δύσκολο να τα εξηγήσεις ή και να τα παραδεχτείς. Λένε πως ονομάζονται συναισθήματα, όμως δεν λένε πως βγαίνουν σε διάφορα μεγέθη και πως θέλεις πολύ χρόνο, για να τα «ταιριάξεις» επάνω σου. Ακόμα, δεν λένε τη σημασία τους, γιατί φοβούνται να τα νιώσουν ή δεν προλαβαίνουν. Και τα ερωτήματα μένουν εκεί, είτε ασυνόδευτα είτε πλάι σε μια απάντηση ρηχή και πρόχειρη. Μα οι φωνές δυναμώνουν, πίσω από τη «φυλακή» των δοντιών στο στόμα σου. Τότε ακούω μια από αυτές να ρωτά: Και τι είναι ο έρωτας;

Ίσως, να είναι ένας ψηλός κύριος με λαμπερά μαλλιά και δέρμα απαλό σαν πούπουλο. Δυο μάτια σχιστά και «αφοσιωμένα», χείλη δροσερά, και ανάσα καυτή, όπως τη νιώθεις στη σάρκα. Χέρια μεγάλα, ελεύθερα, γεμάτα «περιέργεια» σε κάθε άγγιγμα. Πόδια δυνατά στερεωμένα στο έδαφος, σαν σκάλα προς τον ουρανό. Μια μυρωδιά από ζουμί ροδάκινου πάνω στο δέρμα, μετά από μια λαίμαργη δαγκωνιά, που το νιώθεις ακόμη να κολλάει και να κυλά. Και ρούχα λευκά, σχεδόν τσαλακωμένα, έτοιμα να λερωθούν. Ίσως να είναι μια κυρία με ένα κόκκινο μακρύ φόρεμα, που καταλήγει στο χώμα σαν πέταλα από μαδημένο τριαντάφυλλο. Στέρνο καθαρό και ανοιχτό, δίνοντας χώρο στην άνοιξη να ανθίσει. Δάχτυλα λεπτά, ευάλωτα στα αγκάθια. Μαλλιά μακριά, μπλεγμένα από τον άνεμο, ζαλισμένα από τα αγγίγματα και ιδρωμένα. Πέλματα γυμνά, δροσισμένα από την υγρή γη, βουλιαγμένα στο χώμα, μα αθόρυβα σε κάθε τους κίνηση. Και μια γεύση υγρών κόκκων καφέ στο στόμα, πικρή και έντονη.

Πηγή Εικόνας: IStock.com/ Φωτογράφος και Δικαιώματα χρήσης: South agency.

Στην πραγματικότητα, η σωστή απάντηση δεν θα σου δοθεί από τη φαντασία, χρειάζεται για μια στιγμή να επιβραδύνεις, να αφήσεις τον χρόνο να κυλήσει πιο αργά, να κάνεις μια στάση σε αυτή τη γη, σε ένα παγκάκι, και ανοίγοντας τα μάτια σου να τον δεις. Να τον δεις σε εκείνο το πρόσωπο, που έχει παγώσει σε ένα χαζό μειδίαμα, στραμμένο προς ένα άλλο, με μάτια «μεθυσμένα», που έχουν ξεχάσει να ανοιγοκλείνουν στην ιδέα να χάσουν έστω και ένα λεπτό. Να τον δεις σε εκείνα τα χέρια, που ταξιδεύουν σε όλο του το σώμα, σε κάθε γωνιά της ανεξερεύνητη, και ανακαλύπτουν τα μικρά μυστικά του, γνωρίζουν για πάντα τα σημάδια της. Να τον δεις σε εκείνη την αγκαλιά, που αργά τυλίγονται τα χέρια γύρω από σάρκα και οστά, και αρχίζουν να σφίγγουν, να αναγκάζουν τις καρδιές τους να «παλεύουν» πίσω από το στήθος, για να «συναντηθούν».

Έπειτα, κλείνοντας τα μάτια σου, να τον δεις σε εκείνη τη γνωστή μυρωδιά, που εθισμένη ψάχνει η μύτη σου στα μαλλιά και τον λαιμό, και μπερδεμένος ο εγκέφαλος σου τη θυμίζει παντού. Να τον δεις σε εκείνα τα μάτια, τα ρυτιδιασμένα από χαρά, που με εμμονή πάσχιζαν να «χορτάσουν» τη μνήμη σου μέχρι και την τελευταία στιγμή, που πλημμυρισμένα από δάκρυα, δεν σταμάτησαν να εστιάζουν. Να τον δεις σε εκείνη τη φωνή, που έχει «χαράξει» τη μελωδία της στα αυτιά σου, και σου έχει μάθει να ακούς τις λέξεις διαφορετικά.

Να τον δεις! Τον έρωτα, να τον δεις. Σε ένα παγκάκι, με μάτια ανοιχτά και με μάτια κλειστά, μπορείς να τον δεις. Μονάχα, μην ξεχάσεις να σταματήσεις για λίγο τον χρόνο. Και αν δεν τον δεις φρόντισε να τον αναζητήσεις, μη φοβηθείς να το παραδεχτείς, όταν έρθει, και μην τον αφήσεις να φύγει. Κι αν φύγει μην ψάξεις, για να τον βρεις ξανά, εκείνος θα σε βρει. Είτε με ρούχα λευκά και πόδια δυνατά είτε με κόκκινο φόρεμα μακρύ, εκείνος θα σε βρει, σε ένα πρόσωπο, δυο χέρια, μια μυρωδιά και μια φωνή. Και όταν σε βρει, ευχήσου να μην είσαι ο μόνος που θα το ξέρει.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Σαράφη
Μαρία Σαράφη
Γεννημένη το 2003 και φοιτήτρια του τμήματος Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Ασχολείται με τον αθλητισμό, τη δημιουργική γραφή και την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Μελλοντικά θα ήθελε να συνδυάσει, σε ερευνητικό επίπεδο, την αγάπη της για τα ζώα, αλλά και το ενδιαφέρον της για τον τομέα της νευροβιολογίας.