Του Γιώργου Τσίλλα,
Μετά από την αποτυχημένη εκστρατεία των Αθηναίων έναντι των Συρακουσών, στο πλαίσιο του Πελοποννησιακού Πολέμου, η σικελική πόλη θέλησε να πάρει εκδίκηση. Γι’ αυτό πήραν μέρος με τον στόλο τους, υπό την αρχηγία του Ερμοκράτη στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, υπέρ των Σπαρτιατών. Στην ναυμαχία της Κυζίκου (410 π.Χ.) όμως, έχασαν σχεδόν όλο τον στόλο τους. Αυτό το γεγονός εκμεταλλεύτηκε η Καρχηδόνα, η οποία μετά την καταστροφή του στόλου των Συρακουσών επανήλθε στο προσκήνιο. Η τρομερή αυτή ήττα της ηγέτιδας πόλης της Σικελίας, συνέβαλε στο να ξαναρχίσουν πάλι διαμάχες μεταξύ των Ελλήνων. Η Καρχηδόνα θεώρησε ότι ήρθε η στιγμή να έρθει ξανά σε ρήξη με τις ελληνικές πόλεις της Σικελίας. Το 409 π.Χ. κατέλαβε τον Σελινούντα και την Ιμέρα (στην Ιμέρα που το 480 π.Χ. είχε συντριβεί ο στρατός της υπό την ηγεσία του Γέλωνα). Το 406 π.Χ. και το 405 π.Χ. ο καρχηδονιακός στρατός κατέλαβε και ισοπέδωσε τον Ακράγαντα και τον Γέλωνα αντιστοίχως. Ενώ, δίχως αντίσταση, συνέχισαν την προέλαση τους μέχρι τις ανατολική ζώνη της Σικελίας.
Ενόσω διαδραματίζονταν τα γεγονότα αυτά, ανέλαβε την διοίκηση των Συρακουσών ως τύραννος ο μικρός σε ηλικία στρατιώτης Διονύσιος, η οποίος κυβέρνησε με βάναυσο και σκληρό τρόπο. Παρόλα αυτά κυβέρνησε από το 405 π.Χ. ως το 367 π.Χ. Σε αυτό το χρονικό διάστημα, χάρη στην στρατιωτική του ικανότητα ο Διονύσιος (έμεινε στην ιστορία ως ο Διονύσιος Α’) κατάφερε να σώσει τις ελληνικές πόλεις από την υποδούλωση στην Καρχηδόνα. Μετά από νίκες αλλά και ήττες στον πόλεμο που διήρκεσε από το 397-392 π.Χ., οι Συρακούσες και η Καρχηδόνα ήρθαν σε συμφωνία, ευνοϊκή για την σικελική πόλη. Στην συνθήκη προβλεπόταν η υποχώρηση των Καρχηδονίων στο δυτικό τμήμα της νήσου και αναγνωρίσθηκε η υπέροχη του Διονυσίου στο ανατολική τμήμα.
Μετά το πέρας του πολέμου αυτού, ο Διονύσιος επέκτεινε το κράτος του. Κατέλαβε το Ρήγιο και τον Κρότωνα στην Κάτω Ιταλία. Ύστερα, θέλοντας να κυριαρχήσει στην Αδριατική, ίδρυσε στις ανατολικές ακτές τις Ιταλίας, τις πόλεις Αδρία (από την πόλη αυτή πήρε το όνομά του το Αδριατική θάλασσα) και Αγκώνα. Στις ακτές της Ιλλυρίας, ιδρύθηκε η Λίσσος. Οι αποικίες λειτούργησαν ως ναυτικές βάσεις, για τον στόλο των Συρακουσών.
Μετά τον θάνατο του Διονυσίου Α’, τα ηνία του κράτους έλαβε ο υιός του, ο Διονύσιος Β’. Το παιδί του μεγάλου τυράννου δεν κληρονόμησε τις διοικητικές ικανότητες του πατέρα του. Ο νεαρός Διονύσιος εξόρισε τον θείο του, Δίων. Ο Δίων, ήρθε σε επαφή με την Αθήνα και το 357 π.Χ., επικεφαλής στρατού μισθοφόρων, κατέλαβε τις Συρακούσες. Ακολούθησαν διαμάχες μεταξύ των αρχηγών των μισθοφόρων. Οι Συρακούσες, αφότου λεηλατήθηκαν και έχασαν την εξουσία επί της Ανατολικής Σικελίας, αφού οι πόλεις που πριν εξουσίαζε, έπεσαν στα χέρια των ηγετών των μισθοφόρων, και καθώς οι Καρχηδόνιοι θεωρούσαν ότι ήρθε η ώρα να επέμβουν ξανά, κάλεσαν την Κόρινθο να τους βοηθήσει (την έκκληση συγκεκριμένα, την έκαναν Συρακούσιοι που είχαν καταφύγει στους Λεοντίνους).
Η Κόρινθος, όντας μητρόπολη των Συρακουσών, έστειλαν για βοήθεια τον Τιμολέοντα με 700 στρατιώτες το 344 π.Χ. Εντός ολίγων ετών, ο Τιμολέοντας κατόρθωσε να νικήσει επί του στρατιωτικού πεδίου τους τυράννους. Ο Κορίνθιος στρατηγός ανάγκασε τους Καρχηδόνιους να αποσυρθούν στα οχυρά τους, στην Δυτική Σικελία. Μέσω μιας ομοσπονδίας που δημιούργησε έπειτα, οι ελληνικές πόλεις εξασφάλισαν την άμυνα τους.
Χάρη στην ανικανότητα του Διονυσίου Β’, ο ελληνισμός της Σικελίας πέρασε μια κρίσιμη φάση της ιστορίας του. Χάρη όμως στην τόλμη του Τιμολέοντα, οι ελληνικές πόλεις της νήσου έμειναν ενωμένες και ισχυρές. Μετά τον θάνατο του Τιμολέοντα όμως, επανήλθε η κρίση, όπως άλλωστε συνέβη το ίδιο, μετά τον θάνατο του Διονυσίου Α’.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ούλιρχ Βίκλεν (1976), ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, Αθήνα, εκδ. ΠΑΠΑΖΗΣΗ
- Μπότσφορντ και Ρόμπινσον (1995), ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, Αθήνα, εκδ. ΜΙΕΤ