Της Ελένης Κάζου,
Αυτόφωρη διαδικασία είναι εκείνη η ειδική ποινική διαδικασία που ακολουθείται στα εγκλήματα, τα οποία καταλαμβάνονται «επ’ αυτοφώρω», δηλαδή τη χρονική στιγμή κατά την οποία τελούνται. Ρυθμίζεται στα άρθρα 217-228 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Κύριος σκοπός αυτής της διαδικασίας είναι η ταχεία διεξαγωγή της δίκης, μέσω της οποίας, εξάλλου, θα επιτευχθεί η ευχερέστερη συγκέντρωση των αποδείξεων, καθώς και η αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης. Η επιτάχυνση αυτή πραγματοποιείται με τη σύντμηση του σταδίου της προδικασίας και ιδιαίτερα της προπαρασκευαστικής διαδικασίας: Ο δράστης ενός αυτόφωρου πλημμελήματος προσάγεται εντός του απολύτως αναγκαίου χρόνου στον αρμόδιο εισαγγελέα μαζί με την έκθεση σύλληψης και βεβαίωσης του εγκλήματος και παραπέμπεται την ίδια ημέρα στο ακροατήριο χωρίς την τήρηση της έγγραφης προδικασίας (σύνταξη και επίδοση ή κοινοποίηση κλητηρίου θεσπίσματος). Ο ενεργήσας τη σύλληψη δεν εξετάζεται ως μάρτυρας, αλλά διαβάζεται επ’ ακροατηρίου η έκθεσή του. Επιπλέον, ο παριστάμενος για την υποστήριξη της κατηγορίας δύναται να φέρει μάρτυρες χωρίς προηγούμενη γνωστοποίησή τους στον κατηγορούμενο.
Από την παραπάνω συνοπτική διαδικασία προκύπτουν ανησυχίες για το αν υφίσταται προσβολή του δικαιώματος ακρόασης του κατηγορουμένου, το οποίο θεμελιώνεται ρητά στο άρθρο 20 του Συντάγματος. Από το άρθρο αυτό πηγάζει το δικαίωμα κάθε προσώπου να πληροφορηθεί το περιεχόμενο της κατηγορίας σε βάρος του. Παράλληλα, γίνεται λόγος για παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 3 της ΕΣΔΑ, το οποίο επιτάσσει την «εν λεπτομερεία» πληροφόρηση του κατηγορουμένου για τη φύση και τον λόγο της κατηγορίας εναντίον του. Καθώς, πράγματι, με την έλλειψη έγγραφης προδικασίας και την άμεση εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο περιορίζεται η υπεράσπιση του κατηγορουμένου, αναγνωρίζονται σε αυτόν δύο ουσιαστικά δικαιώματα, τα οποία τυποποιούνται στο άρθρο 423 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Πρώτον, ο κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να ζητήσει και το δικαστήριο οφείλει να του διορίσει συνήγορο υπεράσπισης (άρθρο 423 εδάφιο α’). Κατά δεύτερον, ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ζητήσει και το δικαστήριο υποχρεούται να αναβάλει τη συζήτηση σε ρητή δικάσιμο μέσα σε τρεις ημέρες για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του (άρθρο 423 εδάφιο β’). Καθώς η προθεσμία αυτή έχει κριθεί κατά καιρούς ως ανεπαρκής, γίνεται δεκτό πως η αναβολή θα πρέπει να εξαντλεί τις προβλεπόμενες τρεις μέρες, οι οποίες θα πρέπει να είναι οπωσδήποτε εργάσιμες, ώστε να είναι εφικτή η προετοιμασία και να μη δημιουργούνται ανισότητες ως προς τη μεταχείριση των κατηγορουμένων. Συνεπώς, ούτε η αναβολή της δίκης από Παρασκευή σε Δευτέρα διευκολύνει την προετοιμασία του κατηγορουμένου ούτε η αναβολή της για την επόμενη μέρα, παρόλο που και στις δύο περιπτώσεις η αναβολή είναι τυπικά νόμιμη. Για τα δικαιώματα αυτά ο διευθύνων τη συνεδρίαση είναι υποχρεωμένος να ενημερώσει τον κατηγορούμενο και το δικαστήριο υποχρεούται να τα ικανοποιήσει.
Επιπλέον, στο άρθρο 424 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αναγνωρίζεται η δυνατότητα του Δικαστηρίου να αναβάλει τη συζήτηση μια μόνο φορά σε ρητή δικάσιμο μέσα σε 15 μέρες το αργότερο. Μέσω της αναβολής αυτής επιτυγχάνεται η συγκέντρωση ισχυρότερων αποδείξεων αλλά και η κλήτευση των συναιτίων σε περίπτωση που αυτοί συμπαραπέμφθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 420, ωστόσο δεν κλητεύθηκαν (άρθρο 424 εδάφιο α’). Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο προβαίνει στην άρση της κράτησης και, αν το κρίνει απολύτως απαραίτητο, επιβάλλει περιοριστικούς όρους στον κατηγορούμενο, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 283 ΚΠΔ. Στις παραπάνω περιπτώσεις αναβολής οι μάρτυρες προσέρχονται χωρίς κλήτευση. Έχει κριθεί πως με τη δεκαπενθήμερη αναβολή «αποδυναμώνεται» ο αυτόφωρος χαρακτήρας της πράξης, καθώς η απομάκρυνση από τον χρόνο τέλεσης της πράξης καθιστά λιγότερο αναγκαία την άμεση δράση. Ωστόσο, επιτυγχάνεται πληρέστερα η προστασία των κατηγορούμενων σε ό, τι αφορά την παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης και πληροφόρησης. Σε κάθε περίπτωση, αν το δικαστήριο κρίνει ότι το έγκλημα δεν έχει καταληφθεί επ’ αυτοφώρω ή πως – και μετά την αναβολή που έδωσε σύμφωνα με το άρθρο 424 – οι αποδείξεις δεν επαρκούν και χρειάζονται συμπλήρωση, παραπέμπει την υπόθεση στην τακτική διαδικασία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αργύριος Καρράς, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 7η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2020
- Άλκης Β. Καραγιαννόπουλος, Ποινική Δικονομία, 18η έκδοση, Αθήνα, 2023