Του Ιωάννη Αμπατζίδη,
Οι σχέσεις Ινδίας και Κίνας αποτελούν διαχρονικά ένα αρκετά ενδιαφέρον κομμάτι των διεθνών σχέσεων. Οι δύο χώρες αποτελούν μέλη του διεθνή πολιτικού οργανισμού BRICS. Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει μια ραγδαία βελτίωση του εμπορίου μεταξύ των δύο κρατών, όπως φαίνεται εμφανώς από τα στοιχεία για τον όγκο των εμπορικών συναλλαγών ανάμεσά τους. Χαρακτηριστικά, το 2000 οι συναλλαγές μεταξύ των δύο έφταναν τα τρία δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ μέσα σε μια δεκαετία το διμερές εμπόριο εκτοξεύθηκε, με τις συναλλαγές να ξεπερνούν τα $ 70 δις.. Όμως, αυτή η φαινομενικά εξαιρετική εμπορική σχέση των δύο κρατών, συχνά επισκιάζεται από τις γεωπολιτικές διαφορές που παρουσιάζονται στα σύνορά τους, από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα έως και σήμερα.
Το 1950, η Ινδία αποτέλεσε την πρώτη χώρα που δεν άνηκε στο σοσιαλιστικό μπλοκ, η οποία σύναψε διπλωματικές σχέσεις με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Αυτή η εγκαθίδρυση των σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών έφερε στην επιφάνεια το ζήτημα των συνοριακών διαφορών τους. Τα σύνορά τους εκτείνονται κατά μήκους των Ιμαλαΐων, και αρκετές περιοχές θεωρούνται αμφισβητούμενες από τα δύο κράτη. Πιο συγκεκριμένα, αρκετά μεγάλες περιοχές από τα δυτικά έως και τα ανατολικά μέρη των κοινών συνόρων τους ελέγχονται από την μία μεριά και αμφισβητούνται από την άλλη. Η Ινδία ελέγχει στα ανατολικά πάνω από 90.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης, τα οποία η Κίνα συνεχώς αμφισβητεί, ενώ παρόμοια είναι και η κατάσταση στα δυτικά, όπου οι ρόλοι αντιστρέφονται, με την Ινδία να είναι αυτή που διεκδικεί θεωρητικά Κινέζικες περιοχές. Αυτές οι διαφορές οδήγησαν στον Σινο-Ινδικό Πόλεμο του 1962, κατά τον οποίο περισσότεροι από 7000 Ινδοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους ή αιχμαλωτίστηκαν. Έκτοτε, οι δύο μεριές είναι διστακτικές, με την Κίνα να λαμβάνει συνήθως μια πιο επιθετική στάση, ευελπιστώντας πως θα αποτελέσει έναν αποτρεπτικό παράγοντα προς τις εδαφικές βλέψεις της Ινδίας.
Τα επόμενα χρόνια, οι δύο χώρες προσπάθησαν να κάνουν βήματα προς την επίλυση του ζητήματος, και το 1988 συμφώνησαν να αφαιρέσουν την εδαφική τους διαμάχη από τις συνολικές διμερείς τους σχέσεις, προσπαθώντας παράλληλα να βρεθεί μια πολιτική λύση. Το 1993, τα δύο κράτη συμφώνησαν στη δημιουργία μιας πλασματικής οριοθέτησης των περιοχών, η οποία διαχωρίζει τα Ινδικά και τα Κινεζικά εδάφη. Η οριοθέτηση αυτή χωρίζεται σε τρείς τομείς. Στον δυτικό τομέα βρίσκεται η περιοχή Ladakh της Ινδίας και οι κινεζικές αυτόνομες περιοχές του Θιβέτ και της Xinjiang. Ο ανατολικός τομέας περιλαμβάνει την ινδική περιφέρεια Arunachal Pradesh και ο μεσαίος τομέας αποτελείται από τις περιοχές Uttarakhand και Himachal Pradesh, οι οποίες όλες συνορεύουν με την αυτόνομη περιοχή του Θιβέτ. Παρόλο που η οριοθέτηση δημιουργήθηκε με σκοπό την εκτόνωση των σχέσεων των δύο κρατών, η περιοχή παραμένει ακόμα και σήμερα υπό αμφισβήτηση, με τις στρατιωτικές δυνάμεις των δύο κρατών να αψιμαχούν συνεχώς, από την είσοδο της νέας χιλιετίας έως και σήμερα. Χαρακτηριστικά το 2017, στρατιωτικές δυνάμεις και των δύο χωρών συσσωρεύτηκαν στην περιοχή Doklam, με την ένταση στις διμερείς σχέσεις να αυξάνεται ραγδαία.
Το 2020 συνέβη η πρώτη αιματηρή σύγκρουση μετά από 45 χρόνια, όπου τουλάχιστον 20 Ινδοί και 4 Κινέζοι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους. Το Ινδικό Υπουργείο Εξωτερικών κατηγόρησε την Κίνα πως παραβίασε τη συμφωνία για την οριοθέτηση των συνόρων, ενώ η Κινεζική μεριά δήλωσε πως προκλήθηκε από τις συνεχείς παραβιάσεις των συνόρων από την Ινδία. Τα επόμενα δύο έτη συνεχίστηκαν οι αψιμαχίες, παρά τις συνομιλίες μεταξύ των στρατιωτικών κλάδων. Τον Αύγουστο του 2023, η Ινδία διαμαρτυρήθηκε έντονα μετά από τη δημοσιοποίηση ενός χάρτη από το Πεκίνο, ο οποίος απεικόνιζε τη βορειοανατολική πολιτεία Arunachal Pradesh και το αμφισβητούμενο οροπέδιο Aksai Chin ως έδαφος της Κίνας, με τις σχέσεις των δύο μερών και πάλι να «βαλτώνουν».
Τις τελευταίες εβδομάδες, η επίσκεψη του Ινδού Πρωθυπουργού, Narendra Modi, στην περιοχή Arunachal Pradesh, προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις της Κίνας, η οποία αναγνωρίζει την περιοχή ως δική της. Η επίσκεψη είχε ως σκοπό τον εγκαινιασμό μιας σήραγγας δυο λωρίδων, η οποία θα παρέχει τη δυνατότητα της σύνδεσης της περιοχής με την ενδοχώρα της Ινδίας και θα διευκολύνει τη μετακίνηση στρατιωτών και στρατιωτικού εξοπλισμού προς τη συνοριακή περιοχή. Ο εκπρόσωπος Τύπου του Κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών, Wang Wenbin, δήλωσε πως «η περιοχή του Zangnan είναι κινεζική επικράτεια. Η Κινεζική Κυβέρνηση δεν αναγνώρισε ποτέ το λεγόμενο “Arunachal Pradesh” που δημιουργήθηκε παράνομα από την Ινδία και αντιτίθεται σθεναρά σε αυτό».
Στις αρχές Απριλίου, το Υπουργείο Πολιτικών Υποθέσεων της Κίνας εξέδωσε μια δήλωση, στην οποία ανέφερε πως είχε «τυποποιήσει» τα ονόματα έντεκα περιοχών, συμπεριλαμβανομένων πέντε βουνών, σε αυτό που η Κίνα αποκαλεί την περιοχή του νότιου Θιβέτ, τα οποία ταυτόχρονα η Ινδία θεωρεί ως την περιοχή Arunachal Pradesh στα ανατολικά της επικράτειάς της. Απομένει να φανεί εάν οι διμερείς εντάσεις θα συνεχιστούν ή εάν οι δύο χώρες θα καταφέρουν εν τέλει να βρουν μια «χρυσή τομή» για να αντιμετωπίσουν το διαχρονικό πρόβλημα των συνόρων τους, με το πρώτο ενδεχόμενο να εμφανίζεται ως το πιθανότερο σενάριο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- INDIA- CHINA BILATERAL RELATIONS, Ministry of External Affairs, διαθέσιμο εδώ
- Thin Ice in the Himalayas: Handling the India-China Border Dispute, International Crisis Group, διαθέσιμο εδώ
- India-China clash: 20 Indian troops killed in Ladakh fighting, BBC, διαθέσιμο εδώ
- India-China dispute: The border row explained in 400 words, BBC, διαθέσιμο εδώ
- China tells India to ‘stay calm’ in border map row, BBC, διαθέσιμο εδώ
- India, China locked in war of words over Arunachal Pradesh region, Anadolu Agency, διαθέσιμο εδώ
- India rejects China’s renaming of places along disputed border, Reuters, διαθέσιμο εδώ