Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,
Ο θάνατος του Περόζ το 484 άφησε την Αυτοκρατορία των Σασσανιδών σε άσχημη κατάσταση, καθώς η ύπαρξη των Εφθαλιτών και η επέκτασή τους στα περσικά εδάφη είχε δημιουργήσει μια μόνιμη απειλή για την άλλοτε κραταιά Αυτοκρατορία. Τον Περόζ διαδέχθηκε ο Βάλας, ο οποίος κέρδισε την συμπάθεια των υπηκόων του, όχι όμως των ευγενών της Περσίας. Εκείνοι τελικά τον εκθρόνισαν το 488, μετά από μόλις τέσσερα χρόνια βασιλείας, και όρισαν ως Αυτοκράτορα τον γιό του Περόζ, Καβάδ Α΄. Ο Καβάδ Α΄ προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις υπέρ των φτωχών, οι οποίες και οδήγησαν τους ευγενείς οι οποίοι τον βοήθησαν να ανέλθει στον θρόνο, να στραφούν εναντίον του. Οι ευγενείς αυτοί «έδωσαν» τον θρόνο στον νεότερο αδερφό του Καβάδ, τον Ιαμάσπ (496-498), ωστόσο ο Καβάδ με την βοήθεια των Εφθαλιτών πήρε πίσω τον θρόνο του το 498 και ξεκίνησε την δεύτερη βασιλεία του, η οποία και υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική.
Στα εσωτερικά ζητήματα του βασιλείου του, ο Καβάδ κατάφερε να περιορίσει δραστικά την δύναμη των ευγενών, καθώς με αρκετές νομοθεσίες κατοχύρωσε την δύναμη των μικρότερων γαιοκτημόνων. Παράλληλα ο στρατός απέκτησε νέες, αρκετά δυνατές μονάδες με την μορφή μισθοφορικού ιππικού, το οποίο και προερχόταν είτε από Πέρσες είτε από γειτονικούς λαούς. Σε αντίθεση με τον πατέρα του, Περόζ, ο Καβάδ αποφάσισε να προσεταιριστεί τους Εφθαλίτες, ώστε με την συνδρομή των δυνάμεών τους να κερδίσει τους υπόλοιπους αντιπάλους του. Ο στρατός των Σασσανιδών κινήθηκε το 502 εναντίον των Βυζαντινών, οι οποίοι κατέλαβαν για σύντομο χρονικό διάστημα την Θεοδοσιούπολη, ενώ το επόμενο έτος ο Καβάδ κατέλαβε τα οχυρά της Μαρτυρόπολης και της Αμίδας το 503. Στο σημείο εκείνο σταμάτησαν προσωρινά οι εχθροπραξίες των δύο βασιλείων, καθώς ο Καβάδ αντιμετώπισε απειλές στα ανατολικά, ενώ με βάση αρχαιολογικά στοιχεία (νομίσματα) που έχουν βρεθεί στην κεντρική Ασία, είναι πιθανό πως οι Σασσανίδες ως το 513 είχαν ανακαταλάβει σημαντικά τμήματά της. Μετά από αρκετά χρόνια ειρήνης στην Μεσοποταμία, ξεκίνησε νέος πόλεμος μεταξύ Περσών και Βυζαντινών ο οποίος τελείωσε με μια επιβλητική νίκη των τελευταίων στην μάχη του Δάρας (530). Το επόμενο έτος ο Καβάδ έφυγε από την ζωή, μετά από μια σπουδαία βασιλεία, και παρέδωσε τον θρόνο στον γιό του Χοσρόη.
Ο Χοσρόης, ο οποίος ονομάστηκε «Ανουρσιβάν» (αθάνατη ψυχή), αρχικά σύναψε μια συνθήκη ειρήνης με τους Βυζαντινούς το 532, η οποία έγινε γνωστή ως «Απέραντος Ειρήνη», με την οποία εξασφάλιζε την παροχή σημαντικών αποζημιώσεων από τους Βυζαντινούς ετησίως, και επιδόθηκε αρχικά στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, στο πνεύμα του πατέρα του. Ο Χοσρόης μείωσε ακόμα περισσότερο την δύναμη των ευγενών, προς όφελος και του ιδίου αλλά και των μικρότερων γαιοκτημόνων, ενώ ενέταξε όλο το στράτευμα στην κεντρική διοίκηση. Αξίζει να σημειωθεί πως ως τότε μεγάλα τμήματα του στρατεύματος εντασσόνταν σε τοπικούς άρχοντες και όχι στον Βασιλιά, γεγονός το οποίο δυσκόλευε την κινητοποίηση όλου του στρατού για την αντιμετώπιση κάποιου εξωτερικού εχθρού. Παράλληλα αναδιοργάνωσε το ιππικό, και όρισε συγκεκριμένο εξοπλισμό τον οποίο έπρεπε να φέρει κάθε ιππέας, αναβαθμίζοντας έτσι αισθητά την ποιότητα του στρατεύματός του για τις ερχόμενες μάχες.
Οι μάχες αυτές δεν άργησαν να έρθουν, καθώς ο Χοσρόης εκμεταλλεύθηκε το γεγονός πως οι Βυζαντινοί με Αυτοκράτορα τον Ιουστινιανό τότε προσπαθούσαν να ανακαταλάβουν την Ιταλία. Συγκεκριμένα, τον Μάιο του 540 εισέβαλλε στην Μεσοποταμία, φτάνοντας μέχρι και την Αντιόχεια την οποία λεηλάτησε. Μάλιστα, σε μια κίνηση με συμβολισμό για τους Πέρσες, ο Χοσρόης έκανε μπάνιο στην Μεσόγειο, γινόμενος ο πρώτος Πέρσης Βασιλιάς μετά από πολλούς αιώνες που αποκτούσε πρόσβαση στην θάλασσα αυτή. Αφού απέσπασε σημαντικά χρήματα και λάφυρα από τις πόλεις της βυζαντινής ακτογραμμής επέστρεψε στην Περσία. Τον επόμενο χρόνο το ενδιαφέρον στράφηκε στην Αρμενία, όπου ο Χοσρόης πέτυχε να νικήσει τις δυνάμεις των Βυζαντινών, ωστόσο η αδυναμία του να καταλάβει την Έδεσσα της Μεσοποταμίας, τον οδήγησε τελικά να συμφωνήσει σε πενταετή ειρήνη με τους Βυζαντινούς το 545. Η συνθήκη έσπασε το 548, λόγω μιας εξέγερσης κατά των Βυζαντινών στην Λαζική (σημερινή Γεωργία), η οποία είχε ως αποτέλεσμα να ξεκινήσουν εκ νέου επιχειρήσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων στον Καύκασο. Οι συγκρούσεις αυτές σταμάτησαν όταν ο Βυζαντινός στρατηγός Μαρτίνος κατατρόπωσε μια τεράστια περσική στρατιά το 556, επιτυχία η οποία οδήγησε σε νέα συνθήκη ειρήνης, αυτή την φορά πεντηκονταετή. Με την συνθήκη αυτή προβλεπόταν πως οι Πέρσες θα σταματούσαν την οποιαδήποτε διεκδίκηση στην περιοχή της Λαζικής με αντάλλαγμα ετήσια χρηματική αποζημίωση από την πλευρά των Βυζαντινών, ενώ οι 13 όροι της συνθήκης αυτής διασώζονται.
Η συνθήκη αυτή άντεξε περισσότερο από την προηγούμενη, καθώς ο Χοσρόης επιθυμούσε να επικεντρωθεί περισσότερο στο ανατολικό μέτωπο, στο οποίο οι Εφθαλίτες είχαν διατηρήσει την δυναμική τους και είχαν πλέον παγιωθεί ως σημαντική δύναμη στην Κεντρική Ασία. Ο Χοσρόης, καθώς κατανοούσε την δυσκολία στο να κερδίσει μόνος του τους Εφθαλίτες, αναζήτησε συμμάχους πριν εξαπολύσει επίθεση ενάντια στο ουννικό φύλο. Εκείνη την εποχή τα τουρκικά φύλα είχαν αρχίσει να μετακινούνται προς την Κεντρική Ασία από την γενέτειρά τους (Δυτική Κίνα), γεγονός το οποίο κατέστησε τους ηγέτες τους αντιπάλους των Εφθαλιτών. Ο Χοσρόης ήρθε σε επαφή με τους ηγέτες αυτούς, και εξαπέλυσαν ταυτόχρονα επίθεση ενάντια στους Εφθαλίτες. Οι τελευταίοι ηττήθηκαν στην μάχη της Μπουχάρα το 560 και έκτοτε έσπασαν σε αρκετά μικρότερα κρατίδια. Οι Τούρκοι προσεταιρίστηκαν όμως τα απομεινάρια των Εφθαλιτών, και αφού συγκρότησαν ένα κράτος ανατολικά του Ώξου ποταμού, αποτέλεσαν πλέον εκείνοι την απειλή ενάντια στους Σασσανίδες στην Κεντρική Ασία.
Το 572 τελικά επαναλήφθηκε η σύγκρουση μεταξύ των Σασσανιδών και των Βυζαντινών, καθώς οι πρώτοι χτίσανε έναν ναό της θρησκείας τους στην χριστιανική Αρμενία, με αποτέλεσμα οι Αρμένιοι να ξεσηκωθούν ενάντια στον εκεί Πέρση κυβερνήτη. Η σύρραξη γενικεύτηκε καθώς ο Χοσρόης έστειλε ένα στράτευμά του να εισβάλλει στην Συρία, το οποίο και λεηλάτησε πληθώρα πόλεων, συμπεριλαμβανομένης της Απάμειας. Όταν ο Ιουστίνος έμαθε την περσική προέλαση και τις καταστροφές που υπέστη το στράτευμά του, παραιτήθηκε. Τον διαδέχθηκε ο Τιβέριος, ο οποίος σταθεροποίησε το μέτωπο, ενώ ο διάδοχος αυτού, Μαυρίκιος, ανέστρεψε την κατάσταση προς όφελος των Βυζαντινών. Οι δύο πλευρές μπήκαν σε διαπραγματεύσεις το 578, οι οποίες διακόπηκαν από τον θάνατο του Χοσρόη το επόμενο έτος.
Ο Χοσρόης ολοκλήρωσε την βασιλεία του μετά από πάνω από σαράντα χρόνια αρχής του, αφήνοντας μια πλούσια κληρονομιά τόσο στρατιωτική όσο και διοικητική. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός πως οι ισλαμικές πηγές, αν και αρκετά μεταγενέστερές του, μνημονεύουν τις ημέρες και τα έργα του, ενώ οι περισσότεροι ιστορικοί τον θεωρούν ισάξιο, αν όχι σπουδαιότερο, του σύγχρονου του Ρωμαίου Αυτοκράτορα, Ιουστινιανού. Τραγικοί χειρισμοί από τους διαδόχους του ωστόσο έφεραν το τέλος του βασιλείου των Σασσανιδών, όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Durant, W. (1950), Η παγκόσμια ιστορία του πολιτισμού – Τόμος Δ’: Ο Αιών της Πίστεως, Νέα Υόρκη: Εκδόσεις Simon & Chuster.
- Sasanian dynasty, britannica.com, διαθέσιμο εδώ