Του Νίκου Λυκομήτρου,
Ο πόλεμος ανεξαρτησίας του Μπανγκλαντές ξεκίνησε στις 26 Μαρτίου 1971. Το Μπανγκλαντές, έως τότε ήταν μέρος του Πακιστάν, και τότε ήταν γνωστό ως ανατολικό Πακιστάν, καθώς στην περιοχή ζουν κυρίως μουσουλμάνοι κάτοικοι, όπως προήλθε από τα σύνορα της κατάτμησης της Ινδίας το 1947 σε ινδουιστικό και μουσουλμανικό κράτος.
Η Βεγγάλη είναι σημαντική γεωγραφική περιοχή στην νότια Ασία. Ήταν σχετικά ανεπτυγμένη οικονομικά μέχρι τον 18ο αιώνα όταν και ακολούθησε πορεία φτωχοποίησης λόγω της βρετανικής αποικιοκρατίας. Το 1905 η περιοχή κόπηκε σε ινδουιστικό δυτικό μέρος και μουσουλμανικό ανατολικό μέρος, καθώς μετά τον 13ο αιώνα μουσουλμάνοι ιεραπόστολοι και μετέπειτα κράτη όπως το Σουλτανάτο της Βεγγάλης και η αυτοκρατορία των Μουγκάλ προχώρησαν σε σταδιακό εξισλαμισμό της περιοχής, κυρίως του σημερινού Μπανγκλαντές. Στον 20ό αιώνα οι εξάρσεις βίας και οι εντάσεις μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Ινδία αυξάνονταν και το 1946 η διάσπαση έτεινε αναπόφευκτη. Έτσι, μουσουλμάνοι και ινδουιστές πολιτικοί (Σουχραουάρντι, Μποσού) προσπάθησαν χωρίς επιτυχία να επιδιώξουν την ίδρυση ενωμένου, διαθρησκευτικού βεγγαλικού κράτους.
Το 1947 το Πακιστάν ιδρύθηκε, και τότε περιλάμβανε και το Μπανγκλαντές. Όμως η συνύπαρξη δεν ήταν καθόλου εύκολη για λόγους διαφορετικής γλώσσας, πολιτισμού, νοοτροπίας και παραμέλησης από το δυτικό Πακιστάν καθώς στα επόμενα 24 χρόνια η κυβέρνηση του Δυτικού Πακιστάν συνειδητά περιθωριοποιούσε την ανατολική Βεγγάλη από την κυβέρνηση αν και μόνη της είχε πάνω από τους μίσους κατοίκους της χώρας. Το 1952 η Ανατολική Βεγγάλη εξεγέρθηκε λόγω της προσπάθειας επιβολής της γλώσσας ούρντου αντί της βεγγαλικής. Το γλωσσικό κίνημα του 1952 αποτελεί κεντρικό μέρος της εθνικής ταυτότητας στο Μπανγκλαντές. Τα επόμενα χρόνια η αποξένωση από τις αρχές του Δυτικού Πακιστάν που εκμεταλλευόταν τη περιοχή αυξήθηκε. Το 1966 ο Σεΐχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν, εθνοπατέρας του κράτους σήμερα, προώθησε την πλατφόρμα των έξι σημείων για την ίδρυση ομοσπονδιακή δημοκρατίας. Το 1970 ο κυκλώνας του νησιού Μπόλα και η εκλογή του κόμματος Αουάμι του Ραχμάν στη κυβέρνηση, όπως και το γεγονός ότι η στρατιωτική χούντα της χώρας αρνούνταν οποιαδήποτε μετάβαση της εξουσίας στο νόμιμο νικητή, στις 7 Μαρτίου ο Ραχμάν ενώπιον 2 εκατομμυρίων ανθρώπων στην Ντάκα ανακοίνωσε τη πρόθεση ανεξαρτητοποίησης της χώρας.
Στις 26 Μαρτίου ο πακιστανικός στρατός ξεκίνησε επιχειρήσεις εναντίον των Βεγγαλέζων μαχητών της ανεξαρτησίας και άλλων κοινοτήτων που θεωρούνταν επικίνδυνες για το Πακιστάν οπως η μειονότητα των Ινδουιστών. Τότε ξεκίνησε ένας μαζικός ανταρτοπόλεμος ό τους Βεγγαλέζους. Ηδη στις αρχές του Απριλίου οι Βεγγαλέζοι επαναστάτες ήλεγχαν σχεδόν ολόκληρο το σημερινό Μπανγκλαντές εκτός της Ντάκας. Σιγά σιγά το Πακιστάν ανακατέλαβε ένα μεγάλο μέρος των περιοχών που κατέλαβαν οι επαναστάτες κατά την εποχή των μουσώνων, αλλά μέσω της εκτεταμένης επιχείρησης δολιοφθορών (επιχείρηση Τζάκποτ) και αεροπορικών βομβαρδισμών από την εκκολάπτουσα πολεμική αεροπορία του Μπανγκλαντές οι επαναστάτες κατάφεραν να ξαναπάρουν τον έλεγχο αρκετών περιοχών, και η στρατηγική τους ήταν να διατηρήσουν τον έλεγχο των περιοχών τους όσο το δυνατόν περισσότερο και να προξενήσουν τη μεγαλύτερη δυνατή ζημιά στον εχθρό. Το Πακιστάν έριξε βόμβες από αέρος, μετέφερε τεθωρακισμένα και ναπάλμ, ενώ οι ντόπιες ομάδες δωσιλόγων (ραζακάρς) προκαλούσαν τρόμο στην περιοχή. Οι βιασμοί και οι δολοφονίες ήταν καθημερινό φαινόμενο και τα εγκλήματα του Πακιστανικού στρατού είχαν φτάσει διαστάσεις γενοκτονίας.
Ο πακιστανικός στρατός συχνά ενθάρρυνε τέτοιες πράξεις. Πράξεις βίας εναντίον μουσουλμάνων μεταναστών από την Ινδία και το Πακιστάν στην Ανατολική Βεγγάλη έγιναν και από Βεγγαλέζους εθνικιστές. 300 χιλιάδες με 3 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν την ζωή τους και 30 εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να φύγουν για την Ινδία. Οι ινδουιστές κάτοικοι επηρεάστηκαν δυσανάλογα από αυτές τις ωμότητες. Στις 3 Δεκεμβρίου η Ινδία εισέβαλε στην χώρα για να βοηθήσει τους επαναστάτες, αλλά και για τακτικούς λόγους, στο Ανατολικό Πακιστάν καθώς εστάλη αίτημα για βοήθεια από την επαναστατική κυβέρνηση του (μελλοντικού) Μπανγκλαντές αλλά και γιατί οι πάνω από 10 εκατομμύρια πρόσφυγες από την Ανατολική Βεγγάλη αποτελούσαν οικονομικό βραχνά για την Ινδία. Ήδη οι πάντα τεταμένες σχέσεις της Ινδίας και του Πακιστάν, είχαν ως σημείο έντασης και το θέμα της αυτονομίας των Βεγγαλέζων, αφού σήμερα ζουν περίπου 100 εκατομμύρια Βεγγαλέζοι και στην Ινδία. Η Ινδία κατάφερε να νικήσει τον πόλεμο χάρη στις πολεμικές της ικανότητες, την στρατηγική της, τον πολεμικό της σχεδιασμό και την στήριξη των Βεγγαλέζων επαναστατών. Η Ινδία έλαβε οικονομική και στρατιωτική στήριξη από τον κύριο σύμμαχο της, την Σοβιετική Ένωση και είχε επιτυχημένο συντονισμό των δράσεων της με τους Βεγγαλέζους.
Η στρατηγική της Ινδίας είχε στόχο την προστασία των συμφερόντων της, την ανεξαρτησία του Μπανγκλαντές και την πρόκληση πλήγματος στο Πακιστάν, αφού άλλωστε, το Μπανγκλαντές τότε είχε περίπου 70 εκατομμύρια κατοίκους και παρήγαγε σημαντικό μέρος της τοπικής οικονομίας του Πακιστάν. Στις 14 Δεκεμβρίου 1971 το Πακιστάν εκτέλεσε διανοουμένους της κοινωνίας της Ανατολικής Βεγγάλης για να μειώσει το ηθικό των Βεγγαλέζων, και δύο μέρες αργότερα, στις 16 Δεκεμβρίου, ο στρατηγός Αμίρ Νιαζί υπέγραψε την παράδοση της χώρας του στον ινδό στρατηγό Ραντζίτ Σινγκ Αρόρα, αφού η πλάστιγγα είχε γείρει υπέρ των Βεγγαλέζων και των Ινδών εδώ και μέρες. Έτσι, το Μπανγκλαντές έγινε πραγματικότητα, αλλά το τίμημα σε ανθρώπινες ζωές ήταν μεγάλο.
Το επόμενο έτος χαρακτηρίστηκε από τις προσπάθειες να επιδιορθωθούν οι σχέσεις των τριών χωρών. Η Ινδία αντιμετώπισε καλά τους 93 χιλιάδες πακιστανούς αιχμαλώτους και τους απελευθέρωσε εντός πέντε μηνών, επέστρεψε 13 χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα αμφισβητούμενου εδάφους στο Πακιστάν σαν ένδειξη καλής θέλησης και διατήρησης της ειρήνης και υπέγραψε την συνθήκη της Σίμλας για την επιστροφή των Πακιστανών αιχμαλώτων και την αναγνώριση από το Πακιστάν του ανεξάρτητου Μπανγκλαντές. Οι ΗΠΑ και η Κίνα, υποστήριξαν το Πακιστάν εκείνη τη περίοδο λόγω αντιπαλοτήτων τους με την Ινδία. Στο Πακιστάν σύσσωμη η κοινωνία υπέστη απογοήτευση και ο Νιαζί χαρακτηρίστηκε ως προδότης. Ο δικτάτορας Γιαχιά Χαν έπεσε από την εξουσία υπέρ του Μπούτο.
Γενικότερα, από τότε, οι σχέσεις του Μπανγκλαντές με την Ινδία και το Πακιστάν είναι καλές σήμερα, παρά τις κατά καιρούς εντάσεις. Αρκετοί από τους συνεργάτες των πακιστανικών αρχών στο Μπανγκλαντές δικάστηκαν τις επόμενες δεκαετίες, μάλιστα κάποιοι καταδικάστηκαν σε θάνατο ακόμη και την προηγούμενη δεκαετία. Σήμερα οι δύο χώρες έχουν ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους, με το επίπεδο παιδείας, υγείας και οικονομίας του Μπανγκλαντές να είναι σημαντικά καλύτερο από αυτό του Πακιστάν, ενώ και το προσδόκιμο ζωής της χώρας είναι περίπου 7 χρόνια ανώτερο του Πακιστάν. Το Μπανγκλαντές σήμερα είναι μια από τις αναδυόμενες δυνάμεις, όπως και το Πακιστάν, με την πολιτική σταθερότητα του πρώτου και τον έλεγχο του στρατού από την κυβέρνηση (κάτι που δεν ισχύει στο Πακιστάν) να αποτελούν μερικούς από τους λόγους που το Μπανγκλαντές βρίσκεται σε καλύτερη κοινωνικοοικονομικά θέση από το Πακιστάν.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- The Pakistani period, 1947–71, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ
- Remembering the war of 1971 in East Pakistan, aljazeera.com, Διαθέσιμο εδώ
- The Bangladesh Liberation War, origins.osu.edu, Διαθέσιμο εδώ