Της Μαρίας Καρέτσου,
Οι υπερκοιλιακές ταχυκαρδίες αφορούν έναν τύπο αρρυθμιών που προκαλούνται από βλάβη των ηλεκτρικών δομών που ρυθμίζουν τον καρδιακό ρυθμό, αναφερόμενοι κυρίως στον φλεβόκομβο, μία κεντρική δομή καίριας σημασίας για το ερεθισματαγωγό σύστημα της καρδιάς, που ως κεντρικό ρόλο έχει την καθαυτή βηματοδότηση. Κατά τη διάρκεια εμφάνισης των επεισοδίων, τα οποία διαρκούν από μερικά δευτερόλεπτα έως και ώρες, η καρδιά πάλλεται με φυσιολογικό ρυθμό, αλλά ταχύτερα από το συνηθισμένο. Ένας τύπος υπερκοιλιακής ταχυκαρδίας αποτελεί και ο κολπικός πτερυγισμός.
Τι είναι, όμως, ο κολπικός πτερυγισμός (Atrial flutter ή AFL);
Στον κολπικό πτερυγισμό παράγεται κολπικός ρυθμός, συνήθως πολύ πιο γρήγορος από τον ρυθμό που συστέλλονται οι κοιλίες. Οι κόλποι συστέλλονται με μία συχνότητα 240 έως 400 σφίξεις το λεπτό. Ο κολποκοιλιακός κόμβος εμποδίζει την κάθοδο όλων των κολπικών ερεθισμάτων, δηλαδή την 1 προς 1 αγωγή, κάτι που θα έκανε την καρδιά να χτυπά με μια ανεξέλεγκτα μεγάλη συχνότητα. Συνήθως, ο κολποκοιλιακός κόμβος επιτρέπει τη διέλευση των μισών κολπικών ερεθισμάτων (2 προς 1 αγωγή) ή του 1/4 των ερεθισμάτων (4 προς 1 αγωγή). Έτσι, εάν η κολπική συχνότητα είναι για παράδειγμα 260 σφίξεις το λεπτό, η κοιλιακή συχνότητα θα είναι 130 και 65 σφίξεις το λεπτό, αντιστοίχως.
Ο κολπικός πτερυγισμός διακρίνεται στον τυπικό, που αφορά ένα κύκλωμα επανεισόδου στο δεξιό κόλπο που διέρχεται από την περιοχή μεταξύ της κάτω κοίλης φλέβας και της τριγλώχινας, και στον άτυπο, που αφορά κάθε κολπική ταχυκαρδία της οποίας το κύκλωμα μάκρο-επανεισόδου βρίσκεται σε άλλες περιοχές.
Παράγοντες κινδύνου
Αν και δεν αποκλείεται η περίπτωση ο κολπικός πτερυγισμός να εμφανιστεί ως πρωτοπαθής νόσος σε άτομα με φυσιολογική λειτουργία της καρδιάς, τις περισσότερες φορές είναι αποτέλεσμα κάποιας καρδιακής ή άλλης παθολογικής κατάστασης. Εκ των συνηθέστερων αιτιών είναι τα κάτωθι:
⦁ προηγούμενη χειρουργική επέμβαση καρδιάς
⦁ καρδιακή ανεπάρκεια
⦁ στεφανιαία νόσος
⦁ συγγενής καρδιοπάθεια
⦁ αρτηριακή υπέρταση
⦁ βαλβιδοπάθεια
⦁ δεξιά καρδιακή ανεπάρκεια
⦁ πνευμονική υπέρταση
⦁ χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια
⦁ο κολπικός πτερυγισμός μπορεί να συνυπάρχει σε ένα 20 με 30% των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή
Κλινική εικόνα ασθενούς
Κατά την κλινική εξέταση ο ασθενής μπορεί να είναι ασυμπτωματικός ή να εμφανίζει αίσθημα παλμών, ζάλη, υπόταση, σπάνια λιποθυμική προσβολή και πολύ σπάνια εμβολικά επεισόδια. Οι ασθενείς με ταχεία καρδιακή συχνότητα και συμπτώματα πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπίζονται άμεσα.
Επιπλοκές της νόσου
Εάν κάποιος παρουσιάζει κολπικό πτερυγισμό για αρκετό καιρό, έχει αυξημένο κίνδυνο να υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο σε σχέση με άτομα που δεν εμφανίζουν αυτού του τύπου την ταχυκαρδία. Ο κίνδυνος αυτός προκαλείται επειδή ροή του αίματος στους κόλπους είναι μειωμένη, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα δημιουργίας θρόμβων. Μια άλλη πιθανή επιπλοκή είναι η εμφάνιση μυοκαρδιοπάθειας (ταχυμυοπάθειας) και καρδιακής ανεπάρκειας. Αυτό συμβαίνει όταν η καρδιά συστέλλεται σε υψηλές συχνότητες για μεγάλο χρονικό διάστημα, οπότε εξασθενεί η ικανότητά της να συστέλλεται και να εξωθεί αίμα. Οι επιπλοκές αυτές μπορούν να αποφευχθούν με τη λήψη αντιπηκτικών, καθώς και φαρμάκων που επιβραδύνουν τη συχνότητα της καρδιάς.
Διαγνωστικός έλεγχος
Η διάγνωση του AFL γίνεται εύκολα από το ηλεκτροκαρδιογράφημα, καθώς εμφανίζονται παθολογικά ευρήματα κυμάτων στις κατώτερες απαγωγές που μοιάζουν με δόντια πριονιού (tooth waves). Σε περιπτώσεις, όμως, όπου η αρρυθμία δεν είναι συνεχής, τοποθετείται holter ρυθμού. Από το ΗΚΓ επίσης, μπορεί να εξακριβωθεί εάν πρόκειται για τυπικό ή για άτυπο κολπικό πτερυγισμό. Η διάκριση αυτή είναι πολύ σημαντική, ειδικά εάν σχεδιάζεται επεμβατική θεραπεία με κατάλυση, καθώς τόσο η διαδικασία όσο και η μετέπειτα πρόγνωση είναι διαφορετικές στις δύο περιπτώσεις.
Διαφορική διάγνωση
Καθώς πρόκειται για υπερκοιλιακή ταχυκαρδία, είναι λογικό να παρουσιάζει παρόμοια συμπτωματολογία με άλλες παθήσεις της ίδιας κατηγορίας οδηγώντας με αυτό τον τρόπο τους ειδικούς σε διαφοροδιάγνωση. Όταν πρόκειται για τον κολπικό πτερυγισμό, προκειμένου οι ειδικοί να είναι σίγουροι για τη διάγνωση, θα πρέπει νωρίτερα να έχουν αποκλείσει την κολπική μαρμαρυγή, την κολπική και παροξυσμική ταχυκαρδία, καθώς και την ταχυκαρδία ευρέως συμπλέγματος, κάτι που βάσει κλινικής εμπειρίας είναι αποτέλεσμα της κλινικής εικόνας και του ηλεκτροκαρδιογραφήματος.
Αντιμετώπιση AFL
Για την αντιμετώπιση του κολπικού πτερυγισμού, δεν τηρείται κάποιο συγκεκριμένο σχεδιάγραμμα, καθώς εξαρτάται κάθε φορά από το ιστορικό του ασθενή, την αιμοδυναμική του κατάσταση και τον τύπο του πτερυγισμού. Για την οξεία αντιμετώπιση της σε πρώτη φάση, σε αιμοδυναμικά σταθερούς ασθενείς, ο ρυθμός ελέγχεται φαρμακευτικά χορηγώντας αντιαρρυθμικά (αμιωδαρόνη, προπαφαινόνη κ.λπ.), ενώ σε ασταθείς ασθενείς, ο έλεγχος του ρυθμού επιτυγχάνεται με ηλεκτρική καρδιοανάταξη χαμηλής ενέργειας ρεύματος. Αν η ανάταξη προκαλέσει κολπική μαρμαρυγή, τότε αυξάνεται η ένταση του ρεύματος και γίνεται ξανά ηλεκτρική ανάταξη. Όταν τα αποτελέσματα δεν είναι ικανοποιητικά, τοποθετείται βηματοδότης, εάν και εφόσον αυτό είναι εφικτό, διαφορετικά ο πτερυγισμός καταλύεται μερικές φορές ακόμη και χειρουργικά. Σε κάθε περίπτωση, όμως, για την πρόληψη εμφάνισης επιπλοκών, χορηγούνται, μεταξύ άλλων, αντιπηκτικά και β-αναστολείς.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Atrial flutter, typical and atypical: a review, Arrhythmia & electrophysiology review, Radcliffe Cardiology. Διαθέσιμο εδώ .
- Atrial flutter: RF, differential diagnosis, management strategies, European Society of Cardiology. Διαθέσιμο εδώ