Της Χριστίνας Τέλλη,
Το κάταγμα του μετωπιαίου κόλπου συνιστά μία από τις λιγότερο συχνές κακώσεις που μπορεί να συναντήσει κανείς στην καθημερινή κλινική πράξη, δεν παύει να παρατηρείται, ωστόσο, στο 5 με 10% των κρανιογναθοπροσωπικών τραυμάτων. Δεδομένης της δύναμης που απαιτείται για να «σπάσει» το πρόσθιο τοίχωμα του μετωπιαίου κόλπου, οι ασθενείς παρουσιάζονται με πολλαπλές συνοδές κακώσεις και απαιτούν άμεση ιατρική αντιμετώπιση – τις περισσότερες φορές ο ασθενής μπορεί να είναι πολυτραυματίας. Στο σημερινό μου άρθρο θα αναφέρω αρκετές βασικές πληροφορίες σχετικά με το ιδιαίτερο κάταγμα αυτό, μιας και λόγω της σπανιότητάς του πολλοί από εμάς μπορεί να μην έχουμε μία πλήρη εικόνα διαχείρισης ενός τέτοιου περιστατικού.
Είναι συνετό να αναφέρω κάποια βασικά στοιχεία περί μετωπιαίου κόλπου και πάνω από όλα να απαντήσω την ερώτηση πολλών αναγνωστών εκτός Ιατρικής «τί είναι ο μετωπιαίος κόλπος;». Εδώ ας διορθώσω τον εαυτό μου και να πω ότι, αρχικά, δεν είναι ένας μετωπιαίος κόλπος, αλλά δύο, οι οποίοι εντοπίζονται ως κοιλότητες στο σπλαχνικό μας κρανίο, συγκεκριμένα στο μέτωπό μας. Βέβαια, ως συνήθως στην Ιατρική τίποτα δεν είναι απόλυτο – οι μετωπιαίοι κόλποι έχουν ιδιαίτερη μεταβλητότητα όσον αφορά το σχήμα τους και υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να είναι μονόπλευρης εντόπισης ή να απουσιάζουν τελείως. Αυτό, όμως, που μας ενδιαφέρει άμεσα να καταλάβουμε είναι ότι ανατομικά έχουν ένα πρόσθιο τοίχωμα, το οποίο είναι σημαντικά πιο παχύ από το αντίστοιχο οπίσθιο και λειτουργεί ως μαξιλάρι προστασίας του εγκεφάλου μας από πιθανούς τραυματισμούς. Μάλιστα, το πρόσθιο τοίχωμα μπορεί να αντέξει ισχύ 800 με 2.000 μονάδες. Αυτό και μόνο είναι αρκετό για να μας προϊδεάσει σχετικά με το είδος των δυνάμεων που πρέπει να ασκηθούν στο πρόσωπο του ασθενούς, ώστε να προκληθεί κάταγμα σε αυτήν την περιοχή. Είναι σχεδόν δεδομένο ότι, εάν υπάρξει κάταγμα στο πρόσθιο τοίχωμα, το οπίσθιο τοίχωμα θα σπάσει και αυτό, ενώ ο ασθενής θα παρουσιαστεί με πολλές συνοδές προσωπικές κακώσεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Ο πιο κοινός μηχανισμός πρόκλησης ενός κατάγματος μετωπιαίου κόλπου είναι τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα, τα οποία εκτιμώνται στο 60-70% των περιπτώσεων συνολικά. Επόμενος πιο συχνός μηχανισμός συνιστά η επίθεση με αμβλύ όργανο, ενώ άλλες πιθανές αιτίες είναι τα βιομηχανικά ατυχήματα, ατυχήματα κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων και ο τραυματισμός από βλήμα πυροβόλου όπλου. Από άποψη κλινικής εικόνας, όπως είναι δεδομένο από την ισχύ της δύναμης που έχει εφαρμοστεί, το 75% των ασθενών χάνουν τη συνείδησή τους τη στιγμή του τραυματισμού και οι μισοί μόνο από αυτούς θα ανακτήσουν τις αισθήσεις τους εντός 4 ωρών. Σχεδόν όλοι οι ασθενείς θα έχουν θλαστικά τραύματα στη μετωπιαία χώρα, ενώ σε κάποιους μπορεί να παρατηρήσουμε και άλλα σημεία στην κλινική εξέταση, όπως ψηλαφητή εισολκή, κριγμός, διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού (ΕΝΥ), οφθαλμολογικές διαταραχές κτλ. Όπως προανέφερα, το 95% των ασθενών θα έχουν συνοδές κακώσεις στο πρόσωπο, η πλειονότητα των οποίων βρίσκεται στα οστά των υπόλοιπων παραρρίνιων κόλπων και στους οφθαλμικούς κόγχους. Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονίσω ότι το gold standard για τη διάγνωση του μετωπιαίου κατάγματος είναι η αξονική τομογραφία, η οποία θα αποκαλύψει και όλα τα υπόλοιπα συνοδά κατάγματα που έχει πιθανώς υποστεί ο ασθενής, δίνοντας στον θεράποντα ιατρό μία συνολική εικόνα του περιστατικού, για να προβεί σε σωστό θεραπευτικό και χειρουργικό πλάνο.
Υπάρχει μεγάλη συζήτηση για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των καταγμάτων του μετωπιαίου κόλπου στην ιατρική κοινότητα, με πολυάριθμους αλγόριθμους να έχουν περιγραφεί, χωρίς, όμως, κάποιος από αυτούς να έχει υιοθετηθεί καθολικά. Ωστόσο, όλες οι μέθοδοι που περιγράφονται έχουν κοινό, καθιερωμένο στόχο τη διόρθωση της αισθητικής παραμόρφωσης, την αποκατάσταση ενός λειτουργικού μετωπιαίου κόλπου και την πρόληψη πρώιμων και όψιμων επιπλοκών. Κάποιες από τις χειρουργικές τεχνικές που μπορεί να επιλέξει ο χειρουργός κεφαλής τραχήλου είναι ο οστεοπλαστικός κρημνός, η διαδικασία ενσωμάτωσης του κόλπου με την ενδοκρανιακή κοιλότητα (cranialization), η ενδοσκοπική αποκατάσταση, η χρήση μοσχευμάτων κτλ.
Αυτό, όμως, με το οποίο θα ήθελα να κλείσω το άρθρο μου και αξίζει να γνωρίζουμε, είναι οι επιπλοκές ενός κατάγματος του μετωπιαίου κόλπου, που έτυχε να αναφέρω λίγο πιο πάνω ως ένα από τα σημεία στα οποία πρέπει να στοχεύσει η θεραπεία μας. Γενικά, υπάρχουν αρκετές επιπλοκές, οι πιο σημαντικές εκ των οποίων είναι οι βλεννογονοκήλες, το σοβαρό εμμένον άλγος και ενδοκράνιες επιπλοκές (μηνιγγίτιδα, ενδοκρανιακή υπέρταση, εγκεφαλικό απόστημα κ.τλ.). Άλλες επιπλοκές ελάσσονος σημασίας είναι λοιμώξεις τραυμάτων, διαφυγή ΕΝΥ, αιμωδίες άνωθεν της μετωπιαίας χώρας και ήπια δυσφορία. Κλείνοντας, οι επιπλοκές αυτές καθιστούν την αντιμετώπιση των καταγμάτων πρόκληση για τον χειρουργό, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ευτυχώς πλέον υπάρχουν δεδομένα που υποστηρίζουν τη συντηρητική αντιμετώπιση επιλεγμένων καταγμάτων μετωπιαίου κόλπου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Frontal Sinus Fractures, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Anil K. Lalwani, Σύγχρονη Ωτορινολαρυγγολογία – Χειρουργική Κεφαλής και Τραχήλου Διάγνωση & Θεραπεία, Broken Hill Publishers, 2018