Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,
Μετά από 5 σχεδόν χρόνια, από τη στιγμή που τα ηνία του ελληνικού κράτους ανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να καταγραφεί μία μικρή –προς το παρόν– πτωτική πορεία του κόμματος, τουλάχιστον με βάση τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Σε αυτήν έχουν, αναμφίβολα, συντελέσει αφενός τα «μόνιμα» προβλήματα, αφετέρου αυτά που αναδύονται λόγω των εξελίξεων και τα οποία αμφότερα οδηγούν στην κρίση εμπιστοσύνης προς τους κυβερνώντες.
Οι κινητοποιήσεις των αγροτών, το ανοιχτό ζήτημα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν και το μείζον πρόβλημα της ακρίβειας ήταν ορισμένες από τις πτυχές της διακυβέρνησης της Ν.Δ. που προκαλούσαν προβληματισμούς στους πολίτες. Τις τελευταίες μέρες, σε αυτά ήρθαν να προστεθούν η στάση του Πρωθυπουργού και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της «γαλάζιας» παράταξης αναφορικά με το δυστύχημα των Τεμπών, αλλά και η αναταραχή εξαιτίας των προσωπικών email των ψηφοφόρων που ζουν στο εξωτερικό εν όψει της επικείμενης αναμέτρησης των Ευρωεκλογών, που θα διεξαχθούν στις 9 Ιουνίου.
Τόσο κατά την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης όσο και κατά τους πρώτους μήνες της δεύτερης θητείας του Μητσοτάκη, η κυβερνώσα παράταξη ξεπερνούσε οποιαδήποτε κρίση προέκυπτε, παρουσιάζοντας ελάχιστες απώλειες. Αυτήν τη στιγμή, όμως, έχει να αντιμετωπίσει αφενός μια απώλεια δυνάμεων και αφετέρου τη διαμαρτυρία των πολιτών, η οποία για πρώτη φορά έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις. Παρά το γεγονός ότι συχνά κάνουμε λόγο για «χαλαρή» ψήφο στην εν λόγω εκλογική διαδικασία, η οποία θα μπορούσε να ανατρέψει την κυριαρχία κάποιου κόμματος, εφόσον η διαφορά με το δεύτερο ήταν μικρή, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα, καθώς δεν υπάρχει αντίπαλος –κόμμα ή πολιτικός αρχηγός– που θα μπορούσε να κερδίσει τον Μητσοτάκη.
Αυτό ακριβώς είναι και το μεγάλο πρόβλημα των κομμάτων της Αντιπολίτευσης. Όσα λάθη κι αν κάνει η Κυβέρνηση ή ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, εξακολουθεί να βρίσκεται πρώτος σε δημοφιλία, ενώ οι υπόλοιποι αρχηγοί έχουν να διανύσουν πολύ μεγάλη απόσταση για να τον φτάσουν. Η μόνη επιλογή που πρέπει να προβληματίσει τόσο τον Μητσοτάκη όσο και τους υπόλοιπους αρχηγούς κομμάτων είναι αυτή του Κανένα, δηλαδή ότι μεγάλο ποσοστό των πολιτών δεν εμπιστεύεται τους ηγέτες των κομμάτων για να κυβερνήσουν.
Όσον αφορά τη Ν.Δ., το 41% του περασμένου Ιουνίου κατά κύριο λόγο για την επίδειξη αλαζονείας, τα λάθη και η απουσία επεξεργασίας των μηνυμάτων που στέλνουν οι πολίτες το τελευταίο διάστημα. Φυσικά, η βούληση των ψηφοφόρων θα γνωστοποιηθεί σε λιγότερο από 3 μήνες. Αν η Κυβέρνηση συνεχίσει την ίδια τακτική που ακολουθεί έως τώρα, κάποια στιγμή θα οδηγηθεί σε μεγαλύτερη απώλεια δυνάμεων. Μπορεί προς το παρόν να μη νιώθει κίνδυνο από τους αντιπάλους, όμως δεν πρέπει να ξεχνά τους αστάθμητους παράγοντες.