Της Ελένης Αβραμίδου,
Η άνοιξη είναι μια υπέροχη εποχή, με τη φύση να ανθίζει και τον καιρό να έχει την ιδανική θερμοκρασία. Οι «ιδανικές» αυτές συνθήκες ωθούν πολύ κόσμο στο να περνάει περισσότερο χρόνο στη φύση, μια φυσικά επιθυμητή κατάσταση. Ωστόσο, η ενασχόληση με τη φύση δεν είναι τόσο ευχάριστη για αρκετούς ανθρώπους, καθώς πυροδοτεί συμπτώματα συμβατά με τη λεγόμενη εποχική αλλεργία ή εποχική ρινίτιδα.
Αδρά ο παθοφυσιολογικός μηχανισμός της αλλεργίας είναι ο ακόλουθος: στα άτομα που έχουν αλλεργία, το ανοσοποιητικό βλέπει το εκάστοτε αλλεργιογόνο ως απειλή και υπεραντιδρά με την παραγωγή εναντίον του ενός αντισώματος που λέγεται ανοσοσφαιρίνη Ε. Τα αντισώματα αυτά προσκολλώνται σε ειδικά κύτταρα, τα μαστοκύτταρα, που βρίσκονται σε αφθονία στα σημεία επαφής μας με το περιβάλλον. Στην επόμενη έκθεση του αλλεργικού ατόμου, το εκάστοτε αλλεριογόνο, δρώντας ως αντιγόνο, ενώνεται με το IgE αντίσωμα και το σύμπλεγμα ενεργοποιεί το μαστοκύτταρο που απελευθερώνει χημικές ουσίες τύπου ισταμίνης με αποτέλεσμα την αλλεργική αντίδραση και τα συμπτώματά που προκαλεί.
Πιθανά αλλεργιογόνα
Δεδομένου ότι οι αλλεργίες της άνοιξης ταυτίζονται με την έναρξη της επικονίασης των δέντρων και των χόρτων, γίνεται κατανοητό πως τα αλλεργιογόνα προέρχονται από το φυσικό περιβάλλον. Τα πιο κοινά αλλεργιογόνα προέρχονται από δέντρα, γρασίδι και χόρτο, με το πιο γνωστό αλλεργιογόνο να είναι η γύρη. Άλλες συχνές πηγές αλλεργιογόνων είναι τα αγρωστώδη, το περδικάκι, η ελιά και το γαλλικό κυπαρίσσι. Επιπλέον, αναφέρεται πως οι βροχές της άνοιξης μπορούν να επιτείνουν ή και να παρατείνουν την συμπτωματολογία.
Συμπτώματα
Η συμπτωματολογία των εποχικών αλλεργιών είναι συνήθως τυπική και ήπια και περιλαμβάνει ένα φάσμα συμπτωμάτων όπως καταρροή (γι’ αυτό και πολλές φορές αναφέρεται ως εποχική ρινίτιδα), ερυθρότητα στα μάτια, φτέρνισμα, καταρροή, φαγούρα στα μάτια, τη μύτη, τα αυτιά και το στόμα, μπούκωμα-συμφόρηση, πρησμένα μάτια. Ειδικές μορφές εποχικής αλλεργίας αποτελούν η αλλεργική εποχική κνίδωση και λιγότερο το αγγειοοίδημα, με πομφούς στο δέρμα και οίδημα βλεφάρων και χειλέων, η φυτοδερματίτιδα και το αλλεργικό άσθμα.
Διάγνωση
Συνήθως, η διάγνωση τίθεται με βάση τη χαρακτηριστική κλινική εικόνα του ασθενούς, σε συνδυασμό με την εποχική κατανομή των συμπτωμάτων, καθώς και την ύπαρξη παράγοντα πρόκλησης (αλλεργιογόνου). Λιγότερο συχνά, σε περιπτώσεις που τίθεται ζήτημα διαφοροδιάγωσης ή όπου απαιτείται ακριβής διάγνωση λόγω της σοβαρότητας των συμπτωμάτων, πραγματοποιούνται ειδικές δοκιμασίες. Οι δοκιμασίες αυτές περιλαμβάνουν τις δερματικές δοκιμασίες και τη μέτρηση ανοσοσφαιρίνης IgE. Οι δερματικές δοκιμασίες πρόκεινται για δοκιμασίες κατά τις οποίες μια σταγόνα από κάθε εκχύλισμα αλλεργιογόνου τοποθετείται στο δέρμα του ατόμου, συγκεκριμένα στον πήχη. Στη συνέχεια, ο γιατρός παρατηρεί το δέρμα για να δει εάν αναπτύχθηκε μια αντίδραση έξαρσης, δηλαδή ένας πόμφος ή μια περιοχή οιδήματος. Το αποτέλεσμα συγκρίνεται με συγκεκριμένο δείγμα ελέγχου και για να οριστεί ως θετικό πρέπει η διάμετρος της αντίδρασης να είναι ίση ή μεγαλύτερη του 50% της αντίδρασης του δείγματος ελέγχου (control). H ειδική μέτρηση ανοσοσφαιρίνης (IgE) γίνεται εάν τα αποτελέσματα της δερματικής δοκιμασίας είναι ασαφή, και πραγματοποιείται με δείγμα αίματος.
Θεραπεία
Λόγω της ήπιας συμπτωματολογίας τους, οι εποχικές αλλεργίες πολλές φορές δεν απαιτούν κάποια θεραπευτική παρέμβαση. Ωστόσο, πολλές φορές η συμπτωματολογία εμποδίζει την καθημερινότητα του ατόμου. Σε αυτές τις περιπτώσεις συνιστάται η χρήση κορτικοστεροειδών, αντισταμινικών, αποσυμφορητικών σταγόνων σε περίπτωση οφθαλμικών συμπτωμάτων. Σε περίπτωση σοβαρών συμπτωμάτων που δεν αντιμετωπίζονται με θεραπευτικά μέσα, συνιστάται η πλήρης αποφυγή του εκάστοτε αλλεργιογόνου. Μία ακόμη εναλλακτική σε ανθεκτικές περιπτώσεις είναι η ανοσοθεραπεία ή απευαισθητοποίηση. Η απευαισθητοποίηση είναι μια διαδικασία που προσπαθεί να διδάξει το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου να μην αντιδρά σε ένα αλλεργιογόνο. Στο άτομο χορηγούνται προοδευτικά μεγαλύτερες δόσεις του αλλεργιογόνου. Με μια μικρή αρχική δόση αρχίζει να συνηθίζει το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου στο αλλεργιογόνο. Στη συνέχεια, η δόση αυξάνεται σταδιακά. Η δόση αυξάνεται έως ότου το άτομο δεν αντιδρά στην ίδια ποσότητα αλλεργιογόνου που κάποτε προκάλεσε συμπτώματα. Η διαδικασία αυτή πραγματοποιείται σε ειδικό εξωτερικό ιατρείο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
-
Spring allergy season is here: tips on prevention and treatment, Everest Urgent Care. Διαθέσιμο εδώ