Της Κατερίνας Ζευγίτη,
«Γέμισε ο κόσμος
από μασκαράδες και ψεύτες,
που μας κόβουν
τη θέα των ονείρων μας.
Αλλά εκεί εμείς.
Στο πόστο μας.
Στο τάμα μας.
Στο φως του δικού μας ήλιου.»
Αλκυόνη Παπαδάκη
«Το να χάνεις την πίστη σου στους ανθρώπους είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να σου συμβεί», ακούω συχνά, να λένε σε κάποιον που, σίγουρα, έχει προδοθεί και απογοητευτεί, όχι από τη ζωή, αλλά από τους «συνταξιδιώτες», που του «φέρνει» η ζωή, δίχως να «πάρει» καμία έγκριση. Δε «ρωτά» και δε «σκέφτεται» το ότι ένας από αυτούς θα είναι «ανθυγιεινός» και «βλαβερός» για την υγεία του άλλου. Η απάντηση που μόνο «μπορεί» να «δώσει» στην ερώτηση «Γιατί βρέθηκε αυτός στο δρόμο μου;» είναι η εξής: «Ήταν ένα «μάθημα», το οποίο θα σε κάνει πιο «ανθεκτικό» και δυνατό μπροστά στις επόμενες δυσκολίες που εγώ θα σου «χαρίσω», για να γίνεις ακόμα πιο «σκληρός» και δυναμικός άνθρωπος. Θα σου «προσφέρω» μια μεγάλη ποικιλία. Κάποιοι θα είναι αληθινοί, άλλοι μασκαράδες. Θα γνωρίσεις εκείνους, οι οποίοι θα σε λατρέψουν μα κι εκείνους, που θα χαίρονται με τον πόνο σου. Θα δεις, επίσης, και μάτια, τα οποία θα βουρκώνουν κάθε φορά που σε χάνουν και μάτια, τα οποία θα «γελάνε» μόλις σε «αποχωριστούν» και δε θα «ταξιδέψουν» ποτέ, για να σε βρουν. Θα συναντήσεις πολλούς, αλλά λίγοι θα μείνουν. Κι όσοι μείνουν σημαίνει ότι άξιζε να βρίσκονται στο πλευρό σου. Όσοι φύγουν δεν αποτελούν ένα κομμάτι από το δικό σου παζλ, δεν σε «συμπληρώνουν». Οπότε, προχώρα παρακάτω, είσαι ανεξάρτητος και δεν έχεις ανάγκη κανέναν περισσότερο από τον εαυτό σου.»
Γιατί χάνουμε την εμπιστοσύνη μας; Γιατί, άραγε, νιώθουμε ότι όλοι θα μας εγκαταλείψουν και γιατί έχει «φωλιάσει» ο φόβος στις καρδιές μας; Επειδή, γνωρίσαμε δυο ψεύτες, δυο υποκριτές, δυο δειλούς και δυο προδότες, θα πέφτουμε πάντα πάνω σε έναν «τοίχο»; Όχι, είναι μεγάλη η αλυσίδα. Θα βρεις κάποια στιγμή το «αυθεντικό», το «ατόφυο» βλέμμα, την αγκαλιά μέσα στην οποία δε θα τρέμεις σαν το ψάρι. Θα είσαι ήρεμος και δε θα χρειαστεί να παίξεις κάποιο ρόλο. Αυτή να προτιμάς. Την αγκαλιά που δεν θα έχει «αγκάθια», αλλά «τρυφερά μπουμπούκια» και θα τη βρεις αφού πρώτα, σε «ματώσουν» τα «αγκάθια», αφού κλάψεις κι αφού «διαλυθούν τα παλάτια», όπου «βασιλεύουν» οι προσδοκίες σου. Να μην έχεις προσδοκίες, θα πληγωθείς. Να πιστεύεις τα όνειρα τα αληθινά. Κι αυτά δε θα είναι «ηχηρά», ούτε «στολισμένα» με χιλιάδες μικρά φωτάκια και γιρλάντες. Θα είναι «ήσυχα», «λιγομίλητα» κι «αγνά». Δε θα σε «ζαλίζουν», δε θα σε «απογειώσουν» απότομα και η λέξη «προσγείωση» θα τους «είναι» άγνωστη. Έτσι είναι τα όνειρα τα όμορφα, δε θυμίζουν εφιάλτες.
Να πιστεύεις, λοιπόν, στους ανθρώπους. Όλα τα δάκτυλα δεν είναι ίδια. Υπάρχουν «αληθινές» ψυχές, αρκεί να «ανοίξεις τα μάτια» και να μην αφήνεις να σε «τυφλώνουν» «ψεύτικες» ελπίδες. Οι ελπίδες δε «ζουν» στο σκοτάδι, παρά μόνο στο φως. Και θα τις βρεις όταν θα είσαι έτοιμος. Θα πρέπει να «συναντήσεις κύματα», για να «φτάσεις στην ακρογιαλιά»…