12.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ τύχη της Ίμβρου και της Τενέδου μετά τη συνθήκη της Λωζάνης

Η τύχη της Ίμβρου και της Τενέδου μετά τη συνθήκη της Λωζάνης


Του Περικλή Ζαχάρη,

Με την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου τον Αύγουστο του 1922 και την άτακτη υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων ο κεμαλικός στρατός κατέλαβε όλη τη Μικρά Ασία. Κάθε ίχνος ελληνικού πληθυσμού εξαφανίστηκε μετά τη σφαγή δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων, ενώ πολλοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Προκειμένου να επανέρθει η τάξη στη περιοχή, οι Μεγάλες Δυνάμεις κάλεσαν τους δύο αντιμαχόμενους στρατούς στα Μουδανιά στις 20 Σεπτεμβρίου/8 Οκτωβρίου με σκοπό τη σύσκεψη για ανακωχή. Στη σύμβαση υπογράφτηκε η κατάπαυση του πυρός, η χάραξη ορίων των δύο πλευρών αλλά και την πλήρη εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό τον οποίο ακολούθησαν και οι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής καθώς πλέον υπήρχε κίνδυνος για τη ζωή τους. Τέλος συνεκλήθη συνδιάσκεψη ειρήνης στη Λωζάνη.

Νεαρά Ελληνόπουλα στην Ίμβρο. Πηγή εικόνας: thessalonikiartsandculture.gr

Η συνδιάσκεψη ξεκίνησε στην ελβετική πόλη της Λωζάνης στις 22 Νοέμβριου του 1923, ενώ το οριστικό έγγραφο της Συνθήκης υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου μετά από 7,5 μήνες σκληρών διαπραγματεύσεων, περιλαμβάνοντας, εκτός από την ίδια τη συνθήκη ειρήνης, 17 συμβάσεις, πρωτόκολλα και δηλώσεις. Η υπογραφή αυτή ακολούθησε την υπογραφή των δύο πρώτων συμβατικών κειμένων τον Ιανουάριο του 1923, τα οποία αφορούσαν την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών και την απελευθέρωση των πολέμιων αιχμαλώτων και κρατουμένων.

Πέρα από τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και τους μουσουλμάνους της Θράκης εξαιρέθηκαν και οι Έλληνες της Ίμβρου και της Τενέδου, από τη διαδικασία ανταλλαγής. Η Συνθήκη της Λωζάνης, με τις προαναφερθείσες εξαιρέσεις και διατάξεις, διαμόρφωσε το νομικό πλαίσιο για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και παρείχε εγγυήσεις για την προστασία των μειονοτήτων στις εκάστοτε χώρες. Επισήμως, η ανταλλαγή πληθυσμών κάλυπτε 190.000 Έλληνες και 355.000 Τούρκους. Αν και οι αριθμοί φαίνονται να είναι υπέρ της Ελλάδας, είναι πλασματικοί καθώς εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες είχαν ήδη φτάσει στην Ελλάδα για να γλυτώσουν τη σφαγή.

Εκκλησιασμός στην παραλία Κάρδαμο στην Ίμβρο. Πηγή εικόνας: imbrosunion.com

Αντίθετα με τη Θράκη, η διαμάχη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για τα νησιά του Αιγαίου παρουσίασε ξεχωριστές διαστάσεις. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, η τουρκική αντιπροσωπεία υπογράμμισε τη ζωτική σημασία των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου για την ειρήνη και την ασφάλεια της Τουρκίας. Παρά το γεγονός ότι τα νησιά ήταν κατοικημένα από ελληνικό πληθυσμό, η Τουρκία ζήτησε την αναγνώριση της τουρκικής κυριαρχίας σε έναν αριθμό από αυτά, όπως η Ίμβρος, η Τένεδος και η Σαμοθράκη. Επιπλέον, διεκδίκησε ειδικά καθεστώτα για νησιά όπως η Λήμνος, η Λέσβος, τα Χίος, η Σάμος και η Ικαρία, ενώ απαιτούσε την πλήρη αποστρατικοποίησή τους. Αξίζει να σημειωθεί πως 13 χρόνια μετά, στη Συνθήκη του Μοντρέ το 1936 (ή σύμβαση για το καθεστώς των στενών) όπου συμμετείχε και η Ελλάδα, καταργήθηκε η αποστρατικοποίηση των νησιών Σαμοθράκη και Λήμνο ενώ από τη τουρκική μεριά ξαναπέκτησε το δικαίωμα στρατιωτικοποίησης των νησιών Ίμβρου και Τενέδου αλλά και των στενών. Η ελληνική πλευρά είδε την αντιπαράθεση από διαφορετική οπτική γωνία, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα που συνδέονταν με την πληθυσμιακή σύσταση και την ιστορία των νησιών. Αν και ήταν πρόθυμη να συζητήσει την αποστρατικοποίηση, επέμενε ότι όλα τα νησιά έπρεπε να παραμείνουν ελληνικά λόγω της πληθυσμιακής τους σύστασης.

Τελικά, αποφασίστηκε να παραχωρηθεί η Ίμβρος και η Τένεδος στην Τουρκία, υπό τον όρο ότι θα χορηγούνταν ειδικά καθεστώτα αυτονομίας λόγω του ελληνικού πληθυσμού που κατοικούσε κυρίως στην Ίμβρο και πλειονότητα στην Τένεδο. Η Τουρκία από τότε και στο εξής ποτέ δεν τήρησε τα λεγόμενα της συνθήκης. Πριν το 1923, στην Ίμβρο βρισκόταν δέκα εκπαιδευτικά κέντρα, όπου πλήθος 1.485 μαθητών αποκτούσαν γνώσεις. Από την άλλη, η Τένεδος φέρνοντας δύο σχολεία, φιλοξενούσε 450 παιδιά. Ωστόσο, το 1927, η παρέμβαση των τουρκικών αρχών είχε ως αποτέλεσμα τον αφανισμό του κεντρικού εκπαιδευτηρίου της Ίμβρου και την υποχρεωτική υιοθέτηση της τουρκικής εκπαίδευσης, σύμφωνα με τον «Νόμο Νήσων». Ο εν λόγω νόμος, αναστέναξε προσωρινά το 1951, μόνο για να επανέλθει σκληρότερος μετά το 1960. Τη δεκαετία του ΄50, οι κάτοικοι δεν υπέφεραν από διωγμούς, αλλά τα Σεπτεμβριανά του 1955 είχαν αρνητικές επιπτώσεις.

Απεικόνιση της Τενέδου. Πηγή εικόνας: mnimesellinismou.com

Η δεκαετία του 1960, ωστόσο, φέρνει μεγάλες αναταραχές. Λόγω των γεγονότων στην Κύπρο, εφαρμόζεται το “eritme programi” με στόχο τον πλήρη πολιτιστικό μετασχηματισμό των νησιών. Κλείνουν ριζικά όλα τα σχολεία, εκπαιδευτικά ιδρύματα και οι περιουσίες τους πέφτουν σε άλλα χέρια. Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας καταργείται εκ νέου, και όλοι οι εκπαιδευτικοί, δάσκαλοι και καθηγητές, απολύονται. Το 1964, ο νόμος 6830 «Περί Απαλλοτριώσεων» προκαλεί μαζική αναδιανομή γης που περνά σε τουρκικά χέρια. Η εύφορη γη κηρύσσεται αναδασώσιμη, απαγορεύοντας τη βοσκή. Στα χωριά Παναγία και Γλυκύ, εγκαθίσταται στρατόπεδο, και αφαιρείται η υπηκοότητα από όσους Ίμβριους και Τενεδίους μένουν στο εξωτερικό. Συγχρόνως, ξεκινά η καταστροφή των περισσότερων από τα 300 ξωκλήσια. Μετονομάζονται τα νησιά σε Gokgeada και Bozcaada αντίστοιχα. Ιδρύεται τουρκική Παιδαγωγική Ακαδημία και προσφυγικός οικισμός για τους εποίκους που έρχονται από τα βάθη της Τουρκίας. Από το χειρότερο όμως όλων αναδεικνύεται η δημιουργία ανοιχτών αγροτικών φυλακών, κοντά στο Σχοινούδι, το μεγαλύτερο από τα χωριά της Ίμβρου. Χιλιάδες βαρυποινίτες και ανενόχλητοι εγκαθίστανται, απειλώντας, κλέβοντας, βιάζοντας, και σκοτώνοντας. Αποτέλεσμα, έξι άτομα χάνουν τη ζωή τους σε Ίμβρο και Τένεδο. Το 1966, ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας, Ν. Καρανδρέας, επισκέπτεται την Ίμβρο, συναντώντας ανάμεικτα συναισθήματα από τους κατοίκους. Ακολουθεί νέος κύκλος απαλλοτριώσεων τον Αύγουστο του 1966, όπου ο Έλληνας πρέσβης Μιλτιάδης Παλιβάνης επισημαίνει τις οικονομικές δυσκολίες και τις πιέσεις στον πληθυσμό.

Συνολικά, η Ίμβρος και η Τένεδος βιώνουν συνεχείς κρίσεις, αποβλέποντας στην εξάλειψη της ελληνικής τους ταυτότητας. Από την άλλη, αντιμετωπίζουν μια σχεδόν πλήρη απαξίωση από την Ελλάδα με αποτέλεσμα πλέον το 2020, η Ίμβρος, από τους 10.106 κατοίκους του νησιού, μόνο οι 700 να είναι Έλληνες. Στην Τένεδο τα ποσοστά των Ελλήνων (αναλογικά με τον πληθυσμό) είναι ακόμα χειρότερα. Από τους 2.500 κατοίκους του νησιού μόλις οι 20 με 25 είναι Έλληνες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Συρίγος Μ. Άγγελος (2015), Ελληνοτουρκικές Σχέσεις, Αθήνα: εκδόσεις Πατάκη
  • Η Ελληνική Μειονότητα και τα Ιδρύματά της στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο, Υπουργείο Εξωτερικών, mfa.gr, Διαθέσιμο εδώ 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Περικλής Ζαχάρης
Περικλής Ζαχάρης
Γεννήθηκε το 2002 στη πόλη των Ιωαννίνων και σπουδάζει στο τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα. Ασχολείται σε εντατικό βαθμό με τη λογοτεχνία, την ιστορία και τη φιλοσοφία. Έχει επιμεληθεί το παιδικό παραμύθι «Μπαμπά μ'ακούς;» (Εκδόσεις ΔΕΡΕ) με κείμενα της μητέρας του και εικονογράφηση της αδερφής του. Στον ελεύθερό του χρόνο, πέρα από την ενασχόλησή του με το βιβλίο, γυμνάζεται και ασχολείται με πολεμικές τέχνες.