Της Ελένης- Παναγιώτας Μινάι,
Θα έχει τύχει στις ειδήσεις ή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να συναντήσετε την έννοια του «surrogacy» ή στα ελληνικά μέσα «Παρένθετη Μητρότητα». Δεν πρόκειται για μια νεοεισαχθείσα ορολογία στην ιατρική επιστήμη, αλλά σήμερα είναι πιο διαδεδομένη σε σχέση με παλιότερα. Η ολοένα και αυξανόμενη αδυναμία των σύγχρονων ζευγαριών να αποκτήσουν παιδιά έκανε πιο επιτακτική την ανάγκη να εφαρμοστούν εναλλακτικές μέθοδοι, για να το επιτύχουν.
Μια από αυτές είναι η παρένθετη μητρότητα, που καθιστά την απόκτηση ενός παιδιού δυνατή μέσα από μία διαδικασία που θα αναλύσουμε. Αρχικά, όμως, ας ορίσουμε τις παρακάτω έννοιες:
Παρένθετη Μητρότητα: Είναι η διαδικασία απόκτησης παιδιού από γυναίκες με σοβαρό πρόβλημα υγείας που καθιστά αδύνατη την κυοφόρηση ενός παιδιού από τις ίδιες. Κι αυτό επιτυγχάνεται με την παρένθετη μητέρα: Είναι μία γυναίκα, η οποία ύστερα από συμφωνία με το ζευγάρι, που φέρει το πρόβλημα που προαναφέραμε, θα κυοφορήσει και θα γεννήσει το/τα έμβρυο/α αντί για τη μητέρα. Σημαντικό στοιχείο που θα πρέπει να τονίσουμε είναι ότι το παιδί που θα προκύψει θα φέρει το γενετικό υλικό των γονιών του και όχι της παρένθετης μητέρας, μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης και εμφύτευσης του γονιμοποιημένου ωραρίου στα τοιχώματα της μήτρας της παρένθετης μητέρας.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή για καλύτερη κατανόηση. Όταν ένα ζευγάρι διαπιστώνει ότι αντιμετωπίζει προβλήματα στην απόκτηση παιδιών, θα απευθυνθεί σε επαγγελματίες υγείας για να προσδιορίσουν το πρόβλημα και να το αντιμετωπίσουν. Αν ο γυναικολόγος εντοπίσει αδυναμία της μήτρας να κυοφορήσει ένα έμβρυο (π.χ. αδυναμία εμφύτευσης του γονιμοποιημένου ωραρίου, ενδομητρίωση ή ακόμα μετά από υστερεκτομή, δηλαδή αφαίρεση μήτρας), αλλά υπάρχουν ωάρια, τα οποία είναι ικανά, αν γονιμοποιηθούν, να προκύψει έμβρυο, τότε ο γυναικολόγος, εάν το πρόβλημα δεν αποκαθίσταται, προτείνει την μέθοδο της παρένθετης μητρότητας.
Εάν οι γονείς πληρούν τα κριτήρια, είναι διατεθειμένοι να αποκτήσουν παιδί με κάθε δυνατό τρόπο και διαθέτουν τους πόρους να το επιτύχουν αυτό, τότε η διαδικασία της παρένθετης μητρότητας τίθεται σε εφαρμογή. Και τι εννοούμε με τα παραπάνω; Το πρόγραμμα αυτό απευθύνεται μόνο σε παντρεμένα ζευγάρια, ζευγάρια με ελεύθερη συμβίωση (ετεροφυλόφιλα και ομοφυλόφιλα) και ελεύθερες γυναίκες με κοινό παρονομαστή την αδυναμία κυοφορίας. Όσον αφορά την επιθυμία να αποκτήσουν παιδί σε αυτές τις συνθήκες, σημαίνει αν είναι διατεθειμένοι το παιδί τους να προκύψει με την εμπλοκή τρίτου προσώπου. Πολλά ζευγάρια παρουσιάζουν δυσκολίες να δεχτούν ένα παιδί, το οποίο, ενώ είναι γενετικό «αποτέλεσμά» τους, κυοφορήθηκε από μία άγνωστη γυναίκα και δεν βιώνουν το ίδιο δέσιμο με το έμβρυο. Είναι μια ψυχοφθόρος διαδικασία για μερικούς, αφού για 9 μήνες το έμβρυο είναι μακριά τους, στο σώμα μιας άλλης γυναίκας. Αν, λοιπόν, παρ’ όλα αυτά οι γονείς δηλώσουν ότι επιθυμούν να προχωρήσουν με τη διαδικασία, τότε συνεχίζουμε με το επόμενο βήμα. Και τέλος, είναι σημαντικό να διαθέτουν τους πόρους, για να συνεχίσουν τη διαδικασία. Απαιτείται πολύς χρόνος, χρήμα για την κάλυψη των δαπανών και μπορεί πολλές προσπάθειες, για να είναι επιτυχής η κατάληξή της. Αν πληρούν όλα αυτά τα κριτήρια, τότε το επόμενο βήμα είναι, αφού έχει γίνει προηγουμένως μια λεπτομερής ενημέρωση για τη διαδικασία που θα ακολουθήσει, η αναζήτηση παρένθετης μητέρας και η εξωσωματική γονιμοποίηση.
Η αναζήτηση της παρένθετης μητέρας μπορεί να γίνει σε δομές που παρέχουν παρένθετες μητέρες ή ακόμα και στο συγγενικό περιβάλλον. Κάποια ζευγάρια ή μητέρες προτιμούν τη δυνατότητα να ορίσουν παρένθετη μητέρα ένα συγγενικό ή φιλικό άτομο του περιβάλλοντος τους που πληροί τα κριτήρια και είναι διατεθειμένο να συμμετάσχει στη διαδικασία. Η στενή συναισθηματική ή και γονιδιακή σχέση μεταξύ τους την καθιστά πιο επιθυμητή στην επιλογή της παρένθετης. Αν, όμως, δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, οι δομές που παρέχουν παρένθετες μητέρες βοηθάνε στην επιλογή της κατάλληλης και στη διαδικασία της συμφωνίας.
Οι γυναίκες που είναι δυνατό να οριστούν ως παρένθετες θα πρέπει να φέρουν ή να μη φέρουν κάποια στοιχεία που θα τους επιτρέπουν τη συμμετοχή τους στη διαδικασία. Πιο συγκεκριμένα, στην Ελλάδα νομικά ορίζονται οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- Ηλικία υποψήφιας παρένθετης άνω των 25 και μέχρι 54 ετών, και ύστερα από ειδική άδεια για τις γυναίκες άνω των 50 ετών.
- Να μην έχει υποβληθεί σε περισσότερες από δύο καισαρικές τομές.
- Η υποψήφια θα πρέπει να καταθέσει αποδεικτικό μέσο που δηλώνει τον τόπο διαμονής της.
Σε ξένα άρθρα αναφέρονται επίσης:
- Έχει γεννήσει ήδη ένα υγιέστατο μωρό, έτσι ώστε να της είναι κατανοητή η διαδικασία που θα ακολουθηθεί, καθώς και το συναισθηματικό θέμα που προκύπτει, εάν επιλεγεί.
- Να έχει αξιολογηθεί όσον αφορά το ψυχολογικό της βάθρο, έτσι ώστε να κριθεί, εάν θα της είναι δυνατή στη συνέχεια η απομάκρυνση του βρέφους από την ίδια.
- Να έχει υποβληθεί σε γενικό έλεγχο της κατάστασης υγείας της και να κριθεί ικανή να φέρει στον κόσμο ένα υγιές παιδί.
- Να έχει κατανοήσει πλήρως τη διαδικασία, τους κινδύνους της εγκυμοσύνης και να δηλώσει γραπτώς για τα παραπάνω με νόμιμο έγγραφο ότι συμφωνεί για τη συμμετοχή της στη διαδικασία.
Ένα ερώτημα που αναπόφευκτα θα προκύψει είναι γιατί κάποια γυναίκα να υποβληθεί σε αυτή τη διαδικασία, εφόσον δεν υπάρχει άμεσο όφελος για αυτήν, αλλά μάλλον κίνδυνοι από την εγκυμοσύνη. Οι γυναίκες αυτές συμμετέχουν με ελεύθερη βούληση σε αυτή τη διαδικασία κυρίως ως πράξη αλτρουϊσμού. Έχοντας βαθιά το αίσθημα της φιλαλληλίας, είναι διαθέσιμες να προσφέρουν το σώμα τους ως «στέγη» για την ανάπτυξη ενός παιδιού που επιθυμεί μια οικογένεια που δεν δύναται να απόκτηση με άλλον τρόπο.
Αφού, λοιπόν, βρεθεί η γυναίκα που πληροί τα παραπάνω κριτήρια και δηλώσει ότι και γραπτώς συμφωνεί, ξεκινάει η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Από επαγγελματίες στον τομέα της εξωσωματικής γονιμοποίησης και με ειδικά εργαλεία γίνεται λήψη ωαρίων από την μέλλουσα μητέρα και λήψη σπερματοζωαρίων από τον μέλλοντα πατέρα. Με ειδική διαδικασία εργαστηριακά (“in vitro”) γίνεται γονιμοποίηση του ωαρίου. Ύστερα, το γονιμοποιημένο ωάριο ή περισσότερα από ένα, αναλόγως τη συμφωνία που έγινε, εμφυτεύεται στο τοίχωμα της μήτρας της παρένθετης μητέρας. Η διαδικασία θα στεφθεί με επιτυχία, αν η τοποθέτηση γίνει σωστά και κριθεί η παρένθετη επισήμως εγκυμονούσα. Σε αυτούς τους μήνες που θα ακολουθήσουν η παρένθετη μητέρα θα πρέπει να υποβάλλεται τακτικά σε έλεγχο, καθώς και να λαμβάνει κατάλληλη διατροφή και φαρμακευτική αγωγή, εάν της χορηγηθεί, όπως της υποδηλώνει ο γιατρός της. Αφού ολοκληρωθεί χωρίς επιπλοκές, π.χ. πιθανή αποβολή, η εγκυμοσύνη, μετά τον τοκετό και τον απαραίτητο έλεγχο του βρέφους, το παιδί δίνεται στην οικογένειά του σύμφωνα με τη συμφωνία που έγινε.
Δύο θέματα, τα οποία είναι αναγκαίο να προκύψουν, είναι ότι το βρέφος που θα γεννηθεί ανήκει στην οικογένεια από την οποία προήλθε γενετικά, επομένως η παρένθετη μητέρα, αν και το κυοφόρησε, νομικά είναι υποχρεωμένη να το δώσει στους γονείς του όσο συναισθηματικά δεμένη κι αν νιώθει με το βρέφος. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν νομικές «τρύπες», οι οποίες επιτρέπουν, αν η παρένθετη μητέρα διεκδικήσει την κηδεμονία αυτού, τη δημιουργία προβλημάτων. Έτσι, μια αναλυτική και νομικά αποδεκτή συμφωνία μεταξύ των εμπλεκομένων, καθώς και «ξεκαθάρισμα» του νομικού πλαισίου για την παρένθετη μητρότητα είναι απαραίτητα για την αποφυγή τέτοιων προβλημάτων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Παρένθετη Μητέρα και Παρένθετη Μητρότητα, ivf-embryo.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Using a Surrogate Mother: What You Need to Know, webmd.com, Διαθέσιμο εδώ