12.1 C
Athens
Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΗ λύπη ομορφαίνει, επειδή της μοιάζουμε

Η λύπη ομορφαίνει, επειδή της μοιάζουμε


Της Αναστασίας Αποστολίδου,

Εάν υφίσταται κάποιο κυρίαρχο συναίσθημα, που αφήνει ανεξάλειπτο «στίγμα» στον ψυχισμό του ανθρώπου, αυτό είναι η οδύνη, δηλαδή ο υπέρμετρος ψυχικός πόνος. «Η ανάμνηση της ευτυχίας δεν είναι πια ευτυχία. Η ανάμνηση της θλίψης, όμως, είναι ακόμη θλίψη» εξέφρασε ο Λόρδος Βύρων, αποδίδοντας με ευφυή τρόπο τη ζοφερότητα της οδύνης και την αέναη, αβάστακτη επίδρασή της στον άνθρωπο. Δεδομένης της επιρροής και της αναπόφευκτης παρουσίας της στον ανθρώπινο βίο, εγείρεται ένας εύλογος προβληματισμός: Δίχως το «γλυκόπικρο» αίσθημα του πόνου, ποια, ακριβώς, θα ήταν η «υφή» της ζωής και, κατά πόσο, θα καθίστατο επιτεύξιμη η πληρότητα στην πεπερασμένη ύπαρξή μας;

Κοινό ανθρώπινο χαρακτηριστικό αποτελεί η φρούδα προσδοκία μιας ζωής ατάραχης, ονειρικής, αποδεσμευμένης από επιβαρυντικά στοιχεία και ψυχικές δοκιμασίες, γεγονός που «συνοδεύεται» από την εγωκεντρική, ουτοπιστική πεποίθηση πως οι ίδιοι διαθέτουμε εγγενή «ασυλία» στον πόνο, ότι δυνάμεθα να διαφύγουμε από την ολιστική και αμερόληπτη επιρροή του. Εντούτοις, η αποδοχή της έλευσης της οδύνης «διαδραματίζει» μείζονα ρόλο στη συνειδητοποίηση του νοήματος της ζωής και, ενδεχομένως, της απαράμιλλης αξίας του πόνου, ως εφαλτηρίου προσωπικής εσωτερικής ανάπτυξης. Είναι σημαντικό να αντικαταστήσουμε την αρνητικά προκατειλημμένη αντίληψή μας για την οδύνη με μια πιο πρακτική «δομή» σκέψης, η οποία «ξεδιπλώνει» μια εναλλακτική, βαθύτερη προσέγγιση του δίπολου χαρά-θλίψη.

Σαφέστερα, με έναν ανεξήγητο τρόπο, επιτυγχάνεται μια «συμπαντική» ισορροπία ανάμεσα στην εφήμερη ευτυχία και στην εξίσου εφήμερη δυστυχία στον άνθρωπο, καθώς κάθε δοθείσα «σταγόνα» απόλαυσης και ηδονής αναιρείται βάναυσα από απροσδόκητες απογοητεύσεις και τανάπαλιν. Ως επακόλουθο, μάς δίνεται η δυνατότητα να εκτιμήσουμε στο έπακρο τις μικρές, παροδικές στιγμές ευτυχίας, τις οποίες είναι αμφίβολο αν θα υπολογίζαμε στον ίδιο βαθμό, δίχως τον υποβόσκοντα φόβο της προσεχούς απώλειάς τους. Περαιτέρω, η ισορροπία ευτυχίας-δυστυχίας στον ανθρώπινο βίο και το ευμετάβλητο της ζωής και της τύχης «αναγκάζουν» τον άνθρωπο να αναπτύσσει ασυναίσθητα και υποσυνείδητα ελπίδες για βελτίωση της κατάστασής του. Ο πόνος γίνεται πιο υποφερτός, όταν έχουμε επίγνωση πως τίποτα δεν παραμένει σταθερό και στάσιμο, αλλά, εν καιρώ, η οδύνη θα «παραχωρήσει» τη θέση της στη τρυφερότητα της χαράς.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα χρήσης: tovima.gr

Όπως διατύπωσε ο Γάλλος συγγραφέας, Μαρσέλ Προυστ «Η ευτυχία θεραπεύει το σώμα, μόνο η θλίψη αναπτύσσει τη δύναμη του νου», αναδεικνύοντας ότι μόνο μέσα από επίπονες περιόδους χρόνου και συναισθηματικά αδιέξοδα, αποκτάμε τη δυνατότητα εξέλιξης και «ωρίμανσης». Σε ένα υποθετικό σενάριο ατέρμονης, απόλυτης, πανανθρώπινης ευτυχίας, η θεωρητική «ευλογία» ενός ιδανικού βίου θα στερούσε από την ανθρωπότητα δύο από τα πιο πολυσήμαντα προνόμιά της: την προσαρμοστικότητα και την ψυχική αντοχή. Ειδικότερα, μια αμετάβλητα ευτυχισμένη ζωή θα ήταν κώλυμα στη δυνατότητα του ανθρώπου για προσαρμογή στις αλλαγές και, συνεπώς, θα οδηγούσε στη μονολιθικότητα, σε ένα «νωθρό» πνεύμα, «καταδικασμένο» σε μια αιωνιότητα αναγκαστικής ευτυχίας. Επιπλέον, το «ψυχικό οπλοστάσιο» του εκάστοτε ανθρώπου θα ήταν εφ’ όρου ζωής άδειο, καθώς δεν θα χρειαζόταν ποτέ να αναπτύξει συναισθηματική νοημοσύνη και κριτική σκέψη, σε ένα περιβάλλον στο οποίο ο ίδιος, «έρμαιο» της ευτυχίας, δεν θα διέθετε έγνοιες και προβληματισμούς, για να επιλύσει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η οδύνη, μολονότι αβάστακτη και σκληρή, προσφέρει το εξής μοναδικό στοιχείο στον άνθρωπο: τη ψυχική δύναμη, την ευαισθησία του.

Η πλάση μας θα ήταν ολοκληρωτικά ατελής, εάν δεν διαθέταμε την ευαλωτότητα και την ευαισθησία μας, χαρακτηριστικά που «διαδραματίζουν» καθοριστικό ρόλο στις ζωές μας. Ο πόνος, ως απόρροια του έρωτα, της αγάπης, της απώλειας, του πένθους, αποτελεί την τρανή απόδειξη ότι σε μια πρότερη κατάσταση υπήρξαμε ευτυχείς και βιώσαμε τη ζεστασιά των ανθρώπων, την τρυφερότητα της επαφής, τη νοσταλγία μιας απολεσθείσας στιγμής. Εμποδίζοντας τον εαυτό μας να αισθανθεί τη μετάβαση στη θλίψη, αποποιούμαστε των ευθυνών για τις προηγούμενες επιλογές μας, οι οποίες, όπως και κάθε τι θνητό, φτάνουν στη τελείωσή τους: επιλέξαμε να αγαπάμε, όμως το προνόμιο της ευκαιρίας για αγάπη «συνοδεύεται» από το τίμημα της απώλειάς της.

Ο Αμερικανός συγγραφέας, Ουίλιαμ Φώκνερ ισχυρίζεται ότι «Αν είχα να διαλέξω ανάμεσα στη θλίψη και στο τίποτα, θα διάλεγα τη θλίψη», υπερτονίζοντας πως η θλίψη, αν και οδυνηρή, εμπεριέχει την αίσθηση του βιωμένου, του υπαρκτού σε ένα ένδοξο, νοσταλγικό παρελθόν. Εφόσον δεν μπορούμε να αποτρέψουμε τον πόνο, ο οποίος αποτελεί συστατικό στοιχείο της επίγειας εμπειρίας, οφείλουμε να συμβαδίσουμε με αυτόν, να μάθουμε μέσω εκείνου και να ζήσουμε ελεύθεροι, αδέσμευτοι απέναντι στον φόβο της οδύνης, απέναντι στο προνόμιο να μπορέσουμε να βιώσουμε ολιστικά όσα αφειδώς προσφέρει η ζωή.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Proust, M. (2015), Ο Αδιάφορος, Εκδόσεις Πατάκη

 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Αποστολίδου
Αναστασία Αποστολίδου
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2003. Φοιτά στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, στο Τμήμα Φιλολογίας, με κατεύθυνση τη ΜΝΕΦ. Ασχολείται ερασιτεχνικά με το θέατρο, τον κινηματογράφο και τον χορό. Στο ελεύθερο χρόνο της, δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη συγγραφή ποιημάτων και σύντομων ιστοριών, ενώ, παράλληλα, προσφέρει εθελοντική εργασία σε οργανισμούς της χώρας μας.