Της Αντωνίας Πετρολέκα,
Η ιστορία της Σκωτίας έχει στιγματιστεί, ανά τα χρόνια, με επεισόδια αντίστασης και προσπαθειών για ανεξαρτησία από το Ηνωμένο Βασίλειο. Μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, η Αγγλία και η Σκωτία αποτελούσαν δύο ανεξάρτητα Βασίλεια. Η σύνδεση τους ξεκίνησε σταδιακά, με απαρχή να αποτελεί το 1603, όταν η Βασίλισσα Ελισάβετ Α’ της Αγγλίας, Ουαλίας και Ιρλανδίας απεβίωσε, χωρίς διάδοχο και ο θρόνος «πέρασε» στον Ιάκωβο VI, Βασιλιά της Σκωτίας. Πλέον, η Αγγλία και η Σκωτία είχαν έναν κοινό μονάρχη, όμως τα Κοινοβούλιά τους παρέμεναν ανεξάρτητα. Βέβαια, ο Ιάκωβος VI επιδίωκε την ένωση των δύο Βασιλείων, προς τη δημιουργία μιας ενιαίας πολιτείας. Έτσι, το Act of Union του 1707 τέθηκε σε ισχύ, ενώνοντας τη Σκωτία με την Αγγλία και δημιουργώντας το Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας, το οποίο αποτελεί τον πρόδρομο του σημερινού Ηνωμένου Βασιλείου. Χαρακτηριστικό, επίσης, αποτελεί ότι η εν λόγω Συνθήκη «διέλυσε» το Σκωτσέζικο Κοινοβούλιο, μεταβιβάζοντας συνεπακόλουθα την πολιτική εξουσία στο Αγγλικό Κοινοβούλιο.
Περισσότερους από 2 αιώνες αργότερα, το 1979 πραγματοποιήθηκε στη Σκωτία ένα Δημοψήφισμα, με στόχο τη δημιουργία της Σκωτσέζικης Συνέλευσης και τη μεταβίβαση εξουσιών από το Κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου σε αυτήν. Παρότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων ψήφισε υπέρ της ιδέας, εν τέλει δεν τελεσφόρησε. Σχεδόν 2 δεκαετίες αργότερα, το 1998, διενεργήθηκε ένα δεύτερο Δημοψήφισμα, πάλι με θετικό αποτέλεσμα και σύμφωνα με αυτό εγκρίθηκε το Scotland Act του 1998, με βάση τις ρυθμίσεις του οποίου δημιουργήθηκε το Σκωτσέζικο Κοινοβούλιο.
Η ύπαρξη του Σκωτσέζικου εθνικισμού άρχισε να κάνει την εμφάνισή της αισθητή και στον 21ο αιώνα, με τη σταδιακή άνοδο του Σκωτσέζικου Εθνικού Κόμματος (SNP). Το σκωτσέζικο αίτημα για ανεξαρτησία από το Ηνωμένο Βασίλειο εμφάνισε φιλο-ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, προωθώντας έναν εθνικισμό με έμφαση στα πολιτικά δικαιώματα, στη Δημοκρατία, στην κοινωνική δικαιοσύνη, στην αλληλεγγύη, και, πολύ λιγότερο, στην εθνική ταυτότητα. Το αποκορύφωμα ήρθε το 2011, όταν το SNP κέρδισε τη συνολική πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο της Σκωτίας, με 69 έδρες. Συγκεκριμένα, το κόμμα υποσχέθηκε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για ανεξαρτησία, εντείνοντας την πίεση και τις διαπραγματεύσεις με την Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Έτσι, οι δύο Κυβερνήσεις υπέγραψαν τη Συμφωνία του Εδιμβούργου (15/10/2012), με την οποία εκχωρήθηκε από το Κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασίλειου, στο Κοινοβούλιο της Σκωτίας, η αρμοδιότητα να νομοθετήσει σχετικά με τη διεξαγωγή Δημοψηφίσματος. Εν τέλει, το σχετικό δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε το 2014, και 55.3%, δηλαδή η πλειοψηφία των ψηφοφόρων, τάχθηκε κατά της ανεξαρτησίας. Αν και η πρόταση για ανεξαρτησία δεν επικράτησε, το δημοψήφισμα ενίσχυσε τη συζήτηση για τη διακυβέρνηση της Σκωτίας και τη σχέση της με το Ηνωμένο Βασίλειο. Ως αποτέλεσμα, σημειώθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η Σκωτία εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, με την εκχώρηση επιπλέον εξουσιών στο Σκωτσέζικο Κοινοβούλιο. Βέβαια, η συζήτηση για την ανεξαρτησία συνεχίστηκε, με το SNP και άλλα κινήματα υπέρ της ανεξαρτησίας να διατηρούν ζωντανή την ιδέα για μελλοντικό δημοψήφισμα και ανεξαρτησία.
Οι συζητήσεις απόσχισης αναζοπυρώθηκαν για τα καλά τo 2016, μετά το δημοψήφισμα, με το οποίο αποφασίσθηκε η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Χαρακτηριστικό αποτέλεσε το γεγονός ότι η πλειοψηφία των κατοίκων της Σκωτίας ψήφισε κατά της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πλέον, η συζήτηση δεν αφορούσε μόνο την απόσχιση της Σκωτίας από το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και την παραμονή της στην Ένωση.
Έτσι, δεν προκαλούν εντύπωση τα σχέδια της Σκωτσέζικης Κυβέρνησης για πραγματοποίηση δημοψηφίσματος, τόσο το 2021, με τη δημιουργία ενός σχετικού «οδικού χάρτη», όσο και το 2023. Συγκεκριμένα, ανακοινώθηκε, στις 28 Ιουνίου 2022, ότι η Κυβέρνηση της Σκωτίας σκόπευε να πραγματοποιήσει δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία, στις 19 Οκτωβρίου 2023. Το ερώτημα του δημοψηφίσματος, που προτάθηκε στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε, ήταν το ίδιο με το 2014: «Θα έπρεπε η Σκωτία να είναι ανεξάρτητη χώρα;». Το ζήτημα παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου, για να ελέγξει την αρμοδιότητα του Σκωτσέζικου Κοινοβουλίου να εγκρίνει το συνταγμένο νομοσχέδιο για το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της. Το Ανώτατο Δικαστήριο απεφάνθη ότι το Κοινοβούλιο της Σκωτίας δεν μπορεί να νομοθετήσει για το θέμα, τασσόμενο στο πλευρό της Βρετανικής Κυβέρνησης, η οποία υποστηρίζει ότι για τόσο «θεμελιώδη ζητήματα» την εξουσία πρέπει να κατέχει το Βρετανικό Κοινοβούλιο.
Συνοψίζοντας, το ζήτημα της Σκωτσέζικης ανεξαρτησίας σίγουρα θα απασχολήσει και θα διχάσει ξανά την κοινή γνώμη. Με τη λύση να μην διαφαίνεται στον ορίζοντα και τον «νομικό κόμπο όλο να σφίγγει», η ανεξαρτησία της Σκωτίας δεν αποτελεί απλά έναν τρόπο επίτευξης περισσότερης αυτονομίας και αυτοδιάθεσης για το σκωτσέζικο λαό, αλλά και μια πρόκληση στην ενότητα του Ηνωμένου Βασιλείου και την πολιτική του σταθερότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η περίπτωση απόσχισης της Σκωτίας, Ant1 News, διαθέσιμο εδώ
- Scottish independence referendum: legal issues, UK Parliament, διαθέσιμο εδώ
- Scottish independence referendum: What happened in 2014?, BBC, διαθέσιμο εδώ
- Συνθέσεις και αποσχίσεις κρατών – πολιτειακές μεταβάσεις: Τα παραδείγματα της Σκωτίας και της Καταλονίας, Γιώργος Λεντούδης, 2018