Του Αντώνη Σολάκου,
Η περίοδος της Κατοχής, αναμφισβήτητα, αποτέλεσε μια χρονική στιγμή κατά την οποία ο εφήμερος έντυπος τύπος λειτούργησε ως ένα διαχυτικό δείγμα πολιτισμού στην εμπόλεμη Ελλάδα. Το περιοδικό «Ορίζοντες» είναι ένα από τα δεκάδες περιοδικά που εμφανίζονται την εν λόγω περίοδο. Αποτελείται από δέκα τεύχη, εκ των οποίων, το πρώτο εκδίδεται τον Ιανουάριο του 1944, ενώ τα υπόλοιπα τεύχη εκδίδονται κάθε μήνα έως και τον Οκτώβριο του 1944.
Οι «Ορίζοντες» συστήνονται στο αναγνωστικό κοινό της Κατοχής, ως ένα μηνιαίο περιοδικό γραμμάτων και τέχνης, όπως αναγράφεται και κάτω από τον τίτλο του περιοδικού στο εξώφυλλο και στα δέκα τεύχη. Διευθυντής του περιοδικού είναι ο Μάριος Βαϊάνος, ενώ εκδοτικός οίκος είναι το Πρακτορείο Πνευματικής Συνεργασίας στην Αθήνα, που ίδρυσε ο ίδιος. Πρόθεση του περιοδικού αποτελούσε η ανάδειξη των νεών δημιουργών, φιλοδοξούσε να προσφέρει χώρο έκφρασης στους νέους, χωρίς, ωστόσο, να αποκλείουν και συνεργασίες ήδη καταξιωμένων λογοτεχνών, των οποίων η συμβολή αναγνωρίζεται στην εξέλιξη των λογοτεχνικών πραγμάτων.
Το περιοδικό χαρακτηριζόταν από τη συγκέντρωση ετερόκλητης ύλης, η οποία δεν είχε έναν κεντρικό άξονα. Όπως μαρτυρά και ο υπότιτλος αποτελεί ένα περιοδικό γραμμάτων και τεχνών, έτσι εκτός από τον λογοτεχνικό χώρο, που είναι κυρίαρχος, συνεργάτες προέρχονται και από τον χώρο της μουσικής και του θεάτρου. Οι εξήντα εννέα συνεργάτες, που έχουν συνεργαστεί στα δέκα τεύχη του περιοδικού αναδεικνύουν την πρόθεση του διευθυντή να δώσει ένα πολυφωνικό περιοδικό, με αποτέλεσμα οι «Ορίζοντες» να στερούνται κάποιας ιδιαίτερης στόχευσης και ταυτότητας αλλά να αναδεικνύουν μέσα από τις σελίδες τους τη διακαλλιτεχνικότητα του περιεχομένου τους. Στις σελίδες του περιοδικού εντοπίζονται: ποιητικά κείμενα, διηγήματα, λυρικές πρόζες, μελέτες, κριτικές βιβλίου και θεάτρου και ποικίλες στήλες, όπως η στήλη του «πώς γράφεται» και η στήλη της «νέας ποίησης».
Σε ό,τι αφορά τη λογοτεχνία, η ποίηση έχει την πρωτοκαθεδρία στις σελίδες του περιοδικού. Ωστόσο, η προγραμματική δήλωση ότι το περιοδικό θα υποστήριζε νέους λογοτέχνες, έμεινε «κενό γράμμα», καθώς, η πλειονότητα των λογοτεχνών που δημοσιεύει ποίηση ανήκει σε προγενέστερες γενιές. Αναφέρονται χαρακτηριστικά «κυρίαρχα» ονόματα στον λογοτεχνικό χώρο που συνεργάστηκαν στο περιοδικό: Άγγελος Τερζάκης, Στρατής Μυριβήλης, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Γρηγόρης Γρηγόριος Ξενόπουλος, Τάσος Παπατσώνης, Θράσος Καστανάκης, Γιώργος Θεοτοκάς.
Στις σελίδες του περιοδικού εντοπίζονται νέες τεχνοτροπίες της υπερρεαλιστικής ποίησης, προσφέροντας μια ελάχιστη υπέρβαση στην προγενέστερη ποιητική παράδοση που περικλείει τις σελίδες του περιοδικού, ωστόσο, οι υπερρεαλιστικές εκφάνσεις περιορίζονται σε λίγους στίχους και σε διάσπαρτα τεύχη, μη αποκτώντας μια συνέχεια.
Αναφορικά με τις πεζές φόρμες, το μυθιστόρημα αποκλείεται λόγω της έκτασής του, έτσι, δεν εντοπίζεται κανένα μυθιστόρημα ολόκληρο, παρά μόνο αποσπάσματα από μυθιστορήματα. Το διήγημα εντοπίζεται σε κάθε τεύχος του περιοδικού, επιχειρώντας οι λογοτέχνες να ανανεώσουν τους παραδοσιακούς τρόπους γραφής, παρακάμπτοντας την ηθογραφία και στρέφοντας προς τα πολύπλοκα προβλήματα που έχουν ανακύψει από τις εξελίξεις. Παράδοξο αποτελεί το γεγονός πως στις σελίδες του περιοδικού, δεν εντοπίζονται μεταφράσεις, καθώς ελάχιστα είναι τα περιοδικά της περιόδου της Κατοχής που δεν εμπερικλείουν μεταφρασμένα έργα στις σελίδες τους.
Το παραπάνω γεγονός δεν θα μπορούσε να συσχετισθεί με την απουσία της μεταφρασμένης λογοτεχνίας, ως υποδεέστερο είδος, αλλά με την ηλικιακή ωριμότητα και την ετερόκλητη στόχευση του διευθυντή του περιοδικού. Έτσι, επιλέγεται να αποδοθεί το εσωτερικό στίγμα της καλλιτεχνικής ζωής του τόπου.
Όπως, δηλώνεται στο πέμπτο τεύχος, από την εκδοτική ομάδα του περιοδικού επιβεβαιώνοντας τη λήγουσα διαπίστωση: «Το περιοδικό μας δεν έχει συγγένεια με κανένα από τα άλλα που βγαίνουν, όλα είναι για τη λογοτεχνία, ποίηση, διήγημα, μελέτη, κανένα δεν είναι για την πλατεία και αναλυτική κριτική της πνευματικής ζωής».
Πολλά από τα περιοδικά της Κατοχής –και οι «Ορίζοντες»– αποτελούν εγχειρήματα ανάδειξης και καλλιέργειας του πνεύματος. Η ποικίλη ύλη που εντάσσουν στο περιεχόμενό τους σχετίζεται με την αδυναμία συγκρότησης μιας σταθερής ταυτότητας των περιοδικών και τον πειραματισμό τους. Η πληθώρα των περιοδικών και του έντυπου τύπου που εντοπίζονται κατά την περίοδο της Κατοχής με βραχύβιο χαρακτήρα συνάδει με τη γενικότερη ανάδειξη του πνευματικού αγώνα και της προσφοράς, όσο το δυνατόν μεγαλύτερου υλικού φιλολογικής –και όχι μόνο– ύλης. Το μόνο σίγουρο είναι πως τα περιοδικά της Κατοχής αποτελούν ένα πολύμορφο φαινόμενο πνευματικής παρουσίας που θάλλει σε άγονους καιρούς.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Καστρινάκη, Αγγέλα, (2005), Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία 1940-1950, Αθήνα, Εκδ. Πόλις.
- Ορίζοντες, (1944), Τυπογραφείο: Πρακτορείο Πνευματικής Συνεργασίας, Αθήνα, τ. 1 έως 10.
- Μπουφέα, Αλεξάνδρα Κ., (2006), Τα λογοτεχνικά περιοδικά της Κατοχής, Αθήνα, Εκδ. Σοκόλης.