14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ πορεία του Κωνσταντίνου Α΄

Η πορεία του Κωνσταντίνου Α΄


Του Θεμιστοκλή Καγκέλη,

Στις σελίδες της ιστορίας μοναδική κινητήριος δύναμη είναι η τύχη. Τύχη για τους Αρχαίους Έλληνες, δεν σήμαινε μόνο το απροσδόκητο, αλλά ήταν πηγή θάρρους και φιλοδοξίας, τόσο μεγάλη που θεοποιούταν στο πρόσωπο της Θεάς Τύχης. Ο Αθηναίος ποιητής Μένανδρος είχε γράψει ότι «Προτιμώ μια σταλιά Τύχης, παρά ένα πιθάρι γνώσης». Έτσι λοιπόν, με τυχαία γεγονότα, όπως θα δούμε, ξεκινά και η σημερινή ιστορία, όπου θα αναλύσουμε πώς ο Κωνσταντίνος, ένα αγόρι από την ελληνορωμαϊκή επαρχία της Δαρδανίας (σημερινή Σερβία), κατάφερε να ανέβει στο ζενίθ της ρωμαϊκής εξουσίας και να θεοποιηθεί αργότερα ως «Μέγας» κοσμοκράτορας, ιδρύοντας την κοιτίδα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Πατέρας του ήταν ο Αξιωματικός και μετέπειτα Αυτοκράτορας Κωνστάντιος Χλωρός, τον οποίο αποκαλούσαν έτσι λόγω της όψης του προσώπου του. Αυτός σε μία εκστρατεία του στη Μικρά Ασία κατά τύχη γνωρίζει μία σαγηνευτική Ελληνίδα, την Ελένη, στο πανδοχείο όπου δούλευε, τη νυμφεύεται και το ζευγάρι αποκτά έναν γιο, τον Κωνσταντίνο. Ωστόσο, ο γάμος τους ήταν εφήμερος μιας και η νομοθεσία δεν επέτρεπε τη συζυγική σχέση αυτοκράτορα με γυναίκα μη ευγενούς καταγωγής. Όσο για την Ελένη, αργότερα ως γνήσια Χριστιανή έκανε ανασκαφές αναζητώντας τον Τίμιο Σταυρό, τον οποίο εν τέλει βρήκε. Κομμάτι αυτού του Σταυρού διασώζεται σήμερα στο Άγιον Όρος.

Ο γενναίος Κωνσταντίνος εξοντώνει ένα λιοντάρι. Πηγή: commons.wikimedia.org

Επειδή ο Κωνστάντιος πήγε να συγκατοικήσει με τη νέα του σύζυγο, έστειλε τον γιο του στον Αυτοκράτορα Διοκλητιανό. Έτσι, ο Κωνσταντίνος είχε την τύχη να μεγαλώσει και να ανδρωθεί μέσα στα αυτοκρατορικά ανάκτορα, και μορφώθηκε από μεγάλους διανοούμενους, όπως ο Λακτάντιος, ενώ από μικρή ηλικία έδειξε κλίση προς την τέχνη του πολέμου, συμμετέχοντας σε πολλές στρατιωτικές εκστρατείες της Ρώμης. Οι πηγές περιγράφουν τον Κωνσταντίνο ως έναν φιλόδοξο και αλαζόνα νέο, όμοιο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και απαλλαγμένο από ηθικές αρχές, που ως ύψιστη προτεραιότητα είχε την επιβολή της θέλησής του και των όπλων.

Βέβαια, τη δύναμη της προσωπικότητάς του αισθάνθηκε από νωρίς ο συναυτοκράτορας του Διοκλητιανού, Γαλέριος, ο οποίος τον έβλεπε ως μελλοντικό εχθρό και σκεφτόταν από φόβο να τον δολοφονήσει, όπως όταν τον έστειλε σε εκστρατεία έναντι των Σαρματών με ελάχιστους στρατιώτες ή όταν τον προκάλεσε να μονομαχήσει με ένα τεράστιο λιοντάρι στο στάδιο της Νικομήδειας. Στη μία περίπτωση ο Κωνσταντίνος επέστρεψε νικηφόρος και στην άλλη κατέσφαξε το λιοντάρι. Όσο για τον Γαλέριο, πριν πεθάνει από βαριά ασθένεια διόρισε τον Αύγουστο στη θέση του τον αδερφικό του φίλο Λικίνιο, ώστε να ολοκληρώσει το έργο που άρχισε και κάποια στιγμή να βγάλει απ’ τη μέση τον Κωνσταντίνο.

Η μεγάλη προαγωγή του Κωνσταντίνου στην ιεραρχία έρχεται το 306 μ.Χ. όταν ο πατέρας του πεθαίνει στο Εβόρακον (σημερινή Υόρκη) της Βρετανίας μετά από μία εξουθενωτική εκστρατεία στο νησί. Με την τελευταία του πνοή, ο Κωνστάντιος τον ανακηρύσσει Αύγουστο, που αποτελούσε το ανώτατο πολιτικό – στρατιωτικό αξίωμα της εποχής, και έτσι ο Κωνσταντίνος σε μικρή ηλικία βρίσκεται να εξουσιάζει επί σημαντικού τμήματος της αυτοκρατορίας. Παράλληλα, ο Διοκλητιανός παραιτείται από αυτοκράτορας και σε αυτό το σημείο τρείς άνδρες (Κωνσταντίνος – Μαξέντιος – Λικίνιος) διεκδικούν τη μονοκρατορία της Ρώμης.

Ο Μαξέντιος καταφεύγει στη Ρώμη, όπου περιμένει υπομονετικά να του επιτεθούν τα στρατεύματα του Κωνσταντίνου. Εκεί, αναζητά απαντήσεις μέσα από χρησμούς για το πότε θα έρθει η ευνοϊκή μέρα για ευθεία σύρραξη και καταλήγει στην 28η Οκτωβρίου, μέρα που κατά τα Συβιλλικά βιβλία θα «χανόταν ο εχθρός των Ρωμαίων». Πράγματι, εκείνη ακριβώς τη μέρα επιλέγει να επιτεθεί ο ίδιος πριν καν ο Κωνσταντίνος προλάβει να φτάσει στη Ρώμη, με αποτέλεσμα οι δύο άντρες να έρθουν πρόσωπο με πρόσωπο στη συναρπαστική μάχη της Μιλβίας Γέφυρας, ένα κομβικό σημείο του δρόμου προς τη Ρώμη, μιας και αν ο Μαξέντιος κρατούσε τον Κωνσταντίνο μακριά, θα είχε την εύνοια της Συγκλήτου ως προστάτης της πόλης. Βέβαια, το υπερφυσικό στοιχείο δε θα μπορούσε να λείπει από ένα τόσο κοσμοϊστορικό γεγονός, μιας και ο Κωνσταντίνος το απόγευμα πριν τη μάχη περιγράφει πως είδε το χριστόγραμμα (ΧΡ) να εμφανίζεται στον ουρανό μαζί με τη φράση «Εν τούτω νίκα» (με αυτό να νικήσεις). Όσο για τον Μαξέντιο, ξαφνιάστηκε όταν είδε το στράτευμα του Κωνσταντίνου να παρελαύνει, μιας και έφερε ζωγραφισμένο στις ασπίδες του τα γράμματα Χ και Ρ, ένα έμβλημα που μάλλον δεν είχε ξαναδεί.

Η μάχη της Μίλβιας Γέφυρας, αναπαράσταση από την εποχή της Αναγέννησης. Πηγή: commons.wikimedia.org

Η μάχη ήταν σφοδρή. Αν και τα στρατεύματα ήταν ισάριθμα, αυτό του Μαξεντίου υπερείχε λόγω του ότι απαρτιζόταν από την πραιτοριανή φρουρά, δηλαδή τη στρατιωτική ελίτ των Ρωμαίων. Ωστόσο, αυτό δε στάθηκε εμπόδιο μεταξύ του Κωνσταντίνου και της Ρώμης, ο οποίος επέδειξε άριστες πολεμικές ικανότητες, σφάζοντας έναν μετά τον άλλον τους εχθρούς του μέχρι που τους έφτασε στον ποταμό Τίβερη. Ο Μαξέντιος και το τάγμα του βρίσκονταν σε αδιέξοδο. Μόνη λύση ήταν να διασχίσουν κατά χιλιάδες τον Τίβερη περνώντας από τη στενή Μιλβία Γέφυρα. Έτσι κι έγινε.

Σε μία απελπισμένη προσπάθεια υποχώρησης, ο Μαξέντιος και οι άνδρες του τρέχουν να σωθούν. Επικρατεί πανικός. Κάποιοι προλαβαίνουν και διασχίζουν τη γέφυρα, ενώ άλλοι πέφτουν στα ορμητικά νερά και πνίγονται. Όσοι μένουν πίσω γεύονται το ξίφος του Κωνσταντίνου. Μαζί με πολλούς άλλους, σκοτώνεται και ο Μαξέντιος ο οποίος πέφτει στον Τίβερη και βουλιάζει απ’ τη βαριά του πανοπλία. Την επόμενη μέρα βρίσκουν το σώμα του και στέλνουν το κεφάλι του στην Αφρική, δηλαδή στο μέρος της αυτοκρατορίας που του ανήκε, ως απόδειξη της ήττας του.

Κατευθείαν μετά τη μάχη, ακόμα με αίματα στα ξίφη, ο Κωνσταντίνος με το τάγμα του μπαίνουν θριαμβευτικά στη Ρώμη όπου ο λαός τον ανακηρύσσει επισήμως Αύγουστο και για τα επόμενα χρόνια ο Κωνσταντίνος καταδιώκει τους εχθρούς της αυτοκρατορίας, ενώ παράλληλα προωθεί και τη δικιά του κρυφή ατζέντα να εξοντώσει τον Λικίνιο. Στις μάχες που ακολούθησαν, αν και ο Λικίνιος υπερείχε αριθμητικά, ο Κωνσταντίνος τον κατατρόπωσε εκμεταλλευόμενος το χριστιανικό αίσθημα που είχε εμφυσήσει στους στρατιώτες του μιας και σε αυτό το σημείο θεωρούσε τον εαυτό του απεσταλμένο απ’ τον Θεό. Με ανυψωμένο το ηθικό, λοιπόν, η καταλυτική μάχη δίνεται στην Χρυσούπολη, όπου ο Λικίνιος εν τέλει συλλαμβάνεται και απαγχονίζεται.

Ο Κωνσταντίνος πλέον με όλους τους αντιπάλους του νεκρούς κυβερνά μόνος του επί της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Θέλοντας να εγκαθιδρύσει τη «Νέα Ρώμη» ως κέντρο του Χριστιανισμού, επιλέγει την πόλη του Βυζαντίου, που βρισκόταν σε αξεπέραστη γεωπολιτική θέση. Έτσι, σε βάθος εξαετίας, η πόλη ανοικοδομείται, ανεγείρονται τείχη και από μία μικρή ελληνική αποικία μετατρέπεται στη σπουδαία Κωνσταντινούπολη που για τους επόμενους δέκα αιώνες θα αποτελούσε το πολιτικό και πολιτιστικό επίκεντρο ολόκληρου του γνωστού κόσμου.

Η νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Κωνσταντινούπολη. Πηγή: greekcitytimes.com

Αν και στρατοκρατική, η διακυβέρνηση του Κωνσταντίνου θεωρήθηκε ιδιαίτερα προοδευτική για την εποχή του. Οι γυναίκες, σε αντίθεση με τη Ρώμη, απολάμβαναν πληθώρα δικαιωμάτων και μπορούσαν να συμμετέχουν σχεδόν σε κάθε πτυχή της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής στην Κωνσταντινούπολη. Ακόμα, πολλοί νόμοι αναθεωρήθηκαν και λόγω της Χριστιανικής επιρροής, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ηθική μεριά του δικαίου, ενώ για τον ίδιο λόγο, διαμορφώθηκε κι ένα εκτεταμένο κράτος πρόνοιας.

Τέλος, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε ξεχωριστά στη σχέση του Κωνσταντίνου με τη Χριστιανοσύνη, που από ερευνητική σκοπιά έχει απασχολήσει γενιές ιστορικών. Η επικρατούσα άποψη είναι ότι ο Κωνσταντίνος μάλλον δεν έγινε ποτέ πραγματικά Χριστιανός ο ίδιος, παρόλο που υπάρχουν φήμες ότι βαπτίσθηκε λίγες στιγμές πριν το θάνατό του. Άλλες πηγές υποστηρίζουν ότι στράφηκε στο Χριστιανισμό φοβούμενος τις συνέπειες των φοβερών πράξεων που έκανε για να ανέλθει στην εξουσία. Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος μάλλον ως ευφυής ηγέτης απλώς ενστερνίστηκε το χριστιανικό ρεύμα της εποχής, ώστε να ενώσει τους συμμάχους του γύρω από μία κοινή αποστολή.

Κλείνοντας, ο Κωνσταντίνος απεβίωσε από ασθένεια σε ηλικία 65 ετών και το σώμα του μεταφέρθηκε στον μεγαλοπρεπή Ναό των Αγίων Αποστόλων, ο οποίος αργότερα καταστράφηκε απ’ τους Οθωμανούς Τούρκους. Το ανεπανάληπτο έργο του ωστόσο έμεινε για πάντα ανεξίτηλο και αξεπέραστο μιας και θεμελίωσε μία κοσμοκρατορία – πρότυπο, που όμοιά της δεν υπήρξε ποτέ ξανά. Για αυτούς τους λόγους, λοιπόν, τον αποκαλούμε σήμερα «Μέγα».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Ευσέβιος Καισαρείας (επανέκδοση 2011), Βίος Μεγάλου Κωνσταντίνου, Θεσσαλονίκη: εκδόσεις Ζήτρος
  • Jonathan Harris (2009), Constantinople, Capital of Byzantium, London: Bloomsbury Academic
  • John Dillon (2012), The Justice of Constantine, Michigan: University of Michigan Press

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεμιστοκλής Καγκέλης
Θεμιστοκλής Καγκέλης
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και σπουδάζει στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Η τριβή του με τη συγγραφή είναι μεγάλη, μιας και τον τελευταίο καιρό γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα σε high fantasy setting. Στον ελεύθερό του χρόνο, αν υπάρχει, θα τον βρει κανείς με παρέα ή να παίζει πιάνο, ενώ τον ιντριγκάρουν ζητήματα όπως η φιλοσοφία και η ιστορία. Επίσης, έχει συμμετάσχει σε πολλαπλά προγράμματα MUN, από τα οποία και «κόλλησε» το μικρόβιο της διεθνούς πολιτικής.