Της Αναστασίας Κούρλα,
Ο Τζοβάνι Μποκκάτσιο, γνωστός με το εξελληνισμένο όνομά του, Ιωάννης Βοκάκιος, γεννήθηκε μεταξύ του Ιουνίου και του Ιουλίου του 1313 στη Φλωρεντία. Ήταν νόθος γιος του Μποκκάτσιο ντι Κελλίνο, πλούσιου εμπόρου, ο οποίος τον αναγνώρισε ως γιο του 15 χρόνια μετά τη γέννησή του. Η μητέρα του παραμένει μέχρι σήμερα ανώνυμη, καθώς προερχόταν από ταπεινή τάξη. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Φλωρεντία και στην ενήλικη ζωή του μετακόμισε στη Νάπολη, για να σπουδάσει νομικά.
Παράλληλα, ο πατέρας του, τον παρότρυνε να ασχοληθεί με το εμπόριο, παρόλο που ο ίδιος δεν ήθελε. Από το 1334 ξεκίνησε να δημοσιεύει τα πρώτα του έργα, κυρίως ποιήματα με ρίμα, τα οποία εξελίσσονται σε έναν βουκολικό κόσμο, αφού το εμπόριο και τα νομικά δεν αποτέλεσαν ποτέ αντικείμενο ενδιαφέροντός του. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η βασιλική αυλή της Νάπολης, προστάτευε τους ανθρώπους των γραμμάτων και τους έδινε το κίνητρο για ενασχόληση με τον πνευματικό κόσμο.
Ωστόσο, το 1340 επιστρέφει στη Φλωρεντία, επειδή ξέσπασε οικονομική κρίση στη Νάπολη και οι επιχειρήσεις της οικογένειάς του αντιμετώπιζαν προβλήματα. Το 1350 γνώρισε τον ουμανιστή Φραγκίσκο Πετράρχη, ο οποίος έγινε ο μέντοράς του. Πέρασε την υπόλοιπη ζωή του αφοσιωμένος στις ανθρωπιστικές του μελέτες και στο γράψιμο. Πραγματοποίησε πολλά ταξίδια, ακολουθώντας τις μετακινήσεις του Πετράρχη στην Αβινιόν, στη Λομβαρδία, στο Μιλάνο…
Το 1362 βίωσε μια υπαρξιακή και θρησκευτική κρίση και επέλεξε την απομόνωση. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ήθελε να καταστρέψει τα χαρτιά του και να γίνει ισότιμος με τον Δάντη. Το 1373 θα διάβαζε δημόσια τη Θεία Κωμωδία του Δάντη, αλλά άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Δεκεμβρίου, ύστερα από ταλαιπωρία με μακροχρόνια ασθένειά του.
Το Δεκαήμερο αποτελεί ένα κείμενο-σφραγίδα για τον 14ο αιώνα, αλλά και για τον ίδιο τον Ιταλό συγγραφέα. Αφορμή υπήρξε η επιδημία πανούκλας στη Φλωρεντία το 1348, που επέφερε τη διάλυση του κοινωνικού ιστού, μέσω της ρήξης των οικογενειακών δεσμών, της απώλειας της ανθρωπιάς, την εγκατάλειψη της ηθικής κ.ά. Ο Βοκάκιος έχασε πολλά μέλη της οικογένειάς του εκείνη την περίοδο. Απέναντι, λοιπόν, σε αυτήν τη φοβερή κατάσταση, αντιπροτείνει την ομορφιά της ζωής στη φύση. Σκιαγραφεί έναν locus amoenus, ένα γοητευτικό τοπίο για τους οφθαλμούς, για να τοποθετήσει εκεί ένα σκηνικό ισότητας, φιλίας, ευγένειας και αληθινής καλλιέργειας που αντιπροσωπεύει αυτή η δεκαμελής συντροφιά.
Η αρχή του βιβλίου περιγράφει με σκοτεινούς τόνους τις συμφορές του λοιμού. Στο έργο πρωταγωνιστούν τρία αγόρια και επτά κορίτσια, ντυμένα πένθιμα, όπου ανταμώνουν σε μια εκκλησία και αποφασίζουν να φύγουν από τη Φλωρεντία για δύο εβδομάδες, βρίσκοντας καταφύγιο στην εξοχή. Κάθε μέρα, ένας από αυτούς γίνεται βασιλιάς/βασίλισσα και κανονίζει το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας, αλλά και το θέμα των ιστοριών, που όλοι πρέπει να αφηγηθούν. Η θεματική περιστρέφεται γύρω από την αγάπη, τον έρωτα, την ελπίδα, αλλά και την κακοτυχία, αφού οι ήρωες του βιώνουν μια αντιφατική πραγματικότητα.
Οι δέκα μέρες των αφηγήσεων διακατέχονται από ποικίλους τόνους. Θα μπορούσαμε να πούμε πως υπάρχει ένα παιχνίδι πάνω σε αυτές τις αφηγήσεις. Τα πρόσωπα μπαίνουν ηθελημένα στους σαφώς οριοθετημένους κανόνες του παιχνιδιού και ψυχαγωγούνται. Η αλληλουχία των αφηγήσεων είναι ένα ζήτημα ζωής και θανάτου. Είναι κάτι που σώζει από την ασθένεια, μια αληθινή παρηγορητική λειτουργία, μια πηγή ζωής μέσα σε συνθήκες θανάτου. Από ψυχολογική μάτια, η ψυχαγωγία τους είναι ένα ανάχωμα στην αρρώστια.
Οι δέκα αφηγητές διεκδικούν δύο χαρακτηριστικά: το καινούριο, το νέο, το πρόσκαιρο, αλλά και το αυθεντικό. Κατά αναλογία, τίθεται σε δοκιμασία η αξιοπιστία του αφηγητή και η εμπειρία του ακροατηρίου, ώστε να συνδυάσει και να συγκρίνει τις ιστορίες. Η πρωτοτυπία του έγκειται στο ότι αποτυπώνει τον σύγχρονο τρόπο ζωής της αστικής τάξης της εποχής του. Κάθε μέρα έκλεινε με ένα τραγούδι για χορό.
Για αιώνες ολόκληρους, ο Βοκάκιος εμφανιζόταν ως ο πιο ελευθεριάζων και άσεμνος συγγραφέας της ιταλικής αναγέννησης. Οι εκατό εγκιβωτισμένες ιστορίες του 10ήμερου έχουν εμπνεύσει τις άλλες τέχνες, όπως τη ζωγραφική του Μποττιτσέλι, τον κινηματογράφο μέσω του Ταβιάνι και τις συνθέσεις των Βιβάλντι, Μπονοντσίνι και Σκαρλάττι.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου, Boccaccio Giovanni, μετάφραση Βατάλας Εμμανουήλ, Εκδόσεις Δαρεμά.
- Ο Βοκάκιος, το Δεκαήμερο και η Πανώλη, itravelpoetry.com, διαθέσιμο εδώ.