Της Χρυσάνθης-Ίριδας Ανεμογιάννη,
Τι θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η εμπειρία; Μια γνώση, μια δεξιότητα. Ένα πείραμα, μια παρατήρηση. Εξάσκηση που, τελικά, γίνεται κτήση. Ένα βίωμα που, τελικά, γίνεται «μέρος» μας. Η σπουδαιότητα της εμπειρίας εξαρτάται από το πώς το ίδιο το άτομο την αντιλαμβάνεται. Έτσι, η εμπειρία αποκτά υποκειμενικό χαρακτήρα και βιώνεται ως πραγματικότητα. Υπάρχει, γενικότερα, η τάση εκτίμησης και αξιολόγησης των πράξεων μας. Πρόκειται για την εύρεση θετικών ή αρνητικών στοιχείων, με βάση την επίδοση, την αποτελεσματικότητα, την αξία, συνήθως σε σχέση και σύγκριση με τους άλλους. Ανάλογα, με την κρίση αυτή, επέρχεται η αυτοεκτίμηση και η θετική ή αρνητική στάση απέναντι στον εαυτό μας.
Οι εμπειρίες που θα «αποφευχθούν», επειδή κρίνονται ως «λιγότερο άξιες», είναι αυτές που «αποξενώνουν» ουσιαστικά το άτομο από τον εαυτό του. Το άτομο δεν είναι ειλικρινές απέναντι στον εαυτό του, στη δική του προσωπική αξιολόγηση της εμπειρίας του και, προκειμένου να διατηρήσει τη θετική εκτίμηση των άλλων, παραποιεί τις αξίες που βιώνει και τις αντιλαμβάνεται σε σχέση με τις αξίες που του προσδίδουν οι άλλοι. Ουσιαστικά, με αυτόν τον τρόπο το σύστημα αξιών τροποποιείται και εσωτερικεύεται με διαφορετικό τρόπο. Τα άτομα αναπτύσσονται, χωρίς να εκτιμούν τον εαυτό τους θετικά, έχοντας αφομοιώσει τους όρους αξιών των άλλων.
Όταν η εμπειρία του εαυτού και η αυτοαντίληψη παύουν να συμπίπτουν και έρχονται σε αντίθεση, τότε δημιουργείται ασυμφωνία μεταξύ εαυτού και εμπειρίας. Ως αποτέλεσμα, μπορεί να προκύψουν μηχανισμοί άμυνας και αλλαγή της συμπεριφοράς, με σκοπό την αποτροπή της εμπειρίας, τη μετατροπή του νοήματος της ή την αλλαγή στη δομή της. Είναι πολύ σημαντικό να βρούμε τρόπους, για να κατανοήσουμε τις πτυχές του εαυτού μας. Το άτομο πρέπει να απελευθερωθεί από την εσωτερική διαμάχη που προκαλεί η ταύτιση με τις απόψεις των άλλων. Μπορεί, τελικά, αυτό που θα προκύψει να είναι αναθεώρηση της ίδιας της δομής του εαυτού μας. Αυτό, όμως, θα έχει προκληθεί μετά την αφομοίωση των εμπειριών που άλλοτε «αποφεύγονταν» ως ασυνεπείς.