Του Σπύρου Θεοχαράκου,
Η ανάγκη των ανθρώπων για ασφάλεια αποτελούσε ανέκαθεν εγγενές βιολογικό ένστικτο, με ευθεία προέκταση και στις σύγχρονες δομές κοινωνίας, τα κράτη. Συνηθίζουμε να θεωρούμε πως η ισχύς ενός κράτους, η ικανότητά του να παρέχει ασφάλεια στον πληθυσμό του, είναι απαραίτητα συνάρτηση του μεγέθους του και του πληθυσμού του. Στο παρόν άρθρο, θα εξετάσουμε την περίπτωση του Κατάρ, ενός κράτους που έρχεται να καταρρίψει αυτήν τη θεωρία.
Το Εμιράτο του Κατάρ αποτελεί κράτος της Αραβικής Χερσονήσου που βρέχεται από τον Περσικό Κόλπο. Είναι μικρό σε έκταση και διαθέτει πληθυσμό που μόλις απαριθμεί τους 3.000.000 κατοίκους, εκ των οποίων πάνω από τα 2/3 είναι μετανάστες. Το κράτος αυτό έχει διανύσει μια ενδιαφέρουσα πορεία, καταφέρνοντας να υπερνικήσει τα εγγενή μειονεκτήματα του μεγέθους του. Συνήθως, όσο πλούσιες και ανεπτυγμένες κι αν είναι, οι μικρές χώρες δεν έχουν μεγάλο βάρος στον παγκόσμιο πολιτικό στίβο, πολλώ δε μάλλον απέναντι στις περιφερειακές δυνάμεις και στις υπερδυνάμεις. Έτσι, υπόκεινται εξ ολοκλήρου στις κατευθύνσεις που ορίζονται από αυτές. Αυτό τις αναγκάζει να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο προσανατολισμούς. Ο πρώτος επιβάλλει μια σχέση εξάρτησης και υποταγής, στην οποία βρίσκονται υπό την πτέρυγα μιας μεγαλύτερης δύναμης, με αντάλλαγμα την προστασία από τις απειλές άλλων δυνάμεων. Ο δεύτερος τις οδηγεί να δημιουργήσουν συμμαχίες για να αντιμετωπίσουν τις απειλές αυτές. Το Κατάρ ακολουθούσε για χρόνια τον προσανατολισμό της υποταγής, με αυτοκρατορίες όπως η Περσική, η Οθωμανική, αλλά και η Βρετανική να κυριαρχούν στο αραβικό κράτος, μέχρι την ανεξαρτητοποίησή του, το 1971. Ο μεγάλος γείτονας, η Σαουδική Αραβία, συνέχισε να χαράσσει την πολιτική του Κατάρ μέχρι και τη δεκαετία του 1980, όταν ένα κρίσιμο γεγονός άλλαξε συθέμελα την ισορροπία του Περσικού Κόλπου, η στρατιωτική επέμβαση του Ιράκ του Saddam Hussein στο Κουβέιτ, το 1990.
Το μεγάλο ερώτημα που ανέκυψε τότε ήταν το «ποιος θα μας προστατέψει σε περίπτωση ανάλογης εισβολής;». Υπό τον φόβο ανερχόμενης ηγεμονικής τάσης της Σαουδικής Αραβίας, το Κατάρ προέβη σε ριζικές αλλαγές στην εξωτερική του πολιτική. Ο Σεΐχης Hamad bin Khalifa Al Thani ανέλαβε την ηγεσία του Κατάρ το 1995, έχοντας φιλόδοξα όνειρα για το κράτος του. Εστίασε σε έναν συνδυασμό εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων και πολιτικής αυτονομίας, που κατέστη εφικτή χάρη στη διπλωματία και τη χρήση μεθόδων ήπιας δύναμης (soft power). Αξίζει να εξετάσουμε τη δυναμική που παρείχαν αυτές οι στρατηγικές επιλογές στο μικρό αραβικό κράτος του Κατάρ, μετατρέποντάς το σε ισχυρό «παίκτη« με λόγο στο διεθνές γίγνεσθαι.
Στο θέμα των φυσικών πόρων, το Κατάρ διαθέτει το τρίτο μεγαλύτερο απόθεμα φυσικού αερίου στον κόσμο, με ποσοστό 13%, μετά τη Ρωσία και το Ιράν. Δαπανηρές επενδύσεις έχουν επιτρέψει την παραγωγή 77 εκατομμυρίων τόνων υγροποιημένου φυσικού αερίου τον χρόνο, ένα νούμερο που συνεχώς αυξάνεται, με ορίζοντα τα 126 εκατομμύρια το 2027. Το παγκόσμιο μερίδιο του Κατάρ φτάνει το 25%, ποσοστό που από μόνο του το καθιστά ανεκτίμητο για την παγκόσμια σταθερότητα των αγορών.
Με την αλλαγή της χιλιετίας, λόγω της πληθυσμιακής έκρηξης και της οικονομικής ανάπτυξης, αυξήθηκε η ανάγκη παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και επεκτάθηκαν οι βιομηχανίες που εξαρτώνται από το αέριο, όπως η πετροχημική και η βιομηχανία αλουμινίου. Οι περισσότερες χώρες του Κόλπου αύξησαν τις εισαγωγές φυσικού αερίου για να μειώσουν την κατανάλωση πετρελαίου στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να το καταστήσουν διαθέσιμο για εξαγωγή. Συνεπώς, το Κατάρ βρέθηκε σε προνομιακή θέση, έχοντας επενδύσει στο μέλλον του αερίου ως μορφή ενέργειας. Το γεγονός δε ότι αποτελεί καθαρότερη για το περιβάλλον εναλλακτική από τις άλλες μορφές έχει συντελέσει στην προώθηση του κράτους σε διεθνές επίπεδο. Η απόφαση της Ντόχα το 2018 να αποχωρήσει από τον Οργανισμό Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών (OPEC) δεν ήταν τυχαία, καθώς σκόπευε στη μείωση επιρροής της Σαουδικής Αραβίας που κυριαρχεί στον οργανισμό. Σε αυτήν του τη στρατηγική επιλογή, το Κατάρ προσπαθεί να γίνει «η Σαουδική Αραβία του αερίου», ρυθμίζοντας τις τιμές του προς όφελός του.
Η ύπαρξη εξωτερικής πολιτικής του Κατάρ δεν ήταν κάτι δεδομένο πριν την περίοδο του Σεΐχη Hamad bin Khalifa. Η τολμηρή απόφαση να αποχωρήσει από σχέσεις εξάρτησης και να δικτυωθεί με άλλα κράτη, συνάπτοντας συμφωνίες και αμυντικές συμμαχίες, προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στα γειτονικά κράτη. Η Σαουδική Αραβία, ως ισχυρότερο κράτος στο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (GCC), του οποίου το Κατάρ είναι μέλος, εναντιώθηκε σθεναρά στην τάση αυτήν, οδηγώντας σε δύο προσπάθειες πραξικοπήματος, το 1996 και το 2002. Το Κατάρ, ακολουθώντας το ένστικτο επιβίωσής του, σύναψε συμφωνίες με τις Η.Π.Α., επιτρέποντας την ύπαρξη αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων στο έδαφός του.
Παράλληλα, όμως, δεν βρήκε κανένα λόγο να μην πλησιάσει πολιτικούς αντιπάλους της Δύσης, όπως το Ιράν και τη Χαμάς. Η πολιτική της ισορροπίας του Κατάρ είναι από τις λίγες περιπτώσεις σε διεθνές επίπεδο, με το κράτος να εξισορροπεί κάθε φορά την πλάστιγγα με διπλωματικές κινήσεις αντιμαχόμενων στρατοπέδων. Το Ιράν, με το οποίο συνδέονται με σχέσεις συνεκμετάλλευσης φυσικών πόρων και ιδεαλιστικές, έχει πολλάκις βοηθήσει αποτρεπτικά έναντι των αντιπάλων του Κατάρ. Ενώ σε ανάλογες περιπτώσεις διπλωματικών εντάσεων με το Ιράν, η Σαουδική Αραβία αναλαμβάνει τον ρόλο προστάτη του Κατάρ, ως ανταγωνίστρια δύναμη του Ιράν. Μια άλλη μη αραβική χώρα, η Τουρκία, έχει βρει στο Κατάρ μια ευκαιρία για αύξηση της επιρροής της στον μουσουλμανικό κόσμο, στην προσπάθεια ανάδειξής της ως «προστάτη των απανταχού μουσουλμάνων». Η κοινή τους συμπάθεια στους Αδελφούς Μουσουλμάνους και αντίστοιχες ριζοσπαστικές ομάδες στην Αίγυπτο και αλλού έχει δημιουργήσει μια σχέση αλληλεξάρτησης. Σε αυτήν τη σχέση, η Τουρκία παρέχει τη δύναμη και το Κατάρ το κεφάλαιο.
Θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην αναφερθούμε στο κυρίαρχο μέσο πολιτικής επιρροής του Κατάρ, το Al Jazeera. Το δίκτυο ιδρύθηκε το 1996 και εκπέμπει σε πάνω από 150 χώρες, με εκατοντάδες εκατομμύρια θεατές. Εδραιώθηκε κατά την περίοδο των πολέμων στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και κατά τη δεύτερη Ιντιφάντα στην Παλαιστίνη, καλύπτοντας ένα ειδησεογραφικό κενό με ευρύ περιθώριο ελευθερίας και ποικιλομορφία απόψεων. Εκφράζοντας ριζοσπαστικές οπτικές, χρησιμοποιείται από το Κατάρ ως όχημα προώθησης του πολιτικού Ισλάμ και των συμφερόντων του. Το γεγονός δε ότι πολύς κόσμος αγνοεί το γεγονός ότι έχει έδρα τη Ντόχα, αποτελεί παράδειγμα μορφής ήπιας δύναμης του Κατάρ. Η εργαλειοποίησή του έχει συχνά προκαλέσει συγκρούσεις με τα υπόλοιπα αραβικά κράτη, που βλέπουν τα καθεστώτα και τα συμφέροντά τους να απειλούνται από την επιρροή του στον αραβικό πληθυσμό.
Πρόσθετες μορφές ήπιας δύναμης του Κατάρ περιλαμβάνουν τη διαμεσολάβηση μεταξύ κρατών, τα ερευνητικά κέντρα, τη δωρεά για ανθρωπιστικούς σκοπούς και τα αθλήματα. Το 2021, με την αποχώρηση των Η.Π.Α. και του Ν.Α.Τ.Ο. από το Αφγανιστάν, το Κατάρ διαμεσολάβησε με τους Ταλιμπάν και παρείχε την αερομεταφορά και ασφάλεια 125.000 ανθρώπων από το έδαφος του Αφγανιστάν προς τη Ντόχα. To 2022 φιλοξένησε το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, ενισχύοντας την προβολή του και τον τουρισμό του διεθνώς. Οργανισμοί όπως το Qatar Fund for Development παρέχουν οικονομική βοήθεια σε αναπτυσσόμενες χώρες. Στον τομέα της εκπαίδευσης, το Qatar Foundation επενδύει σε καινοτόμες δομές έρευνας και τεχνολογίας, προσφέροντας γνώση και τεχνογνωσία που βοηθάει, τελικά, όλο τον πλανήτη.
Καταλήγοντας, το παράδειγμα του Κατάρ μπορεί να χαρακτηριστεί από πολιτικό ρεαλισμό. Το κράτος έχει καταφέρει με οξυδέρκεια να εκμεταλλευτεί πολλαπλά μέσα ήπιας δύναμης και τη διπλωματία στο πλαίσιο του «νόμου της επιβίωσης». Χρησιμοποιώντας τους άφθονους φυσικούς πόρους του ως μοχλό επιρροής, επενδύει στο μέλλον με μια «μεταβατική» μορφή ενέργειας, εξασφαλίζοντας, παράλληλα, την προστασία του από ισχυρά κράτη. Διαμεσολαβώντας σε συγκρούσεις, προωθεί την εικόνα ενός υπολογίσιμου κράτους, την ίδια ώρα που διακριτικά προωθεί την πολιτική του μέσω των media. Με την επιφύλαξη των ηθικών προεκτάσεων της πολιτικής του, αποτελεί παράδειγμα προς μελέτη για μικρά και μεγάλα κράτη στον κόσμο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Qatar’s Role in the Geopolitical Scenarios of the Middle East and North Africa, IEMED, διαθέσιμο εδώ
- LNG: a cleaner source of energy, QatarEnergy, διαθέσιμο εδώ
- How Acting as Mediator Expands Qatar’s Geopolitical Reach, Middle East Council of Global Affairs, διαθέσιμο εδώ
- Essential Geopolitics: The Influence-Peddling Saga of Qatar and Europe, Worldview, διαθέσιμο εδώ
- Qatar’s West Asian Moment: The Geopolitics of the World Cup, FPRI, διαθέσιμο εδώ