Της Αλεξίας Κυριαζοπούλου,
Μέχρι που μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος που θεωρεί πως έχει αδικηθεί; Και όχι μόνο από έναν άλλον άνθρωπο αλλά από μια ολόκληρη κοινωνία; Μια μαζική δολοφονία που συντάραξε την μικρή κοινωνία των Κυθήρων, στις αρχές του 20ου αιώνα, είναι το αποτέλεσμα μιας αδικίας. Ένας άνθρωπος που βασίζονταν στην αποδοχή των γύρω του, που χαιρόταν να δημιουργεί και να ευχαριστεί τους συνανθρώπους του έφτασε στο έγκλημα μετά από την απόρριψη και την αδικία που δέχτηκε. Το κουτσομπολιό, η αρνητική κριτική και η κακόβουλη τάση των ανθρώπων να αναζητούν εξιλαστήρια θύματα στα πλαίσια μιας «ηθικής κοινωνίας» σε συνδυασμό με την ηθική που διαμορφώνει ο καθένας προσωπικά, οδηγεί τον άνθρωπο σε ολέθρια αποτελέσματα απέναντι σε μια κοινωνία που τον αντιμάχεται. Οι όλες ιστορικές μεταβολές που δεχόταν το ελληνικό κράτος, από τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο, τον μακεδονικό αγώνα μέχρι και την επιβολή του ΔΟΕ, δεν άφησαν ανεπηρέαστο ψυχικά και ηθικά τον ελληνικό λαό και αυτό φαίνεται από τις αλλοπρόσαλλες και βίαιες ενέργειες στις οποίες καταφεύγουν χωρίς να σκεφτούν το «αύριο».
Στις 23 Αυγούστου 1909, 115 πριν έγινε ένα από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα στην ελληνική ιστορία, θύματα 15 κάτοικοι του χωριού Καλοκαιρινές Κυθήρων, το κίνητρο του δολοφόνου ήταν η εκδίκηση για την κοινωνική αδικία που αισθανόταν. Ο Αντώνης Αρώνης-Λαγωνάρης από τα Γερακιτιάνικα των Αρωμιαδίκων ήταν πολύ αγαπητός στην περιοχή καθώς γνώριζε πολύ καλά το επάγγελμα του τσαγκάρη, του μάστορα αλλά ήταν και οργανοπαίχτης, η δουλειά του ήταν φημισμένη και το μαγαζί του πήγαινε πολύ καλά, μέχρι που μια γυναίκα αρνήθηκε να πληρώσει το αντίτιμο για τα στιβάνια που της είχε φτιάξει. Υπήρξε ένας έντονος διαπληκτισμός μέχρι που η γυναίκα τελικά προσκάλεσε τον Λαγωνάρη στο σπίτι της με σκοπό να τον πληρώσει. Εκείνος πηγαίνει. Λίγο μετά από το παραδοσιακό «κέρασμα στον μουσαφίρη», μπαίνει στο σπίτι ο σύζυγος της γυναίκας, εξοργισμένος καθώς πίστευε πως κάτι άλλο κρυβόταν πίσω από την επίσκεψη του, τον ξυλοκοπεί και τον πετάει έξω από το σπίτι.
Γρήγορα τα νέα μαθευτήκαν σε όλο το νησί και ο μέχρι άλλοτε αγαπητός τσαγκάρης βλέπει πως η πελατεία του σιγά σιγά εξαφανίζεται κανένας δεν τον εμπιστεύονταν στην κλειστή και αυστηρή κοινωνία του χωριού. Με την φήμη του αμαυρωμένη και την αξιοπρέπεια του να βανδαλίζεται αποφασίζει να ταξιδέψει μέχρι την Αθήνα για να βρει μια νέα δουλειά, έτσι φτάνει στον Πειραιά εκεί πιάνει δουλειά ως τσαγκάρης σε ένα επαγγελματία ο οποίος είχε καταγωγή από τα Κύθηρα. Όντας άριστος στην δουλειά του απέκτησε γρήγορα την φήμη του καλού μάστορα αυτό φαίνεται πως προκάλεσε τον φθόνο των συναδέλφων του, οι οποίοι αποφάσισαν να του στήσουν παγίδα με σκοπό να τον ενοχοποιήσουν. Έτσι τοποθέτησαν στο σακίδιο του μερικά εργαλεία του μαγαζιού και ύστερα τον κατηγόρησαν για κλέφτη, το αφεντικό του αποφάσισε να μην δώσει συνέχεια στο περιστατικό αλλά η γυναίκα του τον έπεισε πως έπρεπε να ασκηθεί δίωξη εναντίον του, υπενθυμίζοντας του τον λόγο που έφυγε από το νησί του, πράγματι ο Αντώνης Λαγωνάρης κατηγορήθηκε για κλοπή, καταδικάστηκε και οδηγήθηκε στην φυλακή ωστόσο εξέτισε γρήγορα την ποινή του, βρήκε νέα δουλειά, αλλά για άγνωστους λόγους απολύθηκε ξανά.
Αντιμέτωπος για τρίτη φορά με την ανεργία αποφάσισε να επιστρέψει στα Κύθηρα. Όχι για να εργαστεί αλλά για να εκδικηθεί όλους εκείνους που θεωρούσε πως του είχαν καταστρέψει την ζωή. Στις 23 Αυγούστου 1909 φτάνει στο νησί και συγκεκριμένα στο χωριό Καλοκαιρινές (κάποιες μαρτυρίες ντόπιων υποστηρίζουν πως προορισμός του ήταν το χωριό Πιτσινιάνικα, το χωριό του αφεντικού του που τον αδίκησε, από δικό του λάθος πήρε το δρόμο προς τις Καλοκαιρινές), την ίδια μέρα στο χωριό ήταν προγραμματισμένη μια βάπτιση ενός κοριτσιού, ο Λαγωνάρης πήγε και σήμανε τις καμπάνες οι χωριανοί πιστεύοντας πως ξεκινούσε το μυστήριο βγήκαν στους δρόμους, τότε με ένα μαχαίρι που κουβαλούσε άρχισε να επιτίθεται σε όποιον περνούσε. Μαρτυρίες λένε πως ήταν σε κατάσταση αμόκ και μάλλον υπό την επήρεια ναρκωτικών, οι κάτοικοι πάνω στην ταραχή τους θεώρησαν πως πρόκειται για επιδρομή πειρατών καθώς οι μνήμες ήταν ακόμη ζωντανές αφού το νησί παλαιότερα είχε γίνει στόχος πειρατών.
Πρώτος από όλους που κατάλαβαν πως δεν πρόκειται για πειρατές αλλά για έναν άντρα που βρίσκονταν σε κατάσταση αμόκ, ήταν ο παπάς του χωριού ο πατήρ Κοσμάς Λεονταράκης, με απόλυτη ψυχραιμία όπλισε το τουφέκι του, σημάδεψε και τον πυροβόλησε στην πλάτη χωρίς όμως να τον σκοτώσει. Ο δολοφόνος έτρεξε να κρυφτεί πίσω του άφησε 15 νεκρούς εκ των οποίων μια έγκυος γυναίκα με τα δύο παιδιά της ηλικίας 12 και 10 ετών, επέστρεψε στο σπίτι του και ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού του όπου εκεί έμεινε όλο το βράδυ. Εν τω μεταξύ τα νέα διαδόθηκαν γρήγορα χωρίς όμως να γίνει γνωστή η ταυτότητα του δράστη, την επόμενη μέρα μια γειτόνισσα είδε τα αίματα στην πλάτη του Λαγωνάρη, κάλεσα την αστυνομία και μέσα σε λίγα λεπτά είχε συλληφθεί. Από εκεί οδηγήθηκε στο Ναύπλιο όπου διεξήχθη η δική, η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν ισόβια κάθειρξη και όχι εις θάνατον, λέγεται πως η έδρα έλαβε αυτή την απόφαση καθώς τον προόριζαν να αναλάβει καθήκοντα δήμιου, κάτι που ίσχυε μόνο για δολοφόνους με μεγάλο αριθμό θυμάτων.
Στην φυλακή ίσχυε ο άγραφος νόμος της υπεροχής εκείνου με το βαρύτερο ποινικό μητρώο, ο Αντώνης Λαγωνάρης έχοντας ήδη πίσω του 15 νεκρούς ήταν από τους πιο «ισχυρούς» της φυλακής, όταν μέσα στην φυλακή διέπραξε έναν ακόμη φόνο, πιθανός το θύμα ήταν Μανιάτης οι συγκρατούμενοι του, του έδωσαν το προσωνύμιο ο «καπετάν δεκάξι». Ανάμεσα στους συγκεκριμένους βρίσκονταν και Μανιάτες ήταν θέμα γοήτρου να τους ξεπερνά ο Λαγωνάρης σε αριθμό θυμάτων, φαίνεται πως αυτοί έβαλαν σκοπό να τον εξοντώσουν για να εκδικηθούν για τον φόνο του συμπατριώτη τους. Ο κουρέας της φυλακής βάλτος από τους Μανιάτες, μια μέρα που τον ξύριζε του κατάφερε θανάσιμο τραύμα στο λαιμό με το ξυράφι. Έτσι κόπηκε το νήμα της ζωής του στις φυλακές Ναυπλίου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Πάνος Δημάκης (2022), Δεκαεπτά κλωστές (επιμ. Νίκος Μαθιουδάκης), εκδ. Κάπα
- Το έγκλημα του αιώνα. Πώς ένας φιλήσυχος τσαγκάρης έσφαξε 15 συγχωριανούς για εκδίκηση στα Κύθηρα. Έγινε βιβλίο και σειρά, mixanitouxronou.gr, διαθέσιμο εδώ.
-
Η σφαγή του Λαγωνάρη στις Καλοκαιρινές το 1909 – Αντώνιος Αρώνης – Λαγωνάρης ή «Ο Καπετάν ΔΕΚΑΞΙ», kythiraika.gr, διαθέσιμο εδώ.