16.2 C
Athens
Πέμπτη, 14 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ ανώτατη εκπαίδευση υπό το πρίσμα του άρθρου 16 του Συντάγματος

Η ανώτατη εκπαίδευση υπό το πρίσμα του άρθρου 16 του Συντάγματος


Της Άννας Μάρκου,

Με αφορμή το πρόσφατο νομοσχέδιο για την ίδρυση «μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων», το εκπαιδευτικό σύστημα επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο, προκαλώντας εύλογη αναστάτωση στον ακαδημαϊκό και μαθητικό κόσμο της χώρας. Και καθώς η παρεχόμενη εκπαίδευση είναι δείκτης πολιτισμού και προόδου για κάθε κράτος, η ρύθμισή της δεν θα μπορούσε να λείπει από τον υπέρτατο νόμο του κράτους, το Σύνταγμα.

Αναλυτικότερα, το άρθρο 16 του ελληνικού Συντάγματος στην πέμπτη παράγραφό του ορίζει με περισσή σαφήνεια πως «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση», ενώ λίγο παρακάτω απαγορεύει ρητά την ίδρυση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες (άρθρο 16, παράγραφος 8, εδάφιο 2). Αντλούμε έτσι ήδη δύο θεμελιώδη στοιχεία της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας: το δημόσιο χαρακτήρα της αφενός και το αυτοδιοίκητο που τη διέπει αφετέρου.

Πηγή εικόνας: Element5 Digital / Pexels

Καταρχήν, λοιπόν, τα Α.Ε.Ι. είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, όπως ρητά απαιτεί το Σύνταγμα. Αυτό σημαίνει πως ασκούν ενός είδους δημόσια εξουσία, καθώς επιδιώκουν έναν ειδικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος που τους έχει ανατεθεί από την έννομη τάξη, δηλαδή την παροχή ανώτατης εκπαίδευσης. Το κρίσιμο που πρέπει να διευκρινιστεί εδώ είναι πως τα πανεπιστήμια ως διοικητικές μονάδες ανήκουν μεν στον δημόσιο τομέα, δεν είναι, όμως, κρατικά νομικά πρόσωπα. Ο ρόλος του κράτους συνίσταται στον καθορισμό της διοικητικής και οργανωτικής δομής των Α.Ε.Ι. και στη θέσπιση των διαδικαστικών όρων για την εκπλήρωση της αποστολής τους.

Έτσι, το Σύνταγμα επιφυλάσσει για τα πανεπιστήμια το καθεστώς της λεγόμενης «πλήρους αυτοδιοίκησης», η οποία τους δίνει το δικαίωμα να αποφασίζουν ελεύθερα για κάθε θέμα που αφορά στην οργάνωση και λειτουργία τους, πέραν, βέβαια, των διαδικαστικών που, όπως ήδη αναφέρθηκε, ρυθμίζονται από το κράτος. Πιο συγκεκριμένα, κάθε πανεπιστημιακό ίδρυμα χαίρει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, που του επιτρέπει να διαχειρίζεται τις υποθέσεις του μέσω των οργάνων που το ίδιο αναδεικνύει. Τα όργανα αυτά, με τη σειρά τους, επιλέγουν το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό του ιδρύματος, δημιουργώντας, έτσι, έναν κύκλο δράσης και συμμετοχής όλων των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, τα οποία ανήκουν στο εκλεκτορικό σώμα και, ταυτόχρονα, μπορούν να είναι υποψήφια για τις θέσεις των οργάνων της διοίκησης. Ο κύκλος αυτός ολοκληρώνεται με το δικαίωμα που αναγνωρίζεται στο κάθε πανεπιστήμιο να διαθέτει και να διαχειρίζεται δικά του περιουσιακά στοιχεία, διατηρώντας, παράλληλα, και το δικαίωμα να ζητήσει κρατική οικονομική ενίσχυση (άρ.16 παράγρ. 5, εδάφιο 2 Συντάγματος).

Όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν πως το κράτος είναι αμέτοχο σε ό,τι αφορά τη δραστηριότητα και λειτουργία των Α.Ε.Ι., αφού αυτά τελούν υπό την «εποπτεία» του (άρ.16 παρ. 5, εδάφιο 2 Συντ.). Αυτή, όμως, η εποπτεία περιορίζεται στον κατασταλτικό έλεγχο νομιμότητας των πράξεων του πανεπιστημίου. Επομένως, το κράτος δεν μπορεί ποτέ να δράσει προληπτικά, να ελέγξει την ουσία των πράξεων των Α.Ε.Ι. ή να τους δώσει εντολές, καθώς κάτι τέτοιο θα παραβίαζε το καθεστώς της πλήρους αυτοδιοίκησης, όπως αυτή αναλύθηκε παραπάνω.

Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, πως το Σύνταγμα αναφέρεται και στους καθηγητές των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, οι οποίοι, σύμφωνα με το άρ.16 παράγραφος 6, είναι «δημόσιοι λειτουργοί» και, μάλιστα, εξομοιώνονται με τους δικαστικούς λειτουργούς σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις πρόωρης παύσης από τα καθήκοντά τους, υποδηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την εξαιρετικά βαρύνουσα σημασία που αποδίδει η πολιτεία στην ακαδημαϊκή παιδεία και στους λειτουργούς της (άρ.16 παρ.6, εδάφιο 4 Συντ.). Αυτό το σημείο του νόμου, σε συνδυασμό με την πρώτη παράγραφο του άρθρου 16 που κατοχυρώνει την ακαδημαϊκή ελευθερία και την ελευθερία της διδασκαλίας, ολοκληρώνουν το συνταγματικό πλαίσιο προστασίας της ανώτατης εκπαίδευσης, που ιστορικά έχει προσφέρει τα μέγιστα, αλλά κι έχει υποστεί πολλά δεινά στον αγώνα υπέρ της ελευθερίας και της Δημοκρατίας.

Πηγή εικόνας: 12019 / Pixabay

Οι συγκεκριμένες συνταγματικές διατάξεις, λοιπόν, είναι αυτές που ανάγκασαν την Κυβέρνηση να επιστρατεύσει νομικούς για να αποφανθούν σχετικά με τη σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση του ακαδημαϊκού «χάρτη», με αποτέλεσμα τη γνωμοδότηση των Βενιζέλου – Σκουρή, βάσει της οποίας και καταρτίστηκε το επίμαχο νομοσχέδιο. Σύμφωνα με την εν λόγω γνωμοδότηση, το Σύνταγμα θα πρέπει να ερμηνεύεται πλέον με έναν σύγχρονο τρόπο, προσαρμοσμένο στις διεθνείς και ευρωπαϊκές συνθήκες και επιταγές.

Χαρακτηριστικά, αναφέρεται η Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, οι οποίες, μεταξύ άλλων, κατοχυρώνουν την ελευθερία εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών, την ελευθερία ίδρυσης ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, την ακαδημαϊκή ελευθερία και την εν γένει οικονομική και επιχειρηματική ελευθερία. Υπό αυτά τα δεδομένα, δεν μπορεί η ερμηνεία των διατάξεων του Συντάγματος να παραμένει στενά γραμματική, προσκολλημένη στη βούληση του τότε συντακτικού νομοθέτη. Έτσι, η γνωμοδότηση καταλήγει στο συμπέρασμα πως η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι τελικά αναγκαία, λόγω της υποχρέωσης συμμόρφωσης της ελληνικής νομοθεσίας με το ενωσιακό δίκαιο, κάνοντας, μάλιστα, λόγο για την ανάγκη ενός «επαυξημένου» Συντάγματος.

Στον αντίποδα βρίσκονται οι νομικοί που υποστηρίζουν καταρχήν πως το άρθρο 16 του Συντάγματος είναι έτσι διατυπωμένο («αποκλειστικά», «απαγορεύεται»), ώστε δεν αφήνει περιθώρια για άλλες ερμηνείες πέραν της αυστηρής, στενά γραμματικής. Επομένως, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν θα σημάνει απλώς μια διαφορετική ερμηνεία του συνταγματικού άρθρου, αλλά διόρθωση και εκτενή συμπλήρωσή του, που αγγίζει τα όρια της παράκαμψης και τελικά της κατάργησής του. Η αντίθετη αυτή άποψη συνεχίζει λέγοντας πως σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν ενδιαφέρεται –ούτε και έχει αρμοδιότητα– για τον δημόσιο ή ιδιωτικό χαρακτήρα των πανεπιστημίων, παρά μόνο για την επαγγελματική ισοτιμία των τίτλων που αυτά απονέμουν. Τέλος, το ενωσιακό δίκαιο αναφέρεται σε «τριτοβάθμια» εκπαίδευση, η οποία περιλαμβάνει διάφορες μορφές, ενώ το Σύνταγμα διακρίνει την ανώτερη από την ανώτατη εκπαίδευση, με την τελευταία μόνο να έχει υποχρεωτικά δημόσιο χαρακτήρα.

Η αντιπαράθεση εξακολουθεί να διχάζει το νομικό –και όχι μόνο– κόσμο της χώρας, το νομοσχέδιο, όμως, τελικά κατατέθηκε και εκτός απροόπτου θα ψηφιστεί ως νόμος του κράτους σύντομα. Ωστόσο, αυτό που θα πρέπει να αναρωτηθούμε πρωταρχικά δεν είναι το αν πρέπει να ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά το γιατί προβλέπεται από το Σύνταγμα ένα τόσο ελεύθερο και δημοκρατικό πλαίσιο για τη λειτουργία των πανεπιστημίων. Η απάντηση νομίζω βρίσκεται στο γεγονός πως τα πανεπιστήμια δεν είναι απλώς δημόσιες υπηρεσίες, αλλά «ζωντανοί οργανισμοί», που επιτελούν ύψιστο κοινωνικοπολιτικό έργο, αυτό της διάπλασης ελεύθερων και σκεπτόμενων πολιτών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που το άρθρο 16 έχει παραμείνει αναλλοίωτο από την πρώτη θέσπισή του πριν από 49 ολόκληρα χρόνια, καθώς καμία εκ των αναθεωρήσεων που μεσολάβησαν έκτοτε δεν το τροποποίησε στο ελάχιστο.

Καθίσταται, λοιπόν, σαφές πως ο ανώτατος νόμος του κράτους θεωρεί το δημόσιο και αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο ως εγγύηση της αξιοκρατίας και της κοινωνικής ισότητας, της ακαδημαϊκής ελευθερίας και, εν τέλει, της ίδιας της Δημοκρατίας. Αυτή θα πρέπει να είναι και η αφετηρία της σκέψης μας για τις επερχόμενες μεταρρυθμίσεις.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 15η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2017.
  • Θάνος Καμήλαλης, «Αυτό που διαβάζουμε όλοι στο Άρθρο 16, σημαίνει αυτό που διαβάζουμε», www.thepressproject.gr, διαθέσιμο εδώ 
  • «Η παραβίαση του άρθρου 16 Συντ. δεν είναι ένας απλός ερμηνευτικός νεωτερισμός», www.constitutionalism.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Άννα Μάρκου
Άννα Μάρκου
Γεννήθηκε το 1999 στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει μόνιμα. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ και είναι ασκούμενη δικηγόρος. Έχει γνώσεις αγγλικών και γερμανικών, ενώ το ποινικό δίκαιο αποτελεί τον τομέα που την ενδιαφέρει περισσότερο επαγγελματικά. Στον ελεύθερο χρόνο της προτιμά την ενασχόληση με τα βιβλία, τον κινηματογράφο και τη μουσική, ενώ δεν παραλείπει να ασχολείται με θέματα επικαιρότητας.