8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο έγκλημα της καταδολίευσης των δανειστών 397 ΠΚ

Το έγκλημα της καταδολίευσης των δανειστών 397 ΠΚ


Του Ανδρέα Κουρή,

Στο άρθρο 397 του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ), ο νομοθέτης εκθέτει δύο αξιόποινες πράξεις που υπάγονται στο πλαίσιο ενός ορισμένου αδικήματος, της καταδολίευσης των δανειστών. Στην πρώτη παράγραφο «Ο οφειλέτης, ο οποίος εν γνώσει ματαιώνει ολικά ή εν μέρει την ικανοποίηση του δανειστή του εκποιώντας ή αποκρύπτοντας στοιχεία της περιουσίας του τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή» και στη δεύτερη παράγραφο «Με την ποινή της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται και ο οφειλέτης, ο οποίος εν γνώσει ματαιώνει ολικά ή εν μέρει την ικανοποίηση του δανειστή του που έχει σε βάρος του βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση, αν ενόψει της επικείμενης εκπλήρωσης της υποχρέωσης του: α) βλάπτει, καταστρέφει, καθιστά χωρίς αξία, αποκρύπτει ή απαλλοτριώνει χωρίς ισότιμο και αξιόχρεο αντάλλαγμα οποιοδήποτε περιουσιακό του στοιχείο ή β) κατασκευάζει ψεύτικα χρέη ή ψεύτικες δικαιοπραξίες».

Αντικειμενική υπόσταση του άρθρου 397 ΠΚ

Σύμφωνα με το εν λόγω νομοθετικό πλαίσιο, υποκείμενο του εγκλήματος δεν αποτελεί αποκλειστικά ο οφειλέτης, δηλαδή το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η αξίωση του δανειστή, αλλά και κάθε τρίτος που προβαίνει σε πράξη αντικειμενικής υπόστασης υπέρ του οφειλέτη, όπως ο δικαστικός συμπαραστάτης. Το γεγονός αυτό επισημαίνεται ρητά στο άρθρο 397 §4 «Οι ποινές των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται και σε εκείνον που επιχειρεί τις πράξεις υπέρ του οφειλέτη». Συνεπώς, το έγκλημα της καταδολίευσης των δανειστών είναι κοινό, υπό τη νομική έννοια ότι μπορεί να διαπραχθεί από τον οποιοδήποτε. Μάλιστα, στη βεβαρημένη θέση του οφειλέτη δύναται να υπαχθεί και ο εγγυητής, ο οποίος οδηγείται δολίως στην απαλλοτρίωση της περιουσίας του, μετά την αναγνωρισμένη αδυναμία του πρωταρχικού οφειλέτη να ικανοποιήσει τον δανειστή του.

Όσον αφορά τώρα στο πρόσωπο του δανειστή, αυτό μπορεί να είναι κάθε πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) που έχει βάσιμη, αληθή, δικαστικώς επιδιώξιμη και εξαναγκαστή περιουσιακή αξίωση κατά ενός οφειλέτη. Η αξίωση που απορρέει από την πρώτη παράγραφο δε χρειάζεται να είναι ληξιπρόθεσμη, αλλά η ιδιότητα του δανειστή πρέπει να υφίσταται κατά τη χρονική στιγμή της καταδολιευτικής ενέργειας.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Mikhail Nilov

Η ματαίωση της ικανοποίησης του δανειστή

Με βάση τον νομοθετικό ορισμό, γίνεται αντιληπτό πως το έγκλημα της καταδολίευσης είναι έγκλημα αποτελέσματος, δηλαδή η αντικειμενική υπόσταση δεν εξαντλείται σε μία συμπεριφορά αλλά προϋποθέτει μια επενέργεια επί υλικού αντικειμένου. Όποιος ματαιώνει ολικά ή μερικά την ικανοποίηση του δανειστή, πληροί την αντικειμενική υπόσταση. Με άλλα λόγια, η ματαίωση είναι η αδυναμία του δανειστή να ικανοποιηθεί ολοσχερώς από την περιουσιακή σφαίρα του οφειλέτη και ιδίως από τα περιουσιακά στοιχεία υποκείμενα σε κατάσχεση. Αντιθέτως, η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων ακατάσχετων (άρθρο 953 §3 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) δε στοιχειοθετεί καταδολίευση.

Εγκληματική συμπεριφορά

Στο έγκλημα της καταδολίευσης, όπως διατυπώνεται στην πρώτη παράγραφο, το αποτέλεσμα επέρχεται και αναγνωρίζεται μόνο όταν προκαλείται με έναν από τους περιοριστικά προβλεπόμενους στο νόμο τρόπους. Πιο συγκεκριμένα, κατόπιν εκποίησης και απόκρυψης του περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη. Οι παραπάνω τρόποι τέλεσης του αδικήματος μπορούν να εναλλαχθούν μεταξύ τους, για αυτό πρόκειται για υπαλλακτικώς μικτό έγκλημα, καθώς ο νομοθέτης αναφέρει περισσότερους τρόπους τέλεσης του εγκλήματος. Ο νομοθέτης χρησιμοποιεί τους όρους «εκποίηση» και «απαλλοτρίωση» ως συνώνυμους στην πρώτη και στη δεύτερη παράγραφο. Επίσης, απόκρυψη συνιστά κάθε συμπεριφορά, εξ αιτίας της οποίας η ανεύρεση του περιουσιακού στοιχείου δεν είναι εφικτή, ή είναι δυσχερής ή αδύνατη εκ μέρους του δανειστή. Η απόκρυψη μπορεί να τελεστεί και με παράλειψη.

Από τη δεύτερη παράγραφο συνάγεται το συμπέρασμα ότι η καταδολίευση πέρα από την απόκρυψη δύναται να διαπραχθεί και με καταστροφή ή βλάβη του περιουσιακού στοιχείου ή και όταν ο δράστης καθιστά χωρίς αξία το περιουσιακό στοιχείο, δίχως, όμως, να επηρεάζει την υλική υπόσταση του. Ως απαλλοτρίωση νοείται κάθε μεταβίβαση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη, όχι όμως και τρίτου, όπως για παράδειγμα της συζύγου του. Κάθε δικαιοπραξία με την οποία προκαλείται επιβάρυνση, αλλοίωση ή απόσβεση περιουσιακού δικαιώματος του οφειλέτη νοείται ως καταδολιευτική απαλλοτρίωση. Ακόμα και η γονική παροχή, η παραχώρηση υποθήκης, η παραίτηση από απαίτηση, η άφεση χρέους, η δωρεά θεωρείται απαλλοτρίωση όχι όμως και η αποποίηση κληρονομίας.

Υπαιτιότητα

Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος, απαιτείται η εν γνώσει τέλεση των πράξεων. Επομένως, ως προς τον βαθμό υπαιτιότητας, χρειάζεται βεβαιότητα του δράστη ότι πραγματώνει όλα τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης, όπως ότι ο δανειστής είχε αξίωση από ορισμένη νόμιμη αιτία και θέληση να ματαιώσει την ικανοποίηση της. Ο δράστης επιδιώκει να ματαιώσει την ικανοποίηση της αξίωσης του δανειστή, συνεπώς είναι διακριτός ο άμεσος δόλος α΄ βαθμού, γιατί η επιδίωξη είναι το μέγιστο αποδεικτικό στοιχείο μορφής δόλου, ενώ συγχρόνως η γνώση αποκλείει τον ενδεχόμενο δόλο. Είναι αυτονόητο ότι ο ίδιος βαθμός δόλου ισχύει και για τον τρίτο που ενεργεί υπέρ του οφειλέτη και όταν η ζημία είναι αρκετά μεγάλη. Η παράγραφος 3 «Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή τιμωρούνται οι πράξεις των προηγούμενων παραγράφων, αν η περιουσιακή ζημία που προκλήθηκε στον δανειστή είναι ιδιαίτερα μεγάλη» προβλέπει διακεκριμένη καταδολίευση.

Πηγή εικόνας: pixabay.com

Έγκληση

Το έγκλημα της καταδολίευσης διώκεται κατόπιν έγκλησης (άρθρο 405 §1 ΠΚ), στην οποία έχει δικαίωμα ο δανειστής που είναι ο αμέσως παθών. Τέτοιος είναι, για παράδειγμα, ο συγκεκριμένος δανειστής του οποίου η ικανοποίηση ματαιώθηκε, όχι όμως και ο τριτεγγυητής συναλλαγματικής ο εκ της οποίας οφειλέτης ματαίωσε την ικανοποίηση του δανειστή, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να στραφεί κατά του τριτεγγυητή. Αν ο παθών είναι νομικό πρόσωπο, όπως μια τράπεζα, το δικαίωμα έγκλησης ασκείται από τους νόμιμους εκπροσώπους του. Η τρίμηνη προθεσμία αρχίζει από τη χρονική στιγμή που ο παθών έλαβε γνώση, όχι μόνο της εγκληματικής συμπεριφοράς, αλλά και των υπολοίπων στοιχείων που χρειάζονται για την τέλεση της καταδολίευσης, δηλαδή και του αποτελέσματος ότι ματαιώθηκε η ικανοποίηση.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Χρήστος Χ. Μυλωνόπουλος, Ποινικό Δίκαιο-Γενικό Μέρος, 2η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2020

  • Χρήστος Χ. Μυλωνόπουλος, Ποινικό Δίκαιο-Ειδικό Μέρος, 4η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2021


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ανδρέας Κουρής
Ανδρέας Κουρής
Κατάγεται από την Κέρκυρα και είναι φοιτητής στη Νομική Σχολή του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τιμάει τις παραδόσεις του τόπου του, όντας μουσικός στο αρχαιότερο μουσικό-εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ελλάδας, την Φιλαρμονική Εταιρία Κέρκυρας. Μάλιστα, είναι πτυχιούχος ειδικής αρμονίας. Μιλάει αγγλικά, όπου και έχει πτυχίο γλωσσομάθειας επιπέδου B1, B2, C1 & C2. Του αρέσει να αρθρογραφεί, ιδίως θέματα που σχετίζονται με τη νομική επιστήμη.