Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,
Τα ιστορικά γεγονότα συχνά αποτελούν πρόσφορο έδαφος για τη λογοτεχνική παραγωγή. Η συμμετοχή ανθρώπων των γραμμάτων ή οικείων προσώπων τους και η εμπειρία που αποκόμισαν από αυτές τις τραγικές καταστάσεις τροφοδότησαν την Τέχνη με έργα-σταθμούς. Φυσικά, δεν θα αποτελούσε εξαίρεση η Λογοτεχνία. Η περίπτωση του Στράτη Μυριβήλη επιβεβαιώνει την παραπάνω αναφορά, καθώς ο ίδιος βρέθηκε αρκετές φορές σε πολεμικό μέτωπο και μετέφερε τα όσα βιώνει κανείς εκεί στο χαρτί.
Ο Στράτης Μυριβήλης, ψευδώνυμο του Ευστράτιου Σταματόπουλου, γεννήθηκε στις 30 Ιουνίου του 1892 στη Συκαμιά της Λέσβου. Υπηρέτησε εθελοντικά στους Βαλκανικούς Πολέμους κατά την περίοδο 1912-1913, στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Το 1912 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και φοίτησε στη Νομική Σχολή και για έναν χρόνο στη Φιλοσοφική. Εργάστηκε ως συντάκτης στην εφημερίδα Πατρίς και ως αρχισυντάκτης στην εφημερίδα Σάλπιγξ.
Ο συγγραφέας γραμματολογικά εντάσσεται στη «Γενιά του τριάντα» και, πιο συγκεκριμένα, στην «Αιολική Σχολή», δίπλα στους Στρατή Δούκα, Ηλία Βενέζη και Φώτη Κόντογλου. Ο Μυριβήλης απέσπασε πολλές διακρίσεις για το έργο του. Ειδικότερα, το 1940 έλαβε το κρατικό βραβείο Πεζογραφίας για το Γαλάζιο Βιβλίο. Το 1958 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ το 1959 του απονεμήθηκε ο Σταυρός του Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου του Α’. Προτάθηκε τρεις φορές για το Νόμπελ, ενώ το 1969 η Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον ανακήρυξε ως επίτιμο πρόεδρό της.
Τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση του αντιπολεμικού μυθιστορήματος Η ζωή εν τάφω, ακολούθησε το δεύτερο μυθιστόρημά του με τίτλο Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια, ενώ η «τριλογία του πολέμου» του Μυριβήλη ολοκληρώνεται με την Παναγιά τη Γοργόνα. Όπως συνέβη και με το πρώτο, πριν την αυτοτελή δημοσίευσή του το 1933, είχε προηγηθεί η δημοσίευσή του σε συνέχειες στην εφημερίδα Καθημερινή.
Στη Δασκάλα με τα χρυσά μάτια ο συγγραφέας μας «ταξιδεύει» στο νησί του, τη Μυτιλήνη, όπου γινόμαστε μάρτυρες των συνεπειών του πολέμου. Ο έφεδρος υπολοχαγός Λεωνής Δρίβας μεταβαίνει μετά την καταστροφική εκστρατεία στη Μικρά Ασία στο νησί, όπου ανακαλεί στη μνήμη του τα γεγονότα που βίωσε στο μέτωπο και του έχουν προξενήσει ψυχικά τραύματα. Ένα από αυτά είναι ο θάνατος του φίλου και συμπολεμιστή του, στον οποίο υποσχέθηκε ότι θα παραδώσει στη σύζυγό του, Σαπφώ Βρανά, τα ενθύμιά του. Όταν τη συναντά, την ερωτεύεται, κάτι που έρχεται σε αντιδιαστολή με τις ενοχές που νιώθει, αν σκεφτεί κανείς ότι τέτοιου είδους συναισθήματα συγκρούονται με την ηθική του επαρχιακού τόπου – απέναντι τόσο στις κοινωνικές επιταγές όσο και σε σχέση με τον νεκρό φίλο του. Ο ήρωας βρίσκεται συνεχώς σε διάλογο με το παρελθόν και το παρόν και, κατ’ επέκταση, με τα ηθικά διλήμματα που τον βασανίζουν, μέχρι να αποφασίσει αν θα εκδηλώσει ή όχι την επιθυμία του. Εισέρχεται, δηλαδή, σε έναν νέο «πόλεμο», στον οποίο η ηθική μάχεται με την επιθυμία.
Η Σαπφώ, από την άλλη, σύζυγος του δασκάλου Βρανά, έχει βιώσει κακοποίηση από τον νεκρό, ο οποίος μετά από κάθε περιστατικό ζητούσε συγχώρεση και γινόταν δεκτή. Επομένως, η ηρωίδα τουλάχιστον στο πλαίσιο του γάμου της υπήρξε υπομονετική και παθητική απέναντι στη συμπεριφορά του άντρα της, κατάλοιπο πιθανόν του «κοινωνικού νόμου» της εποχής. Παράλληλα, η κοινωνία την αντιμετωπίζει ως «κοντέσσα», επειδή είναι απόμακρη λόγω της δυσκολίας που βιώνει ακόμη και πριν τον θάνατο του Βρανά. Στο πρόσωπό της ο συγγραφέας παρουσιάζει τη θέση της γυναίκας –είτε ως παντρεμένη είτε ως χήρα– στο συντηρητικό κοινωνικό πλαίσιο.
Ένα στοιχείο που κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη είναι αυτό της περιγραφής. Αρχικά, ο συγγραφέας επιλέγει να αποδώσει με ρεαλισμό και ωμότητα τις φρικτές συνθήκες του πολέμου και τα δεινά που επιφέρουν, όπως την αναμονή του θανάτου, αν πάρουμε ως παράδειγμα την περίπτωση του Βρανά κατά την παραμονή του στο νοσοκομείο. Από την άλλη, περιγράφεται το φυσικό περιβάλλον του νησιού και μέσω της ζωντάνιας της γλώσσας «ταξιδεύει» ο αναγνώστης, ενώ, παράλληλα, με επιδέξιο τρόπο παρουσιάζονται οι ήρωες και ο ψυχισμός τους.
Ο συγγραφέας στο μυθιστόρημά του καταφέρνει να μεταφέρει το πνεύμα της περιόδου, τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς των ανθρώπων σε μια μεταπολεμική εποχή. Η απόδοση του ψυχικού αγώνα των ηρώων, το δράμα της φρίκης του πολέμου και του έρωτα με φόντο τη συντηρητική επαρχία αποτελούν τα στοιχεία που καθιστούν το εν λόγω έργο ένα από τα σπουδαιότερα της νεοελληνικής πεζογραφικής παραγωγής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Στράτης Μυριβήλης, Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια, Εστία, Αθήνα, 2008
- Roderick Beaton, Εισαγωγή στη Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Νεφέλη, Αθήνα, 1996