Της Μαρίνας Νίκα,
Η Αντίκυρα είναι παραθαλάσσια κωμόπολη του νομού Βοιωτίας, η οποία απέχει περίπου 170 χιλιόμετρα από την Αθηναϊκή πρωτεύουσα, ενώ αποτελεί δημοτική ενότητα του Καλλικρατικού Δήμου Διστόμου – Αράχωβας – Αντίκυρα με τρεις οικισμούς, τον οικισμό Αντίκυρας, του Αγίου Ισιδώρου και της Αγίας Σωτήρας.
Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, η αρχική ονομασία της πόλης ήταν Κυπάρισσος, από τον Κυπάρισσο, γιο του Μινύα και αδελφός του Ορχομενού. Μία μεταγενέστερη εκδοχή του μύθου, αναφέρει ότι η πόλη έλαβε το όνομα της από τον ιδρυτή της, τον Αντικυρέα, ο οποίος θεράπευσε τον Ηρακλή από τη μανία που του είχε στείλει η Ήρα, χορηγώντας του ένα φαρμακευτικό βότανο, το ελλέβορο.
Πρώτες ενδείξεις κατοίκησης για την περιοχή έχουμε ήδη από τα Νεολιθικά χρόνια (Κάστρο της Βρουλίας), αλλά και από την Πρωτοελλαδική περίοδο. Επίσης, σημαντικά είναι και τα ευρήματα της Μυκηναϊκής εποχής, καθώς περιλαμβάνουν μια κατοικία στον τύπο του μεγάρου, κεραμική και ένα σφραγιδόλιθο με εγχάρακτη παράσταση πλοίου. Επιπλέον, πληροφορίες της εποχής αναφέρουν ότι ο οικισμός είχε σημαντικές εμπορικές σχέσεις με την Κόρινθο, με περιοχές της Βοιωτίας και με την Αθήνα. Σύντομα, όμως, οι εμπορικές επαφές με την Κόρινθο άρχισαν να υποχωρούν, αλλά δεν έπαψαν να υπάρχουν στην ιστορία της Αντίκυρας. Αντίθετα, ισχυροποιήθηκε η εμπορική παρουσία της Αθήνας.
Επιπρόσθετα, από τον 5ο αιώνα π.Χ. και μετά, οι Φωκείς διέθεταν ισχυρή πολιτική οργάνωση, το Κοινό των Φωκέων με έδρα το Φωκικό. Η Αντίκυρα διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στο κοινό, αφού ήταν μία από τις τέσσερις πόλεις που έκοβε νομίσματα για λογαριασμό της. Η στενή οικονομικοπολιτική σχέση με τους Δελφούς είχε θετικές αλλά και αρνητικές επιπτώσεις για την πόλη. Οι Δελφοί αποτέλεσαν αντικείμενο έντονων συγκρούσεων μεταξύ των ισχυρών πόλεων της Ελλάδας, με αποτέλεσμα και η Αντίκυρα να βρεθεί σε μειονεκτική θέση λόγω αυτών των συγκρούσεων. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το λιμάνι της Αντίκυρας χρησιμοποιήθηκε το 31 π.Χ. από τον Μάρκο Αντώνιο για να τοποθετήσει το σιτάρι που είχε καταχραστεί από την κεντρική Ελλάδα, λίγο διάστημα πριν τη ναυμαχία στο Άκτιο, περιοχή κοντά στην Πρέβεζα. Η ναυμαχία αυτή ολοκληρώθηκε με νικητή τον Οκταβιανό και σηματοδότησε την αρχή της Αυτοκρατορικής Ρωμαϊκής περιόδου. Στα χρόνια ειρήνης που ακολούθησαν, η Αντίκυρα γνώρισε σημαντική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Ένας καθοριστικός παράγοντας ανάπτυξης, ίσως, υπήρξε το γεγονός ότι η περιοχή ήταν γνωστή εξαιτίας του θεραπευτικού βοτάνου που άνθιζε εκεί, το ελλέβορο.
Συμπληρωματικά, η Αντίκυρα εμφανίζεται με το όνομα «Άσπρα Σπίτια» και διάφοροι περιηγητές την αναφέρουν ως λιμάνι με ελάχιστους κατοίκους και οικισμό στον ορεινό όγκο της Άσπρης. Μετά το τέλος της επανάστασης του 1821, η περιοχή αποτελεί ανεξάρτητο δήμο και επανεμφανίζεται με το όνομα Αντίκυρα.
Η Αντίκυρα υπήρξε μια πόλη με πολλά δημόσια κτίρια, με μια περίλαμπρη αγορά στολισμένη με χάλκινους ανδριάντες, με δύο γυμναστήρια, με μια δημόσια κρήνη, με έναν τάφο των μυθικών ηρώων Σχεδίου και Επίστροφου και με δύο εξαιρετικούς ναούς, ο ένας του Ποσειδώνα και ο άλλος της Αρτέμιδος Ειλειθυίας στη χερσόνησο Κεφαλή. Σήμερα, η πόλη αποτελεί πόλο έλξης αρκετών επισκεπτών, καθώς συνδυάζει με ιδιαίτερα περίτεχνο τρόπο την ιστορική της ταυτότητα με τη φυσική της ομορφιά!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Αντίκυρα, boeotia.ehw.gr, διαθέσιμο εδώ