Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,
Ο Ιβάν ο Τρομερός ή Ιβάν Δ΄ είναι ίσως ο πλέον αμφιλεγόμενος Τσάρος στην ιστορία της Ρωσίας, καθώς παρότι σήμερα έχει πολλούς υποστηρικτές ανάμεσα στους Ρώσους, οι σύγχρονοί του τον θεωρούσαν βάρβαρο μονάρχη. Ο λόγος για τον οποίο ονομάστηκε τρομερός από τους Ευρωπαίους ιστορικούς ήταν το γεγονός πως ήταν αδίστακτος ενάντια σε οποιονδήποτε και οτιδήποτε αντιτάσσονταν στα συμφέροντά του και στις βλέψεις του για επέκταση του κράτους του. Η βαναυσότητα της ηγεμονίας του φάνηκε ξεκάθαρα στη σφαγή του Νόβγκοροντ, για την οποία θα γίνει εκτενής λόγος στις επόμενες παραγράφους.
Απαραίτητη για να κατανοήσουμε τη σφαγή είναι η αναδρομή σε κάποια σημεία – ορόσημα της βασιλείας του Ιβάν, ο οποίος ήταν ο πρώτος βασιλιάς που αυτοαποκλήθηκε «Τσάρος Πασών των Ρωσιών». Η ανάρρηση του Ιβάν στον θρόνο συνέβη το 1547, σε ηλικία μόλις τριών ετών, ενώ το 1565, μετά από σειρά επιτυχών πολέμων και κατακτήσεων, δημιούργησε το νομοθετικό σώμα της Εξαίρεσης (oprichnina), οι εκπρόσωποι του οποίου ουσιαστικά υπηρετούσαν τυφλά το θέλημα του Ιβάν, και προέβησαν σε σειρά βαρβαροτήτων ενάντια σε υπηκόους και μη του τσάρου. Καθώς εκείνος ήθελε να προλάβει αποστασία της περιοχής, όπως είχε συμβεί πρόσφατα στην πόλη Ιμπόρσκ, ανάγκασε σε έξωση εκατοντάδες ευγενείς του Νόβγκοροντ και του Πσκοβ. Βέβαια, το Νόβγκοροντ δεν ήταν μια τυχαία πόλη, αλλά υπήρξε επί αιώνες πόλη δημοκρατική, με ισχυρή κρατική δομή και με επαφές, λόγω και της γεωγραφικής της θέσης, με τη Σκανδιναβία και τις χώρες της Βαλτικής, κάτι το οποίο είχε ως αποτέλεσμα η άρχουσα τάξη αλλά και ο πληθυσμός της να μην μπορεί να δεχθεί την υποτιμητική προς αυτούς συμπεριφορά του Τσάρου.
Οι πηγές της εποχής αναφέρουν πως ο Αρχιεπίσκοπος μαζί με τμήμα των ευγενών, το οποίο είχε μείνει στην πόλη, συνέταξαν μια επιστολή στην οποία ζητούσαν από την Κοινοπολιτεία της Πολωνίας-Λιθουανίας να παρέμβει, και τους προσέφεραν τον έλεγχο της πόλης τους ως αντάλλαγμα. Σύμφωνα με τις φήμες των συγχρόνων, ένας κάτοικος του Νόβγκοροντ ονόματι Πέτρος, τον οποίο οι τοπικοί άρχοντες είχαν τιμωρήσει λόγω παραβάσεών του, κατέδωσε το σχέδιο στον Τσάρο προκειμένου αυτός να επέμβει και να προλάβει την οποιαδήποτε κίνηση εναντίον του στο Νόβγκοροντ. Καθώς ο Τσάρος ήταν οξύθυμος, κάτι στο οποίο ο Πέτρος προφανώς και υπολόγιζε, αποφάσισε να κατασφάξει όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους της πόλης εκείνης η οποία αντιτάχθηκε στην ηγεμονία του.
Τις 2 Ιανουαρίου 1570 ο στρατός του Τσάρου μπήκε στην πόλη χωρίς να συναντήσει αντίσταση. Μέσα στα στενά της πόλης επικρατούσε η ησυχία, καθώς όλοι οι κάτοικοι φοβούνταν για τη ζωή τους και κανείς δεν ήθελε να στοχοποιηθεί ενάντια στο στράτευμα το οποίο βρισκόταν εκεί. Τις 6 Ιανουαρίου έφτασε ο Ιβάν, και την επόμενη μέρα ξεκίνησε η λεηλασία στην πόλη, καθώς οι στρατιώτες του Ιβάν σύλησαν τις εκκλησίες και έκλεψαν τα πολύτιμα αντικείμενα από κάθε σπίτι, ενώ ξεκίνησε να «δικάζει» τους κατοίκους της πόλης. Το αποτέλεσμα της κάθε δίκης – παρωδίας ήταν κάθε μέρα εκατοντάδες κάτοικοι του Νόβγκοροντ να κρίνονται ένοχοι, να βασανίζονται σωματικά και στο τέλος να τους σκοτώνουν ρίχνοντας τους από μια γέφυρα στον ποταμό Βολχόφ, που δεμένοι με βαριά αντικείμενα τους περίμενε θάνατος μέσω πνιγμού. Για αυτούς τους λίγους που δεν πνίγονταν, υπήρχαν στρατιώτες οι οποίοι επιβιβασμένοι σε βάρκες επιτηρούσαν το ποτάμι, και έδιναν το τελειωτικό χτύπημα σε όσους δεν είχαν ακόμα παραδοθεί στον θάνατο.
Η αποτρόπαια αυτή κατάσταση συνεχίστηκε επί πέντε εβδομάδες, μέχρι που η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων είχε εξοντωθεί. Υπολογίζεται πως περίπου 12 χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της σφαγής. Ο κύκλος της βίας έκλεισε με μια ακόμα λεηλασία, άνευ προηγουμένου, στην οποία όχι μόνο κλάπηκε οποιοδήποτε αντικείμενο είχε έστω την ελάχιστη αξία από σπίτια, εκκλησίες, μοναστήρια και καταστήματα, αλλά πολλά από τα κτήρια αυτά κατεδαφίστηκαν κιόλας. Παράλληλα, ο στρατός δεν παρέλειψε να καταστρέψει όλη την καλλιεργήσιμη γη γύρω από την πόλη. Οι λεηλασίες αυτές κράτησαν περίπου μια εβδομάδα και όταν πλέον δεν είχε μείνει τίποτα να αρπαγεί ή να καταστραφεί, ο στρατός του Ιβάν αποχώρησε.
Η λεηλασία αυτή είχε ως αποτέλεσμα ο μεν Ιβάν να αποκτήσει το προσωνύμιο με το οποίο έμεινε γνωστός στην Ιστορία, και ο στρατός του να γίνει ακόμα περισσότερο ο φόβος και ο τρόμος των Ρώσων υπηκόων, καθώς μέσα από αυτή τη λεηλασία φάνηκε το πόσο εύκολο ήταν για το στράτευμα αυτό να βιαιοπραγήσει ακόμα και ενάντια σε υπηκόους και ομόδοξους του Τσάρου. Όσον αφορά το Νόβγκοροντ, ως πόλη υπέστη τεράστιο πλήγμα, καθώς έχασε τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της και ακόμα και από τους επιβιώσαντες οι περισσότεροι αναγκάστηκαν να αναζητήσουν καταφύγιο σε κάποια γειτονική πόλη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ιβάν ο Τρομερός: Απέκτησε τον υποτιμητικό τίτλο του από τους ιστορικούς της Δύσης – Oι Ρώσοι τον θεωρούν άγιο, ethnos.gr, Διαθέσιμο εδώ
- The fall of Great Novgorod, day.kyiv.ua, Διαθέσιμο εδώ
- Ο θρύλος του Ιβάν Δ΄ του Τρομερού, offlinepost.gr, Διαθέσιμο εδώ