Του Πάνου Σταθόπουλου,
Η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή είναι μια ψυχική νόσος στο φάσμα της σχιζοφρένειας και συναφής προς αυτήν, με διαφορετική, όμως, παρουσίαση και διαγνωστικά χαρακτηριστικά και κριτήρια. Σε αυτό το άρθρο θα παρουσιαστούν συνοπτικά τα χαρακτηριστικά της διαταραχής και τα διαγνωστικά της κριτήρια.
Αρχικά, προτού μιλήσουμε για τη σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, πρέπει να έχουμε υπόψιν την σχιζοφρένεια. Πρόκειται για τη σοβαρότερη ψυχική νόσο η οποία εδραίωσε την Ψυχιατρική ως αυτόνομη ειδικότητα. Από αυτήν προσβάλλεται το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού και ταξινομείται ανάμεσα στα νοσήματα με τη σημαντικότερη επιβάρυνση στους δείκτες λειτουργικότητας σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν παραληρητικές ιδέες (π.χ. σκέψεις παρακολούθησης ή καταδίωξης), ψευδαισθήσεις, αποδιοργανωμένη ομιλία και συμπεριφορά και τα λεγόμενα αρνητικά συμπτώματα, όπως είναι η μειωμένη έκφραση συναισθημάτων και η επιπέδωσή τους. Ταυτόχρονα, ο ασθενής επιβαρύνεται σε τουλάχιστον έναν από τους τομείς της εργασίας, των διαπροσωπικών σχέσεων και της αυτοφροντίδας. Αυτά διαρκούν για τουλάχιστον 6 μήνες και δεν μπορούν να αποδοθούν σε άλλη διαταραχή είτε σωματική είτε ψυχική, συμπεριλαμβάνοντας και διαταραχές της διάθεσης (κατάθλιψη και διπολική διαταραχή), αλλά ούτε σε χρήση ουσιών.
Από την άλλη, στη σχιζοσυναισθηματική διαταραχή οι ασθενείς εμφανίζουν ψυχωσικά συμπτώματα, όπως της σχιζοφρένειας, αλλά για μέρος της νόσου υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία από διαταραχή της διάθεσης. Δηλαδή, αν μαζί με τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας εμφανίζονται συμπτώματα κατάθλιψης (καταθλιπτική διάθεση, ανηδονία και άλλα) ή μανίας (αλλόκοτη ευφορία, παραληρητικές ιδέες μεγαλείου) τότε αυτό αποτελεί κριτήριο σχιζοσυναισθηματικής διαταραχής. Για να τεθεί η διάγνωση, πρέπει για τουλάχιστον δύο εβδομάδες να υπάρχουν μόνο ψυχωσικά και όχι συναισθηματικά συμπτώματα. Τέλος, όπως σε όλες τις ψυχικές διαταραχές, η χρήση ουσιών (π.χ. κοκαΐνης), αλλά και η σωματική νόσος στην οποία μπορούν να αποδοθούν τα συμπτώματα είναι κριτήριο αποκλεισμού.
Όπως γίνεται κατανοητό, η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή είναι μία από τις πιο συχνά λανθασμένα διαγνωσμένες ψυχικές διαταραχές στην κλινική πράξη, καθώς μοιράζεται συμπτώματα με πολλές άλλες. Από παθογενετική άποψη, δεν έχει αποδειχθεί ιδιαίτερη διαφορά στην αιτιολογία και στην παθοφυσιολογία της νόσου σε σχέση με την σχιζοφρένεια. Υπέρ αυτού είναι και το γεγονός ότι ένα ποσοστό της τάξης του 50% των ανθρώπων με σχιζοφρένεια, πάσχει ταυτόχρονα από κατάθλιψη. Η ύπαρξη και των δύο διαταραχών είναι πολυπαραγοντική και περιλαμβάνει γενετικούς, κοινωνικούς παράγοντες, αλλά και το τραύμα και το στρες.
Παθοφυσιολογικά, μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν. Μελέτες έχουν δείξει ότι δυσλειτουργίες στους νευροδιαβιβαστές, όπως είναι η ντοπαμίνη, η νορεπινεφρίνη και η σεροτονίνη και στους υποδοχείς τους ίσως παίζουν ρόλο. Επίσης, βλάβες ή ανατομικές παραλλαγές σε πολλαπλές περιοχές του εγκεφάλου σχετίζονται με την σχιζοφρένεια και την σχιζοσυναισθηματική διαταραχή. Ερευνητές βρήκαν ότι μειωμένος όγκος της πολυσυζητημένης περιοχής του εγκεφάλου που ονομάζεται ιππόκαμπος υπάρχει πιο συχνά σε ασθενείς με σχιζοσυναισθηματική διαταραχή. Η θεωρία των νευροδιαβιβαστών υποστηρίζεται και από τα θεραπευτικά αποτελέσματα της φαρμακευτικής θεραπείας που στοχεύει στην δραστηριότητα αυτών των νευροδιαβιβαστών. Η πλειοψηφία των ασθενών υπόκεινται σε μονοθεραπεία με ένα αντιψυχωσικό φάρμακο (σήμερα χρησιμοποιούνται τα νεότερα αντιψυχωσικά, όπως ολανζαπίνη, ρισπεριδόνη, αριπιπραζόλη), ενώ κάποιοι λαμβάνουν και έναν σταθεροποιητή της διάθεσης, όπως είναι το λίθιο και το βαλπροϊκό οξύ, όταν έχουν συμπτώματα μανίας. Συμπτώματα κατάθλιψης αντιμετωπίζονται με αντικαταθλιπτικά όπως η φλουοξετίνη.
Η ψυχοθεραπεία είναι κομβικής σημασίας στην αντιμετώπιση και περιλαμβάνει ατομική θεραπεία με σκοπό την εξυγίανση και κανονικοποίηση των σκέψεων και προσφέρει βοήθεια στον ασθενή σχετικά με την κατανόηση της διαταραχής. Εξέχοντα ρόλο παίζει και η οικογενειακή θεραπεία που βοηθά στη συμμόρφωση με τη φαρμακευτική αγωγή και το θεραπευτικό πλάνο. Ομαδικά προγράμματα μπορούν, επίσης, να βοηθήσουν, εάν ο ασθενής είναι απομωνομένος. Προγνωστικά, λόγω της πολυπλοκότητας της διάγνωσης της νόσου, δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες πρόγνωσης, εκτός από μία που έδειξε ότι το 50% των ασθενών είχαν θετικά αποτελέσματα. Τέτοια ήταν ελάχιστα ή καθόλου συμπτώματα και εργασιακή απασχόληση. Αυτά βρίσκονταν σε εξάρτηση από την έναρξη της θεραπείας και τη βελτιστοποίηση του θεραπευτικού πλάνου. Αξίζει να αναφέρουμε ότι στη σχιζοφρένεια τα συμπτώματα διαταραχής της διάθεσης αποτελούν θετικό προγνωστικό παράγοντα, υποδεικνύοντας μια κατεύθυνση προς το συμπέρασμα ότι η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή που θεραπεύεται με τον βέλτιστο τρόπο έχει καλύτερη πρόγνωση σε σχέση με την αμιγή σχιζοφρένεια.
Συμπερασματικά, η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή είναι ένας σημαντικός παράγοντας επιβάρυνσης στη ζωή ενός ανθρώπου, ειδικά αν μείνει αθεράπευτη. Οι ασθενείς ταλανίζονται από την ανεργία, την απομόνωση, την αδυναμία συντήρησης του εαυτού τους και άλλα. Μέχρι και 5% των ασθενών με ψυχωσική νόσο αυτοκτονούν. Από όλες τις ολοκληρωμένες αυτοκτονίες, το 10% αποδίδεται σε αυτούς με ψυχωσική νόσο. Το στίγμα πρέπει να πάψει. H ψυχική νόσος είναι βιολογική διαταραχή και η ψυχική υγεία είναι εξίσου σημαντική με τη σωματική.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Recovery from psychotic illness: a 15- and 25-year international follow-up study, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Schizoaffective Disorder in the DSM-5, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Suicide and schizophrenia: a systematic review of rates and risk factors, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Biological studies of schizoaffective disorders, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
- Comparison of hippocampal volumes in schizophrenia, schizoaffective and bipolar disorder, PubMed. Διαθέσιμο εδώ