10.4 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΗ σκιά του θανάτου στο έργο του Μάριου Χάκκα

Η σκιά του θανάτου στο έργο του Μάριου Χάκκα


Της Κατερίνας Κωνσταντοπούλου, 

Ο Μάριος Χάκκας, μεταπολεμικός πεζογράφος, γεννιέται το 1931 και ανατρέφεται στη λαϊκή και αριστερόφρονα συνοικία της Καισαριανής. Σε νεαρή ηλικία συλλαμβάνεται από το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος και καταδικάζεται σε φυλάκιση. Το 1969, σε ηλικία μόλις 38 ετών, διαγιγνώσκεται με καρκίνο στα νεφρά, μια ανίατη τότε ασθένεια, που τον κατατρύχει για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο ιδεολογικός αγώνας, η προσωρινή στέρηση της ελευθερίας του, καθώς και η επικείμενη έλευση του θανάτου, στιγματίζουν ανεξίτηλα το έργο του.

Αυτό που μου προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην περίπτωση του Χάκκα είναι το γεγονός πως, μετά την οδυνηρή και ψυχοφθόρα συνειδητοποίηση ότι είναι καταδικασμένος σε πρόωρο θάνατο, χαρακτηρίζεται από μια έκρηξη λογοτεχνικού οίστρου και δημιουργικότητας, λες κι η σκιά του θανάτου τον ωθούσε να γράφει αδιαλείπτως. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως το φόβητρο του θανάτου, στην προκειμένη περίπτωση, δε λειτούργησε ανασταλτικά ως προς την παραγωγικότητα του ασθενούς, δεν τον οδήγησε, δηλαδή, στην παραίτηση και την απάθεια. Αντιθέτως, λειτούργησε ως κινητήριος δύναμη, ως υπενθύμιση πως έχει πεπερασμένο χρόνο να αφήσει σε αυτόν τον κόσμο το στίγμα του. Συνεπώς, τίθεται, σε αυτό το σημείο το ζήτημα της πνευματικής αθανασίας: η Τέχνη λειτουργεί σαν οστεοφυλάκιο της ανθρώπινης ψυχής, σαν μια κραυγή πως κάποτε υπήρξε κι εκείνος σε αυτόν τον κόσμο. Η Τέχνη, λοιπόν, υπήρξε, στην περίπτωση του Χάκκα, αντίδοτο του θανάτου και κύκνειο άσμα της πνευματικής του δύναμης. Γράφοντας, ένιωθε πως μπορούσε να υπερκεράσει το θάνατο, να αδράξει τη ζωή, να κρημνίσει τη λησμονιά, να λυτρωθεί. Ο θάνατος, εδώ, αποτέλεσε δημιουργική δύναμη, μήτρα της λογοτεχνίας. Μια δημιουργικότητα που γεννήθηκε από τον θάνατο, καταδικασμένη σε θάνατο. Είναι χαρακτηριστικό πως «Ο μπιντές», το πιο γνωστό του διήγημα, εκδίδεται δύο χρόνια πριν πεθάνει, ενώ «Το κοινόβιο» κυκλοφορεί μετά τον θάνατό του. Η ίδια η ζωή του Χάκκα, λοιπόν, ακολούθησε το μοτίβο των λογοτεχνικών έργων: μετά την ακμή, την κορύφωση, έπεται η φθορά, η πτώση, το τέλος. Ένα τέλος, όμως , ένδοξο, αξιοπρεπές και περήφανο.

Πηγή Εικόνας: biblionet.gr

«Δε θέλω χρόνο, Ζωή θέλω, μ’ όλο που το δεύτερο προϋποθέτει το πρώτο, ζωή να τη σπαταλήσω πίσω από τις φράσεις, ζωή να χτίσω παραγράφους, να οικοδομήσω ένα έργο δίνοντας στο λόγο μια Τρίτη διάσταση, γιατί τη δεύτερη τη βρήκαν οι άλλοι, την καταγράψαν οι δάσκαλοι κι εγώ πρέπει να πάω παραπέρα.», κραυγάζει ο συγγραφέας στο διήγημά του «Το τρίτο νεφρό», σε μια έσχατη προσπάθεια να αγκιστρωθεί στη ζωή, να προφτάσει να ξεδιπλώσει όλο το ψυχικό του κόσμο, να εξαντλήσει όλη τη δημιουργική του δύναμη, πριν την άρει ο θάνατος. Η αγωνία του αδόκητου χαμού διαπερνά το όψιμο έργο του και λαμβάνει ως αντίδοτο τον έρωτα: έναν έρωτα φθαρτό, γήινο, ανθρώπινο, σαρκικό και πνευματικό, χωρίς καμία εξιδανίκευση. Έρωτας και θάνατος διαπλέκονται και οδηγούν στην κάθαρση, σε έναν ρεαλιστικό, ωμό, αλλά, συγχρόνως, τόσο όμορφο και τρυφερό ύμνο μιας ζωής, που σύντομα θα ηττηθεί από την αδήριτη δύναμη του θανάτου.

Στο διήγημά του «Περίπτωση θανάτου» εξετάζεται η ετοιμότητα του ανθρώπου απέναντι στο μυστήριο του αναπόφευκτου χαμού. Η κυρά–Μαρία, ένα εκ των προσώπων της ιστορίας, επιδεικνύει ψυχικό μεγαλείο, υπερβαίνοντας την ανθρώπινη φύση της, αφού μέχρι και στο νεκροκρέβατό της, ζητά επίμονα να στραφεί όλη η προσοχή και η φροντίδα προς τους ζωντανούς, κι όχι προς εκείνη. Η απόλυτη άρση του ανθρώπινου εγωισμού: ο πιο ηρωικός θάνατος που θα μπορούσε να υπάρξει, αφού χαρίζει στον άνθρωπο τη θέωση, έστω και λίγο πριν τη νίκη της θνητότητάς του. Η κυρία Κούλα, που ταξίδεψε μέχρι τους Αγίους Τόπους για να αγοράσει τα σάβανα, αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο που έχει αποδεχτεί –τουλάχιστον φαινομενικά— την ιδέα του οριστικού αφανισμού του. Κατά τη γνώμη μου, κανένας θνητός δε συμβιβάζεται ποτέ απόλυτα με το γεγονός της φθαρτότητάς του, αφού πάντα ελλοχεύουν ο φόβος του αγνώστου, αλλά κι ο ανθρώπινος εγωκεντρισμός: μας είναι αδύνατον να φανταστούμε έναν κόσμο χωρίς εμάς.

Η πιο τραγική, ίσως, φιγούρα του διηγήματος είναι η Αιμιλία, η οποία παρότι γνωρίζει πως φυλλορροεί στο νοσοκομείο και πως δεν θα αντικρίσει ποτέ ξανά τον κήπο της, ονειρεύεται να επιστρέψει σπίτι της και να φυτέψει μια τριανταφυλλιά, σύμβολο της απύθμενης δίψας της για ζωή και της ελπίδας. Ο Χάκκας περιγράφει με λιτό τρόπο την πτωτική πορεία μιας ύπαρξης που επιμένει να ονειρεύεται και να τραγουδάει, τη στιγμή που ο άντρας της κανονίζει ήδη τα διαδικαστικά της κηδείας της.

Πηγή Εικόνας: oanagnostis.gr

Σε αντιδιαστολή με τους προηγούμενους ήρωες, ο ίδιος ο γράφων δηλώνει καθόλα ανέτοιμος απέναντι στον επερχόμενο θάνατο. Όντας ερωτευμένος με τη ζωή, τονίζει πως έχει πολλά βιβλία να γράψει ακόμα, πολλές γυναίκες να αγαπήσει, πολλά ταξίδια να πραγματοποιήσει, πολλές εκκρεμότητες να διευθετήσει. Αναλογιζόμενος το ανηλεές πέρασμα του χρόνου και τον αναπόφευκτο μαρασμό του, καθώς και την άρνησή του μπροστά στον θάνατο, αναδεικνύει την τραγικότητα και την περατότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, την ομορφιά και τη σκληρότητα της ζωής, που κηλιδώνεται από την απηνή έλευση του θανάτου.

Το έργο του Χάκκα, λοιπόν, διαποτίζεται από την αναζήτηση της ελευθερίας και της κάθαρσης –σε επίπεδο ιδεολογικό, αξιακό, πνευματικό- , τον αγώνα για έναν πιο ανθρώπινο κόσμο και ένα πιο ευοίωνο μέλλον, την απαγκίστρωση από τα δεσμά της μικροαστικής ζωής, τον σπαραγμό του πρόωρου θανάτου, καθώς και τον εναγκαλισμό του έρωτα με τον θάνατο. Πρόκειται για μια λογοτεχνική παραγωγή που περατώνεται υπό τη βαριά σκιά του θανάτου, η οποία, παραδόξως, λειτουργεί ως ζωοδότρια δύναμη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Μάριος Χάκκας, Άπαντα, Κέδρος, Δεκέμβριος 2013.
  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ 2, Τι να κρατήσουμε από τον Μάριο Χάκκα (του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου), oanagnostis.gr, διαθέσιμο εδώ.
  • ΑΦΙEΡΩΜΑ 3, Δυο τρία πράγματα που ξέρω για τον Μάριο Χάκκα (του Βαγγέλη Ραπτόπουλου), oanagnostis.gr, διαθέσιμο εδώ.
  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ 5, 50 χρόνια χωρίς τον Μάριο Χάκκα (του Γιώργου Χάκκα), oanagnostis.gr, διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Κωνσταντοπούλου
Κατερίνα Κωνσταντοπούλου
Γεννήθηκε το 2003 στο Μαρούσι. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά. Επιθυμεί να ασχοληθεί με τη διδασκαλία. Στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και τη συγγραφή δοκιμίων, άρθρων και ποιημάτων.