Της Γεωργίας Παγιαβλά,
Η Judith Butler έχει συνδέσει το όνομά της με τη θεωρία του φύλου. Πιο συγκεκριμένα, τα έργα της –Αναταραχή φύλου (Gender Trouble, 1990) και Σώματα με σημασία (Bodies that Matter, 1993)– έχουν ασκήσει καθοριστική επίδραση στη φεμινιστική σκέψη και πολιτική, καθώς προσπαθούν να αποδομήσουν το βιολογικό φύλο και να τονίσουν την επιτελεστική κατασκευή της ταυτότητας (Κακολύρης, 2020). Σε μεταγενέστερα έργα της –Ευάλωτη ζωή (Precarious Life, 2004) και Πλαίσια πολέμου (Frames of War, 2009)– διερευνάται η ανθρώπινη ευπάθεια, υποστηρίζοντας ηθικές πολιτικές που αναγνωρίζουν την αλληλεξάρτηση, την κοινή ανασφάλεια και την ηθική ευθύνη.
Στο παρόν άρθρο, προσπαθούμε να περιηγηθούμε στο έδαφος όπου η έννοια της βιωσιμότητας της ζωής συγκλίνει με την έννοια της βιώσιμης οικονομίας. Με άλλα λόγια, βασιζόμαστε στις φιλοσοφικές συνεισφορές της Butler για τη βιώσιμη ζωή, ώστε να έχουμε ένα θεωρητικό πλαίσιο για να διερευνήσουμε την αμοιβαία σχέση μεταξύ της ατομικής ευημερίας και των οικονομικών δομών που διαμορφώνουν τις κοινωνίες μας και να προωθήσουμε ένα νέο οικονομικό παράδειγμα.
Η Butler (2016) ρωτάει «Τι είναι η ζωή;» όχι με την ευρεία έννοια της ζωής και του θανάτου, αλλά εξετάζοντας πώς η εξουσία διαμορφώνει την κατανόησή μας για τη ζωή. Η εστίασή της αφορά την κατανόηση του ποια στοιχεία της ζωής εκτιμώνται και ποια αγνοούνται στον καθορισμό του τι καθιστά μια ζωή «βιώσιμη» (livable). Αναρωτιέται, επίσης, αν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε αντικειμενικά εργαλεία για την αξιολόγηση της αξίας μιας ζωής και αν είναι δυνατόν να καθοριστούν τα ουσιώδη στοιχεία μιας ζωής που μπορούν να δικαιολογήσουν τις διαφορές στην εκτίμηση.
Παράλληλα, η Butler (2016) διερευνά την έννοια μιας βιώσιμης ζωής και πώς σχετίζεται με την ιδέα μιας καλής ζωής. Στο έργο της, προτείνει ότι η βιωσιμότητα υπερβαίνει την απλή επιβίωση – περιλαμβάνει κάτι περισσότερο από απλώς την ύπαρξη. Χρησιμοποιεί τις ιδέες φιλοσόφων, όπως ο Walter Benjamin και ο Theodor Adorno, για να υποστηρίξει ότι η διαβίωση μιας καλής ζωής είναι αλληλένδετη με την κριτική εξέταση των κοινωνικών δομών που αποδίδουν διαφορετικές αξίες σε διαφορετικές ζωές (Zaharijević & Bojanić, 2017). Η Butler τονίζει ότι καμία ζωή δεν υπάρχει σε απομόνωση και οι συνθήκες που καθιστούν μια ζωή βιώσιμη διαμορφώνονται από τη βιωσιμότητα των άλλων.
Με άλλα λόγια, μια ζωή χαρακτηρίζεται όχι μόνο από τη συνεχή ύπαρξή της και το βέβαιό της τέλος, αλλά και από την εγγενή επισφάλειά της. Η ζωή είναι επιρρεπής σε τραυματισμό, απώλεια, καταστροφή ή παραμέληση, μέχρι την τελική της καταστροφή. Δεν μπορεί να διατηρηθεί από μόνη της και είναι ευάλωτη σε εξωτερικές επιρροές και κινδύνους που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να οδηγήσουν στην καταστροφή της. Δεν υπάρχει καμία οριστική προστασία από τις απειλές για τη ζωή. Η διατήρηση της ζωής εξαρτάται από την εκπλήρωση διαφόρων κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών. Η επισφαλής φύση της ζωής τονίζει την κοινωνική της διασύνδεση, που σημαίνει ότι η ζωή του κάθε ατόμου επηρεάζεται πάντα από τους άλλους (Κακολύρης, 2019).
Επιπλέον, η Butler εισάγει όρους όπως «μη θρηνίσιμος» (ungrievable), μεταξύ άλλων, για να περιγράψει πτυχές της ζωής που θεωρούνται «μη βιώσιμες» (Zaharijević & Bojanić, 2017). Αμφισβητώντας την πιο κοινή υπόθεση, ότι η ζωή ακολουθεί μια γραμμική τροχιά από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο, εισάγει την ιδέα του «μελλοντικού προγόνου», υποδεικνύοντας ότι ο θρήνος είναι μια συνθήκη που είναι εγγενής στην εμφάνιση και τη διατήρηση της ζωής, ακόμη και πριν να έχει αναπτυχθεί πλήρως. Σύμφωνα με τη Butler, η αναγνώριση μιας ζωής ως θρηνήσιμης είναι απαραίτητη για τον εορτασμό της και τη διατήρησή της. Χωρίς αυτήν την αναγνώριση, υπάρχει ο κίνδυνος η ζωή να θεωρηθεί κάτι άλλο από τη ζωή, μια ύπαρξη χωρίς σεβασμό ή αναγνώρισμα. Ο θρήνος δεν συνδέεται μόνο με το πένθος μετά από μια ζωή που έχει ζήσει, αλλά είναι μια θεμελιώδης πτυχή που προηγείται και επιτρέπει την αντίληψη της ίδιας της ζωής. Είναι μέσω της αναγνώρισης της «θρηνότητας» που μπορεί κανείς να κατανοήσει την αβεβαιότητα της ζωής, αναγνωρίζοντας την ευπάθειά της σε μη-ζωή από την αρχή. Στην ουσία, η έννοια του θρήνου γίνεται ένα θεμελιώδες στοιχείο στη διαμόρφωση της κατανόησής μας για το τι αποτελεί μια ουσιαστική και βιώσιμη ζωή (Butler, 2015).
Ορισμένες ζωές δεν αντιλαμβάνονται ότι είναι πολύτιμες ή ότι αξίζει να τις θρηνήσουμε. Αυτές οι ζωές μπορεί να περιθωριοποιηθούν, συχνά αποκλείονται από την ευαισθητοποίηση του κοινού, λόγω παραγόντων όπως η έλλειψη νομικής αναγνώρισης ή η ασαφής ταυτότητα φύλου. Η Butler εισάγει τον όρο «απορριφθείσα ζωή» (jettisoned life) για να περιγράψει αυτές τις περιθωριοποιημένες ζωές, τονίζοντας την επισφαλή τους κατάσταση στα πολιτικά συστήματα. Σε αντίθεση με την έννοια της «γυμνής ζωής» (bare life), η οποία υποδηλώνει ζωές εκτός της πολιτικής σφαίρας (Αγκάμπεν, 1995), οι απορριφθείσες ζωές είναι βαθιά εμπλεκόμενες στη δυναμική της εξουσίας και στις πολιτικές δομές. Αυτές οι ζωές μπορεί να απορρίπτονται, να διαμορφώνονται έξω από τη δημόσια θέα και συστηματικά να αφαιρούνται, αλλά παραμένουν σταθερά στο πεδίο της πολιτικής.
Έτσι, το να απορρίπτεται κανείς δεν σημαίνει ότι βρίσκεται εκτός πολιτικού χώρου. Αντίθετα, αντικατοπτρίζει την προϋπόθεση να αντιμετωπίζεται ως δαπανηρό ή επιβαρυντικό μέσα σε ένα πολιτικό πλαίσιο που καθορίζει ποιος ανήκει και ποιος αποκλείεται. Για αυτό, η σχέση μας με τους άλλους, συμπεριλαμβανομένων και των άλλων έμβιων όντων, διαμεσολαβείται από κανονιστικά πλαίσια που καθορίζουν ποιων οι ζωές θα χαρακτηριστούν αξιοβίωτες, και ως εκ τούτου θα τύχουν προστασίας και ηθικής μέριμνας και ποιων όχι. Έτσι, για παράδειγμα, η ύπαρξη συγκεκριμένων κανονιστικών πλαισίων καθιστά τη ζωή ή τον θάνατο ενός λευκού Κεντροευρωπαίου ηθικά περισσότερο σημαντικά από τη ζωή ή τον θάνατο ενός Αφρικανού πρόσφυγα, όπως κι ενός ανθρώπου από ενός άλλου έμβιου όντος (ζώου, δένδρου ή φυτού) (Κακολύρης, 2023).
Η θεωρία της Butler προσφέρει μια νέα οπτική, μέσω της οποίας μπορούμε να αναλύσουμε τις προκλήσεις της σημερινής οικονομίας, ιδιαίτερα ενόψει των ανθρωπιστικών κρίσεων, των κοινωνικών ανισοτήτων και των συστημικών αδικιών. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Butler (2022), το ερώτημα αν κάποιο άτομο ζει μια βιώσιμη ζωή είναι ένα επείγον οικονομικό ζήτημα. Έτσι, μια βιώσιμη οικονομία οφείλει να ταυτιστεί με την ύπαρξη υγειονομικής περίθαλψης και επαρκής στέγασης, δηλαδή αρκετού καθαρού νερού, φαγητού και ενέργειας. Η υπαρξιακή επείγουσα σημασία του ζητήματος επιδεινώνεται από την οικονομική ανασφάλεια, η οποία έχει ενταθεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Στο πλαίσιο της Butler (2016), μια βιώσιμη ζωή δεν περιορίζεται μόνο στη φυσική ύπαρξη, αλλά περιλαμβάνει την αναγνώριση και τον σεβασμό για τη ζωή που την καθιστά «βιώσιμη». Η έννοια της «θρηνησιμότητας» καθίσταται κρίσιμη, καθώς υπογραμμίζεται η άνιση κατανομή της αξίας που τοποθετείται σε διαφορετικές ζωές. Μια βιώσιμη οικονομία, επομένως, απαιτεί όχι μόνο την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών ανησυχιών, αλλά και την κατάργηση συστημικών φραγμών που καθιστούν ορισμένες ζωές λιγότερο βιώσιμες ή/και λιγότερο θρηνήσιμες (όπως ηλικιωμένους/ες, ρομά, πρόσφυγες/ισσες, φυλακισμένους/ες, άστεγους/ες και τοξικοεξαρτημένους/ες).
Σύμφωνα με τη Butler, ο όρος «βιώσιμη ζωή» (livable life) χρησιμεύει ως στόχος ή ιδανικό που δεν έχει ακόμη επιτευχθεί πλήρως, ενεργώντας ως οδηγός για τα άτομα και τις κοινωνίες, ώστε να ρυθμίζουν κριτικά και να βελτιώνουν τη ζωή τους (Zaharijević & Bojanić, 2017). Έτσι, οφείλουμε να υποστηρίζουμε κοινωνικές και οικονομικές δράσεις που δίνουν προτεραιότητα στην ενσωμάτωση, τη δίκαιη κατανομή των πόρων και την προστασία των ευάλωτων πληθυσμών. Μια βιώσιμη οικονομία περιλαμβάνει την αναγνώριση των διαρθρωτικών ανισοτήτων που διαιωνίζουν τη φτώχεια και τις διακρίσεις και απαιτεί κάθε ζωή να θεωρείται «θρηνήσιμη» και να καλύπτονται οι βασικές ανάγκες –όπως εμείς τις ορίζουμε– για όλα τα άτομα, προάγοντας μια κοινωνία όπου κάθε άτομο μπορεί πραγματικά να ζήσει μια «βιώσιμη ζωή».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Agamben Giorgio (1995), Homo Sacer: Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή, Μετάφραση: Παναγιώτης Τσιαμούρας, Εκδόσεις Έρμα
- Basiago, A. D. (1995), Methods of defining ‘sustainability’. Sustainable development, 3(3), 109-119.
- Judith Butler: Precariousness and Grievability: When is life grievable?, versobooks.com, διαθέσιμο εδώ
- Butler, J. (2016), Frames of war: When is life grievable?, Verso Books
- Butler, J. (2022). A livable life? An inhabitable world? Scheler on the tragic. Puncta, 5(2), 8-27.
- Kακολύρης, Γ. (2020), Το φύλο ως επιτέλεση, στο Ευστράτιος Παπάνης & Ανδρομάχη Μπούνα (επιμ.), Διαστάσεις της αρρενωπότητας, ἡδυέπεια, Αθήνα σσ. 124-140, διαθέσιμο εδώ
- Kακολύρης, Γ. (2021), Τζούντιθ Μπάτλερ: αλληλεξάρτηση, επισφάλεια και ηθική ευθύνη. Σύγχρονα Θέματα 150 -152, 203-21, διαθέσιμο εδώ
- Zaharijević, A., & Bojanić, S. Μ. (2017). The Trajectories of the Concept of Life in Judith Butler’s Tthought. Isegoria. Revista de filosofia moral y politica, (56), 169-185.