Του Λάμπρου Κουρή,
Σε αυτό το άρθρο, θα συνεχίσουμε την ιστορία της Αγγλίας από εκεί που σταματήσαμε με τον Γουλιέλμο τον Κατακτητή, δηλαδή το έτος 1087, όταν ο Γουλιέλμος πέθανε. Θα τελειώσουμε με την άνοδο της τρίτης δυναστείας που κυβέρνησε την Αγγλία, τους Πλανταγενέτες, οι οποίοι ξεκίνησαν από το δουκάτο της Ακουιτανίας, στη νοτιοδυτική Γαλλία. Ας αρχίσουμε, λοιπόν.
Όταν πέθανε ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής, διάδοχος στο θρόνο ήταν ο συνονόματος γιoς του, ο Γουλιέλμος Κοκκινοτρίχης, λεγόμενος έτσι λόγω του χρώματος των μαλλιών του. Πέτυχε να μείνει η Νορμανδία συνδεδεμένη με την Αγγλία, αλλά η σκληρή του διακυβέρνηση ευθύνεται για το γεγονός ότι ονομάστηκε τύραννος. Πολλοί βαρόνοι θέλησαν τον αδερφό του στο θρόνο και εξεγέρθηκαν. Συγκεκριμένα, ο ετεροθαλής αδερφός του Γουλιέλμου του Κατακτητή, ο Όντο του Μπαγιώ, κόμης του Κεντ, άρχισε την εξέγερση το 1088. Η επανάσταση απέτυχε, αλλά ο Γουλιέλμος δεν κράτησε την υπόσχεσή του προς τους Άγγλους για μείωση των φόρων, αν οι τελευταίοι πήγαιναν μαζί του.
Η δεύτερη εξέγερση έγινε το 1095, αλλά και αυτή απέτυχε. Ο Γουλιέλμος τιμώρησε τους πρωταιτίους τόσο σκληρά, που κανείς δεν τόλμησε να εξεγερθεί εναντίον του ξανά. Προσπάθησε να υποβαθμίσει την Αγγλική Εκκλησία, κάτι στο οποίο πρόβαλε αντίσταση ο Άγιος Άνσελμος του Καντέρμπουρι. Ηττημένος, ο Άνσελμος έφυγε για το Ρώμη το 1097. Ενώ ο Γουλιέλμος προσπαθούσε να επιβληθεί στην Αγγλία, έκανε και εκστρατείες στη Σκωτία και στην Ουαλία. Το 1091, έκανε τον Μάλκολμ της Σκωτίας να αποδεχτεί την κυριαρχία του Γουλιέλμου επί της Σκωτίας και το 1093 η Σκωτία εξεγέρθηκε κατά της Αγγλίας. Ο Μάλκολμ πέθανε στο Alnwick του Northumberland. Το 1097, κυριάρχησε επί των Ουαλών. Από το 1089, μέχρι το 1096, έπρεπε να πολεμήσει με τον αδερφό του, Ροβέρτο, για να πάρει πίσω τη Νορμανδία. Το 1096, ο Ροβέρτος πήγε στην Α΄ Σταυροφορία και άφησε τη Νορμανδία στον Γουλιέλμο. Ο Γουλιέλμος δολοφονήθηκε με ένα βέλος στην πλάτη το 1100, ενώ ήταν σε κυνήγι. Τον διαδέχθηκε ο νεότερος αδερφός του, ο Ερρίκος ο Α’.
Ο Ερρίκος ο Α’ εξέδωσε μια Χάρτα Ελευθεριών, από τα άρθρα της οποίας προήλθε η Μεγάλη Χάρτα (Magna Charta). To 1106, κατέλαβε τη Νορμανδία και έδιωξε τον αδερφό του, τον Ροβέρτο, ο οποίος πέθανε το 1134. Το 1124-1125, κάποιοι προϊστάμενοι βασιλικών νομισματοκοπείων κατηγορήθηκαν ότι έκοβαν πλαστά νομίσματα. Όσοι συνελήφθησαν ευνουχίστηκαν χωρίς καν να περάσουν από δίκη. Ο Ερρίκος έφερε αλλαγές και στη διοίκηση. Για παράδειγμα, ένας αρχιδικαστής ασκούσε χρέη αντιβασιλέα, όταν ο βασιλιάς έλειπε. Το Θησαυροφυλάκιο αναφέρεται για πρώτη φορά, με την ονομασία exchequer. Μέχρι τότε, τα οικονομικά τα διαχειριζόταν το chamber. Το Θησαυροφυλάκιο ήταν ενεργό μόνο στα Συμβούλια. Αυτά, μόνο για την Αγγλία. Στη Νορμανδία ίσχυσε ένα ξεχωριστό ταμείο. Σχετικά με τη δικαιοσύνη, ο βασιλιάς διόριζε τους δικαστές, ο οποίοι ήταν άτομα ανώτερης τάξης, αλλά αυτό σταμάτησε στην εποχή του Ερρίκου του Α’. Ο Ερρίκος είχε ορίσει κάποια άτομα ταπεινής καταγωγής σε υψηλές θέσεις. Αυτά, σχετικά με τους νόμους και τα εσωτερικά της Αγγλίας.
Ένας βασιλιάς, εκτός από τα καθήκοντα διακυβέρνησης ενός βασιλείου, έχει και το καθήκον να αφήσει διαδόχους. Σε αυτό, ο Ερρίκος συνεισέφερε και με το παραπάνω, αλλά τα παιδιά που είχε, ήταν νόθα. Ο μόνος γιος του από τον πρώτο του γάμο, πέθανε το 1120, ενώ περνούσε τη Μάγχη. Χωρίς παιδιά από τον δεύτερο γάμο, επόμενος στη διαδοχή ήταν ο ανιψιός του, Γουλιέλμος Κλίτος, γιος του Ροβέρτου, αλλά ήταν μαριονέτα του βασιλιά της Γαλλίας, του Λουδοβίκου του 7ου. Το 1125, η κόρη του Ερρίκου, η Ματθίλδη, επέστρεψε ως άτεκνη χήρα από την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους. Δύο χρόνια αργότερα, παντρεύτηκε τον Γοδεφρείδο Πλανταγενέτη, κόμητα της Ανδηγαυίας. Μαζί, απέκτησαν τρείς γιούς και ο Γοδεφρείδος πέθανε το 1151. Το 1135, ο Ερρίκος Ά πέθανε και τον διαδέχτηκε η κόρη του. Και τότε, άρχισαν δυναστικές διαμάχες, για τα επόμενα 19 χρόνια. Οι διεκδικητές του θρόνου ήταν η ίδια η Ματθίλδη, ο γιος της, ο Στέφανος του Μπλουά και ο Ερρίκος. Το 1139, έγινε εισβολή κατά της Αγγλίας από τη Ματθίλδη, αλλά οι αδέξιες κινήσεις της την κατέστησαν ανεπιθύμητη. Ο Στέφανος απελευθερώθηκε και επανέκτησε τον έλεγχο το 1144. Το 1147, ο Ερρίκος, τότε δεκαπέντε ετών, εισέβαλε στην Αγγλία, αλλά ηττήθηκε και επέστρεψε στους γονείς του. Έγιναν εισβολές ξανά το 1149 και το 1153, περισσότερο επιτυχημένες. Με ένα νεκρό γιο και τον άλλο να μην ενδιαφέρεται για το θρόνο, ο Στέφανος δέχτηκε να τον διαδεχτεί ο Ερρίκος ο Β’. Έτσι, τελείωσε η δυναστεία των Νορμανδών και άρχισε η δυναστεία των Ανδηγαυών, η οποία διήρκεσε ως το 1399.
Τώρα αρχίζει η βασιλεία του Ερρίκου του Β’. Το 1152, πριν γίνει βασιλιάς, παντρεύτηκε την Ελεωνόρα της Ακουιτανίας. Μαζί, απέκτησαν οχτώ παιδιά, αλλά λόγω της συνεχούς απιστίας του, η Ελεωνόρα έπεισε τους γιούς τους να επαναστατήσουν, κάτι το οποίο έγινε μεταξύ 1173 και 1175. Μετά από την αποτυχία κατά του Ερρίκου Β΄, ο ίδιος διέταξε τον εγκλεισμό της Ελεωνόρας σε κάστρο. Κατά τη βασιλεία του, είχε μπει σε διαμάχη με τον Τόμας Μπέκετ, ο οποίος είχε διακριθεί στο περιβάλλον του Θεοβάλδου, αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρυ. Στην αρχή, ο Μπέκετ ήταν φίλος του βασιλιά, αφού πολλές φορές έβαλε τα συμφέροντα του θρόνου πάνω από την Εκκλησία. Το 1162, διορίστηκε αρχιεπίσκοπος, χωρίς καν να είναι κληρικός και τότε άρχισε η αντιπαλότητα με τον βασιλιά, με τον Μπέκετ να υποστηρίζει τις ελευθερίες της Εκκλησίας, ειδικά των εκκλησιαστικών δικαστηρίων.
Το 1164, ο Ερρίκος εξέδωσε τις Διατάξεις του Κλάρεντον, σύμφωνα με τις οποίες, οι κληρικοί που ήταν ένοχοι από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια, έπρεπε να παραδίδονται στην κοσμική εξουσία για να τιμωρηθούν. Ο Μπέκετ διαφώνησε και εξορίστηκε με τη δικαιολογία οικονομικών ατασθαλιών. Το 1170, ο Ερρίκος ανακάλεσε τον Μπέκετ από τη Ρώμη, ώστε να στέψει τον γιο του. Ο Μπέκετ αφόρισε όσους κληρικούς είχαν συμμετάσχει σε μια προηγούμενη στέψη του γιού του Ερρίκου και ο Ερρίκος δυσανασχέτησε και αναρωτήθηκε αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να τον απαλλάξει από τον Μπέκετ. Στις 29 Δεκεμβρίου 1170, κάποιοι που υπέθεσαν ότι ο βασιλιάς ήθελε μια μόνιμη λύση, σκότωσαν τον Μπέκετ στην Αγία Τράπεζα του ναού του Καντέρμπουρυ. Τρία χρόνια μετά, ο Μπέκετ ανακηρύχθηκε Άγιος.
Αφού ο Ερρίκος ήταν και νομοθέτης, θα μπορούσε να αφιερωθεί μια παράγραφος με λίγα λόγια για τους νόμους του, μεταξύ 1164 και 1170. Θέλοντας να παρακάμψει τα δικαστήρια των βαρόνων, επέτρεψε στους διαδίκους να αγοράζουν τα εντάλματα που πήγαιναν μια υπόθεση από τα βαρονικά στα βασιλικά δικαστήρια. Επιβλήθηκε η αρχή ότι κανένας δεν είχε την υποχρέωση να απολογηθεί σε βαρονικό δικαστήριο για τη γη του, εκτός αν ο βαρόνος είχε ένταλμα που του επέτρεπε την απονομή δικαιοσύνης. Ο Ερρίκος ο Β’ αναβίωσε και το θεσμό των περιοδευόντων δικαστών. Οι περιοδεύοντες δικαστές ονόμαζαν όσους είχαν διαπράξει φόνο, κλοπή ή ληστεία ή είχαν βοηθήσει εγκληματίες.
Μέχρι το 1189, όλες οι υποθέσεις δικάζονταν από βασιλικά δικαστήρια. Με τη Μεγάλη Ασίζη του 1179, ο κατηγορούμενος μπορούσε να αποφύγει τη δικαστική μονομαχία και η υπόθεσή του να δικάζεται από ιππότες. Μετά το 1178, μια αντιπροσωπία του βασιλικού δικαστηρίου συνεδρίαζε στο Ουέστμινστερ, κάτι που μονιμοποιήθηκε το 1215 με τη Μεγάλη Χάρτα. Επίσης, όρισε πόσους ιππότες θα έχουν οι βαρόνοι του, χρησιμοποιώντας την Έρευνα Ιπποτικής Υπηρεσίας και απαίτησε ένα ποσό για την εξαγορά της στρατιωτικής υπηρεσίας. Τέλος, το Θησαυροφυλάκιο έγινε θεσμός και επανδρώθηκε με μόνιμο προσωπικό. Αυτά περί των νόμων.
Ο Ερρίκος πέθανε το 1189, έχοντας περάσει τη βασιλεία του νομοθετώντας και εξασφαλίζοντας τη διαδοχή του. Θα τον ακολουθήσουν οι γιοί του, ο Ριχάρδος και ο Ιωάννης, που θα τους συναντήσουμε στο επόμενο άρθρο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Nicholas David (2013), Η εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου (312-1500) (μτφρ. Μαριάννα Τζιαντζή), εκδ. ΜΙΕΤ