Της Πέρσας Κουμάτη,
Η αορτή είναι το μεγαλύτερο αγγείο του σώματος, το οποίο ξεκινά από την καρδιά, περνά από τον θώρακα και την κοιλιά και, τελικά, χωρίζεται στις δύο αρτηρίες. Το τμήμα της αορτής, το οποίο ευρίσκεται στην κοιλιά, ονομάζεται κοιλιακή αορτή και τροφοδοτεί με αίμα όλα τα όργανα της κοιλιάς και τα δύο κάτω άκρα.
Ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής
Ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής είναι η μη αναστρέψιμη διάταση της κοιλιακής αορτής. Είναι μια οξεία κατάσταση, η οποία προκαλεί 170.000 θανάτους το έτος παγκοσμίως! Αυτό, γιατί συνήθως δε δίνει συμπτώματα παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά, δηλαδή, έχει ήδη υποστεί ρήξη. Το 2019 η Δημόσια Υγεία της Αγγλίας ανέφερε ότι περίπου το 0.97% των ανδρών που εξετάστηκαν είχαν ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, αν και η τιμή αυτή κυμαινόταν από 0.66 έως 1.77% ανάλογα με τη γεωγραφική τοποθεσία. Ο αριθμός των θανάτων λόγω ρήξης ανευρύσματος μειώνεται με την πάροδο του χρόνου. Αυτές οι τάσεις αποδίδονται στη συνολική μείωση του αριθμού καπνίσματος και στην αύξηση της επιλεκτικής επιδιόρθωσης ανευρύσματος σε άτομα ηλικίας 75 ετών και άνω.
Συμπτωματολογία
Στις περισσότερες περιπτώσεις το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής δεν εμφανίζει συμπτωματολογία. Έχει ονομαστεί χαρακτηριστικά και ως «σιωπηλός δολοφόνος», καθώς δεν κάνει την εμφάνισή του παρά μόνο στη ρήξη του.
Εντούτοις, καθώς το ανεύρυσμα μεγαλώνει σε διάμετρο μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα, με τον πόνο να αποτελεί το κυριότερο. Ο πόνος εμφανίζεται στην κοιλιά, το στήθος, την πλάτη και τη βουβωνική χώρα. Ένας αιφνίδιος και οξύς πόνος μπορεί να σηματοδοτεί τη ρήξη του ανευρύσματος, κατάσταση η οποία χρήζει άμεσης παρέμβασης. Επίσης, άλλο σχετικά σπάνιο, αλλά σημαντικό σύμπτωμα, είναι η αίσθηση ψύχους και πόνου στα πόδια. Από την άλλη, σε περιπτώσεις λοίμωξης ή φλεγμονής του ανευρύσματος εμφανίζονται συμπτώματα και σημεία συστηματικής λοίμωξης.
Παράγοντες κινδύνου
Αρκετές μελέτες υποδηλώνουν υψηλότερο επιπολασμό ανευρυσμάτων στους Καυκάσιους σε σύγκριση με τις μαύρες και ασιατικές φυλές. Η φυλετική ανισότητα στην πρόσβαση, στον έλεγχο και στη θεραπεία μπορεί να ευθύνεται για τις διαφορές στον επιπολασμό που αναφέρθηκαν.
Η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα και η προηγούμενη καρδιαγγειακή νόσος είναι μεγάλοι μη τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου, οι οποίοι αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ανευρύσματος. Ο διαβήτης σχετίζεται αρνητικά με το ανεύρυσμα. Οι άνδρες έχουν 3 έως 16 φορές αυξημένο κίνδυνο ανευρύσματος. Δεδομένου ότι οι γυναίκες έχουν μικρότερο σωματικό μέγεθος από τους άνδρες, αυτό το κριτήριο υποδιαγιγνώσκει το ανεύρυσμα στις γυναίκες. Οι περισσότερες μελέτες σε ζώα σχετικά με τη φυλετική ανισότητα στην παθογένεση ανευρύσματος έχουν επικεντρωθεί σε ορμόνες φύλου ή φυλετικά χρωμοσώματα. Πολλαπλές κλινικές μελέτες έχουν συσχετίσει χαμηλή τεστορόνη ορού με αυξημένο κίνδυνο ανευρύσματος σε ηλικιωμένους άνδρες. Τόσο η χαμηλή όσο και η υψηλή οιστραδιόλη έχουν συσχετιστεί με ανεύρυσμα.
Υπάρχουν, ωστόσο, διάφοροι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου που πρέπει να λαμβάνουν υπόψη οι γιατροί και να γνωρίζουν οι ασθενείς. Αυτά περιλαμβάνουν υψηλή συστολική αρτηριακή πίεση, ΔΜΣ, τριγλυκερίδια ορού και επίπεδα λιποπρωτεϊνών χαμηλής πυκνότητας. Ίσως ο μεγαλύτερος τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου είναι το κάπνισμα.
Θεραπευτική προσέγγιση
Οι περισσότερες κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν μικρά ασυμπτωματικά ανευρύσματα να παρακολουθούνται απεικονιστικά, ενώ μεγάλα ασυμπτωματικά, συμπτωματικά και ρήξεις να εξετάζονται για χειρουργική αποκατάσταση. Έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στις τεχνικές χειρουργικής των ανευρυσμάτων, ωστόσο, μια εναπομένουσα προτεραιότητα είναι οι θεραπείες για το περιορισμό της ανάπτυξης και της ρήξης ανευρύσματος.
Σημαντικό είναι να σημειωθεί εδώ πως το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής δεν υποστρέφει από μόνο του και χρήζει οριστικής θεραπείας. Φάρμακο για τη θεραπεία του ανευρύσματος δεν υπάρχει. Η συνταγογράφηση αντιϋπερτασικών φαρμάκων, όπως επίσης και η διακοπή του καπνίσματος, μπορούν να αποτρέψουν την εξέλιξη του ανευρύσματος.
Παρ’ όλα αυτά, συνίσταται τακτική παρακολούθηση του μεγέθους του ανευρύσματος, καθώς αυτό μπορεί να αυξηθεί σημαντικά και να οδηγηθεί σε ρήξη. Η οριστική θεραπεία είναι η χειρουργική αποκατάσταση και εφαρμόζεται όταν η διάμετρός του είναι πάνω από 5 εκατοστά, όταν υπάρχει μεγάλη αύξηση σε δύο διαδοχικές μετρήσεις ή όταν το ανεύρυσμα προκαλεί συμπτώματα. Υπάρχουν δυο μέθοδοι θεραπείας, η ανοικτή και η ενδαγγειακή αποκατάσταση. Σημαντική είναι η συμβουλή από έναν αγγειοχειρουργό, ώστε να εκτιμηθεί η σοβαρότητα της κατάστασης και να επιλεχθεί η καταλληλότερη θεραπεία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Abdominal aortic aneurysms part one: Epidemiology, presentation and preoperative considerations, Sage Journals. Διαθέσιμο εδώ
- What Is Aortic Aneurysm?, National Heart, Lung, and Blood Institute. Διαθέσιμο εδώ