Της Στέλλας Χριστοδούλου,
Σε μία οικονομία που βασίζεται στην αγορά, η ευκαιρία για επιτυχία είναι, ταυτόχρονα, και ευκαιρία για αποτυχία. Τι εννοούμε, όμως, στην πραγματικότητα με αυτήν τη φράση;
Αναμφίβολα, αυτό που έχει σημασία σε μία μαζική απόσυρση κεφαλαίων δεν είναι το εάν είναι απλά φερέγγυα μια τράπεζα, αλλά το εάν διαθέτει αρκετή ρευστότητα. Η φερεγγυότητα σημαίνει ότι η αξία των περιουσιακών της στοιχείων υπερβαίνει την αξία των υποχρεώσεών της και, συνεπώς, μπορεί να εκπληρώσει τις τρέχουσες υποχρεώσεις και, ταυτόχρονα, να συνεχίζει κανονικά τη λειτουργία της. Η ρευστότητα σημαίνει ότι η τράπεζα έχει επαρκή αποθεματικά και άμεσα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία για να ανταποκριθεί στη ζήτηση των καταθετών της για ανάληψη. Η κύρια ανησυχία είναι ότι η αποτυχία μίας τράπεζας είναι σε θέση να οδηγήσει, αρχικά, από μικρής κλίμακας αναλήψεις σε μία μαζική απόσυρση κεφαλαίων, που τελικά αυτή θα μπορεί να ωθήσει ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα σε έναν τεράστιο τραπεζικό πανικό (bank run ή deposit run). Αυτό το φαινόμενο διασποράς πανικού εκ μέρους των καταθετών ονομάζεται μετάδοση και συνήθως ξεκινούν από πραγματικά οικονομικά γεγονότα. Οι οικονομικές διαταραχές μπορεί, επίσης, να συμβούν όταν μειώνεται η καθαρή αξία των δανειοληπτών, όπως κατά τη διάρκεια του αποπληθωρισμού.
Αφού έγινε ξεκάθαρο σε όλους μας πώς η αιτία που οδηγεί σε τραπεζικό πανικό είναι η έλλειψη ρευστότητας, τώρα ας εστιάσουμε και στις συνέπειες που έχει αυτή η κατάσταση στην οικονομία. Αρχικά, οι εταιρείες αντιμετωπίζουν δυσκολία αποπληρωμής των χρεών τους. Δεύτερον, πολλοί άνθρωποι που χάνουν τις δουλειές τους αδυνατούν να πραγματοποιήσουν τις πληρωμές των δανείων τους και έτσι αυτό, με τη σειρά του, οδηγεί τις τράπεζες να χορηγούν λιγότερα δάνεια στο κοινό και πολύ πιο δύσκολα. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις λιγοστεύουν και τα ποσοστά αθέτησης αυξάνονται. Η αξία των περιουσιακών στοιχείων της τράπεζας μειώνεται και το τραπεζικό της κεφάλαιο πέφτει σε ακραία χαμηλό βαθμό.
Ποιος ο ρόλος του κράτους;
Πολλοί ίσως να το έχουν ξανακούσει. Πρόκειται για το Κρατικό Δίχτυ Ασφαλείας. Το κρατικό δίχτυ ασφαλείας συμβαίνει όταν η Κυβέρνηση με έναν συνδυασμό στρατηγικών εμπλέκεται στο χρηματοπιστωτικό σύστημα για τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον, για προστασία των επενδυτών, δεύτερον για προστασία των πελατών των τραπεζών από τη μονοπωλιακή εκμετάλλευση και τελευταίος λόγος και ίσως ο πιο σοβαρός, η διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η τάση των μικρών εταιρειών να συγχωνεύονται σε μεγάλες μειώνει τον ανταγωνισμό και, τελικά, καταλήγει σε ολιγοπώλια ή μονοπώλια. Επειδή τα μονοπώλια είναι αναποτελεσματικά, η Κυβέρνηση παρεμβαίνει για να εμποδίσει τις εταιρείες να γίνουν πολύ μεγάλες.
Ουσιαστικά, αυτό που κάνει το κράτος είναι να λειτουργεί ως δανειστής έσχατης ανάγκης. Χορηγεί δάνεια σε τράπεζες και παρέχει ασφάλιση καταθέσεων, δηλαδή ότι οι καταθέτες θα λάβουν πλήρη αξία των λογαριασμών τους σε περίπτωση κατάρρευσης. Όλα αυτά ελέγχονται, κυρίως, βάσει των κριτηρίων CAMELS (σήμερα, έχουν εμπλουτιστεί για τις ανάγκες της πολυπλοκότητας του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού συστήματος). Οι εποπτικές αρχές χρησιμοποιούν αυτά τα κριτήρια, δηλαδή αυτό το σύστημα αξιολόγησης κινδύνων για την αξιολόγηση της «υγείας» των τραπεζών που παρακολουθούν. Οι τομείς που εξετάζουν είναι 6. 1) Η κεφαλαιακή επάρκεια, 2) η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων, 3) η διαχείριση θεμάτων από τους εργαζόμενους 4) τα κέρδη της επιχείρησης 5) η ρευστότητα των τραπεζών και 6) η ευαισθησία που έχουν στο κίνδυνο, δηλαδή το πόσο εύκολα ή δύσκολα μπορούν να αντιμετωπίσουν μία δύσκολη κατάσταση – πρόβλημα.
Οι αξιολογήσεις CAMELS δεν δημοσιεύονται. Χρησιμοποιούνται για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με το εάν θα λάβουν επίσημη δράση έναντι μίας τράπεζας ή ακόμη και εάν θα την κλείσουν. Η τρέχουσα πρακτική για τις εποπτικές αρχές είναι να ενεργούν ως σύμβουλοι, συμβουλεύοντας τις τράπεζες πώς θα πάρουν την υψηλότερη δυνατή απόδοση, διατηρώντας, παράλληλα, τον κίνδυνο σε ένα σημείο μακρινό και αποδεκτό.
Συνοψίζοντας, καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα πως ο καλύτερος τρόπος να μην μετατραπεί η κατάρρευση μίας τράπεζας κατά τη διάρκεια ενός τραπεζικού πανικού (και όχι μόνο) είναι να βεβαιωθούμε ότι τα φερέγγυα ιδρύματα μπορούν να ανταποκριθούν άμεσα, έτσι όπως πρέπει, στη ζήτηση των πελατών τους, κυρίως στις αναλήψεις που επιθυμούν να κάνουν κάθε φορά οι καταθέτες τους, έχοντας επαρκή αποθεματικά και άμεσα εμπορεύσιμα χρεόγραφα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Cecchetti D. Stephen, Schoenholtz L. Kermit, Χρήμα – Τράπεζες και Χρηματοπιστωτικές Αγορές, Γενική Επιμέλεια: Κωνσταντίνα Ι. Κοτταρίδη, 2η Ελληνική Έκδοση, Εκδόσεις Πασχαλίδη
- Οι τράπεζες και η χαμένη εμπιστοσύνη, naftemporiki.gr, διαθέσιμο εδώ