Της Δωροθέας Λυπηρίδου,
Το έγκλημα και οι προσπάθειες πρόληψης και καταστολής του υπήρξαν πάντοτε βαρυσήμαντα ζητήματα για την εύρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας. Οι θεωρίες που αναπτύχθηκαν από εγκληματολόγους, ήδη από τις απαρχές της εγκληματολογικής επιστήμης, είναι αυτές που καθιστούν την ίδια αυτή επιστήμη ενδιαφέρουσα. Στην εγκληματολογία, ο όρος του οικονομικού εγκλήματος λέγεται ότι σχετίζεται με τη μη σύννομη επιχειρηματική δραστηριότητα. Η συγκεκριμένη δραστηριότητα, που δε συμφωνεί με τα όσα προβλέπει ο νόμος, διακρίνεται σε δύο επιμέρους κατηγορίες, αυτή του εγκλήματος του λευκού περιλαιμίου και αυτή του οργανωμένου εγκλήματος.
Κοινός στόχος και των δύο κατηγοριών εγκλημάτων είναι η αποκόμιση κέρδους. Ωστόσο, οι διαφορές τους έγκεινται στον τρόπο τέλεσης και στα μέσα που αυτά χρησιμοποιούν. Ειδικότερα, το έγκλημα του λευκού περιλαιμίου επιτυγχάνεται μέσα από την εκτέλεση παράνομων πράξεων και θεσμών, από ανθρώπους που εκτελούν νόμιμες επιχειρηματικές κινήσεις με απώτατο σκοπό το κέρδος, σε αντίθεση με το οργανωμένο έγκλημα, όπου το κέρδος επιτυγχάνεται μέσα από παράνομες δραστηριότητες στο πλαίσιο εμπορικών επιχειρήσεων.
Το οργανωμένο έγκλημα και το έγκλημα του λευκού περιλαιμίου έχουν ως κοινό γνώρισμα την επιχείρηση, το πρώτο χρησιμοποιώντας άτομα, των οποίων ο τρόπος συναλλαγής, αλλά και οι ίδιες αυτές οι συναλλαγές, αποτελούν παράνομες πράξεις, ενώ το δεύτερο αρκείται στη μέθοδο άσκησης παράνομων πρακτικών για την προμήθεια και εμπορευματοποίηση νόμιμων προϊόντων.
Η έννοια του εγκλήματος του λευκού περιλαιμίου αναπτύχθηκε από τον Edwin Sutherland το 1939, στην προσπάθειά του να δώσει έναν ορισμό για τα εγκλήματα που διαπράττονται από ανθρώπους που ανήκουν στην ανώτερη οικονομική και κοινωνική τάξη, την οποία συγκροτούν επιχειρηματίες και όχι χειρωνάκτες ή αγρότες. Ωστόσο, τα συγκεκριμένα εγκλήματα αφορούν σε περιπτώσεις που συσχετίζονται με την επαγγελματική δραστηριότητα του ατόμου. Έτσι, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο Sutherland αναφέρεται, αρχικά, σε εγκληματίες ευυπόληπτους, προερχόμενους από ανώτερες κοινωνικές τάξεις, οι οποίοι διαπράττουν εγκλήματα στα πλαίσια των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων. Παρά ταύτα, η έννοια αυτή επεκτάθηκε καταλαμβάνοντας και τους μισθωτούς και τη μεσαία τάξη, καθώς η μερίδα ανθρώπων που προέρχεται από εκεί ασκεί τα ίδια επαγγέλματα με αυτούς των ανωτέρων κοινωνικών τάξεων.
Το γεγονός ότι η θεωρία του Sutherland θεωρείται κομβικό για την εγκληματολογία σημείο είναι αδιαμφισβήτητο. Εντούτοις, οι σύγχρονοι εγκληματολόγοι επέκτειναν το εννοιολογικό περιεχόμενο του white-collar crime. Σημαντικοί, μεταξύ άλλων, υπήρξαν ο Herbert Edelhertz, σύμφωνα με τον οποίο στα εγκλήματα του λευκού περιλαιμίου αντιστοιχούν και άτομα που εκμεταλλεύονται την αγορά για την εξυπηρέτηση των σκοπών της εγκληματικής τους δραστηριότητας και ο Gilbert Geis, που υποστήριξε πως εγκλήματα του λευκού περιλαιμίου μπορούν να διαπράττονται από άτομα προερχόμενα από όλα τα κοινωνικά στρώματα, εστιάζοντας περισσότερο στην καταστροφική, για την εμπορική ζωή και επιχειρηματικότητα, επίπτωση που έχουν αυτά τα εγκλήματα.
Ακόμη, ο Nikos Passas μαζί με τον David Nelken, διέκριναν τέσσερις κατηγορίες, στις οποίες εντάσσουν αυτού του είδους τα εγκλήματα, μεταξύ των οποίων είναι αυτή του επιχειρηματικού, του κυβερνητικού, του επαγγελματικού και τέλος αυτή του οργανωμένου-επαγγελματικού εγκλήματος. Ταυτόχρονα, σε διάκριση κατηγοριών προέβησαν και οι Marshall Clinard και Richard Quinney, ανάγοντας τα εν λόγω εγκλήματα σε αυτά που προέρχονται από πράξεις της επιχείρησης και σε αυτά που εμπίπτουν στο επαγγελματικό πεδίο του ατόμου.
Οι επιστήμονες που ασχολήθηκαν με την έννοια του λευκού περιλαιμίου και των εγκλημάτων που εντάσσονται σε αυτή, δεν είναι δυνατόν φυσικά να εξαντληθούν σε απλές αναφορές, καθώς ο αριθμός αυτών και το έργο τους είναι μεγάλο. Σήμερα το οικονομικό έγκλημα στέκεται παράλληλα με αυτό του λευκού περιλαιμίου, καθώς τα μη εξειδικευμένα εγκλήματα θα πρέπει να θεωρούνται οικονομικά, μόνο, όταν μπορούν να προκαλέσουν ουσιώδη ζημία και προϋποθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις από δράστες, οι οποίοι είναι επιχειρηματίες. Καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο ορισμός του οικονομικού εγκλήματος εμπεριέχει τα χαρακτηριστικά των εγκλημάτων του λευκού περιλαιμίου, με αποτέλεσμα, όταν συντρέχουν αθροιστικώς οι προϋποθέσεις των εγκλημάτων του τελευταίου, να έχουμε οικονομικό έγκλημα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Χαράλαμπος Δημόπουλος, Εισηγήσεις Εγκληματολογίας, Νομική Βιβλιοθήκη, Κομοτηνή, 2008