Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Αμυντική στάση διατήρησε το Χρηματιστήριο Αθηνών την εβδομάδα που μας πέρασε, παρουσιάζοντας ελεγχόμενες διορθώσεις, παρά τις πτωτικές πιέσεις που δεχόταν από την ευρωπαϊκή αγορά.
Στην Ευρώπη, αλλά και διεθνώς, οι επενδυτές επικεντρώθηκαν, κυρίως, στις δηλώσεις αξιωματούχων της Ε.Κ.Τ. στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Davos. Οι πλειονότητα των δηλώσεών τους είχαν ως στόχο να κατευνάσουν την αισιοδοξία της αγοράς σχετικά με τις μειώσεις των επιτοκίων. Συγκεκριμένα, αναγνώρισαν την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο μέτωπο του πληθωρισμού και την τάση προσέγγισης του δείκτη στο επιθυμητό επίπεδο του 2%. Ωστόσο, επισήμαναν πως ο στόχος θα καθυστερήσει ακόμη να επιτευχθεί, ενώ υπογράμμισαν πως δεν υπάρχει λόγος για «βιαστικές» μειώσεις στα επιτόκια, εφόσον το τοπίο στην οικονομία είναι ακόμη «θολό» και οι εντάσεις στη Μέση Ανατολή κλιμακώνουν την αβεβαιότητα.
Συγκρατήθηκε τη Δευτέρα το Χρηματιστήριο Αθηνών από τις πτωτικές πιέσεις των ευρωπαϊκών αγορών, παρουσιάζοντας συσσώρευση στο κλείσιμο της Παρασκευής (12/01/2024) και καταγράφοντας κατά τις διαπραγματεύσεις αρκετές εναλλαγές προσήμων, κινούμενο σε στενό εύρος διακύμανσης. Ο τζίρος ανήλθε σε χαμηλά επίπεδα, κάτι που παρατηρήθηκε ευρύτερα στην Ευρώπη, εξαιτίας του χαμηλού επενδυτικού ενδιαφέροντος που διαμορφώθηκε από την αργία της Wall Street, λόγω της ημέρας για τον Martin Luther King.
Οι τράπεζες αποτέλεσαν «βαρίδι» της συνεδρίασης (πλην της Εθνικής), η υψηλή κεφαλαιοποίηση κινήθηκε μαζί με το σύνολο της αγοράς (δηλαδή έκλεισε με οριακά κέρδη), ενώ η μεσαία κεφαλαιοποίηση υπεραπέδοσε σημαντικά (+0,27%).
Ξανά ψήφο εμπιστοσύνης έδωσε η Morgan Stanley στις ελληνικές τράπεζες, παρά τις εντυπωσιακές υπεραποδόσεις που έχουν σημειώσει, μέχρι στιγμής. Συγκεκριμένα, αναθεώρησε προς τα πάνω τις τιμές-στόχους των μετοχών τους, διατηρώντας τη σύστασή της σε “overweight” για τις Εθνική, Πειραιώς και Alpha Bank και αναβαθμίζοντας, παράλληλα, επίσης σε “overweight” από “equal-weight” τη Eurobank. Η επικαιροποίηση των επιχειρηματικών σχεδίων και η επαναφορά των μερισμάτων αναφέρει πως θα είναι ο επόμενος σταθμός για την ενίσχυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για τις τράπεζες.
Στα εταιρικά νέα, ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών ανακοίνωσε, επισήμως, την εισαγωγή του 30% που ανήκει στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. στο Χ.Α. Επιπρόσθετα, τραπεζικές πηγές ανέφεραν στο Reuters πως μέχρι τις αρχές του Μαρτίου θα έχει πραγματοποιηθεί η αποεπένδυση του Τ.Χ.Σ. από την Πειραιώς.
Πτωτικά ξεκίνησε την εβδομάδα η ευρωπαϊκή αγορά, με τον δείκτη Stoxx Europe 600 να κλείνει με απώλειες 0,5% στις 474,19 μονάδες. Παρόμοιες ήταν οι μεταβολές και για τους επιμέρους βασικούς δείκτες των κύριων ανεπτυγμένων αγορών. Η πλειονότητα των κλάδων έκλεισε αρνητικά.
Το επενδυτικό ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στις δηλώσεις διάφορων αξιωματούχων της Ε.Κ.Τ., οι οποίοι επισήμαναν, για μια ακόμα φορά, πως είναι νωρίς ακόμη να μιλάμε για νομισματική «χαλάρωση» (για το πότε και σε τι ύψος αυτές πρέπει αν γίνουν), καθώς μια πρόωρη μείωση των επιτοκίων μπορεί να αποβεί μοιραία στο πληθωριστικό μέτωπο. Τα παραπάνω ήρθαν ως συνέχεια των πρόσφατων δηλώσεων της Christine Lagarde (επικεφαλής της Ε.Κ.Τ.) πως τα επιτόκια στην Ευρωζώνη έχουν φτάσει, μάλλον, στον ανώτερο σημείο τους.
Οι νέες αυτές δηλώσεις, λοιπών, επιβάρυναν το κλίμα στην αγορά της Ευρώπης, με αποτέλεσμα να ενισχυθούν σημαντικά μέσα στη μέρα οι αποδόσεις των ομολόγων που συμπαρέσυραν και τους χρηματιστηριακούς δείκτες. Ενδεικτικά, η απόδοση του γερμανικού 10ετούς κρατικού ομολόγου βρέθηκε στο 2,198% και του αντίστοιχου ιταλικού στο 3,777%.
Επιπρόσθετα, οι πτωτικές πιέσεις έγιναν εντονότερες από τις απώλειες που σημειώθηκαν στην κινεζική αγορά, με τον δείκτη των blue chips, CSI 300, να πέφτει ενδοσυνεδριακά στα χαμηλά του 2019.
Στα μακροοικονομικά νέα, η γερμανική οικονομία (δηλαδή το Α.Ε.Π.) συρρικνώθηκε κατά 0,3% το δ΄ τρίμηνο του 2023, όπως και συνολικά για το 2023, συμβαδίζοντας με τις εκτιμήσεις των αναλυτών από τη σχετική δημοσκόπηση του Reuters. Συνεπώς, η Γερμανία παρουσίασε τη χειρότερη μακροοικονομική επίδοση μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου.
Στην εγχώρια αγορά, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε οριακή άνοδο 0,06% στις 1.353,46 μονάδες και κυμάνθηκε μεταξύ των 1.344,98 μονάδων (-0,57%) και των 1.354,71 μονάδων (+0,15%). Ο FTSE Large Cap ενισχύθηκε κατά 0,04% στις 3.286,84 μονάδες και ο τραπεζικός δείκτης απώλεσε 0,84%, πέφτοντας στις 1.144,49 μονάδες. Η αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα € 77,08 εκατ., εκ των οποίων τα € 7,5 εκατ. ήταν 6 προσυμφωνημένες συναλλαγές, και ο όγκος ανήλθε στα 17,52 εκατ.
Ενδεικτικά, στην υψηλή κεφαλαιοποίηση, ισχυρή ήταν η άνοδος 3,65% για τη Βιοχάλκο. Αξιοσημείωτα ήταν, επίσης, τα κέρδη άνω του 2% για τις ΕΛΧΑ και Μυτιληναίος και άνω του 1% για τις Σαράντης, Autohellas, Ελλάκτωρ και Ο.Π.Α.Π. Αντίθετα, σημαντικές ήταν οι απώλειες 2,28% για την Τράπεζα Πειραιώς και άνω του 1% για τις Motor Oil, Eurobank, Τέρνα Ενεργειακή και Quest.
Με σημαντική διόρθωση ολοκλήρωσε τη συνεδρίαση της Τρίτης το Χρηματιστήριο Αθηνών, σπάζοντας το ανοδικό σερί 8 ημερών, καθώς η πλειονότητα των επενδυτών προχώρησε σε κατοχυρώσεις κερδών, πιεζόμενη και από το αρνητικό κλίμα στην ευρωπαϊκή αγορά. Καθ’ όλη τη διάρκεια των συναλλαγών, η αγορά κινήθηκε πτωτικά, με τις απώλειες να διογκώνονται σημαντικά ήδη από την πρώτη ώρα.
Ο τζίρος, αν και ενισχυμένος σε σχέση με την προηγούμενη συνεδρίαση, διατηρήθηκε σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, με μεγάλο μέρος του (περίπου € 10 εκατ.) να καταγράφεται στις τελικές δημοπρασίες. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως το 67% των «πακέτων» αφορούσε 4 προσυμφωνημένες συναλλαγές της Μυτιληναίος.
Οι μεγαλύτερες πτωτικές πιέσεις προήλθαν από τις τράπεζες, οι οποίες είχαν σημαντική συμμετοχή στον τζίρο και «βαριές» απώλειες. Πιο συγκρατημένη ήταν, ωστόσο, η πτώση στη μεσαία κεφαλαιοποίηση, με τον δείκτη να υποχωρεί κατά 1,03%.
Στα εταιρικά νέα, την Τρίτη ανακοινώθηκε το εύρος της απόδοσης του 5ετούς ομολόγου, ύψους € 200 εκατ., της Autohellas στα 4,25% με 4,6% (οι προσφορές ξεκίνησαν την Τετάρτη και έληξαν την Παρασκευή). Επιπλέον, η Eurobank Equities ξεχώρισε τη μετοχή της Μυτιληναίος από το χρηματιστηριακό ταμπλό, αναθεωρώντας προς τα πάνω την τιμή-στόχο (από τα € 40,3 στα € 45,2) και διατηρώντας σύσταση αγοράς.
Στο «κόκκινο» η ευρωπαϊκή αγορά, με τον δείκτη Stoxx Europe 600 να κλείνει με απώλειες 0,2%. Παρόμοιες ήταν οι απώλειες για τους βασικούς δείκτες των χωρών του «πυρήνα». Επίσης, από τις κύριες ανεπτυγμένες αγορές, ισχυρότερη πτώση δέχθηκε ο ισπανικός IBEX 35 (-0,8%) και ο βρετανικός FTSE 100 (-0,5%), ενώ θετικά διαφοροποιήθηκε ο ιταλικός FTSE MIB (+0,03%). Η πλειονότητα των κλάδων έκλεισε αρνητικά, με το μεγαλύτερο «βαρίδι» να αποτελούν οι εταιρείες κοινής ωφέλειας.
Το κλίμα επιβαρύνθηκε έπειτα από τις νέες επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, που είχαν ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι τιμές του πετρελαίου και να εντείνουν τους φόβους για καθυστερήσεις στις εμπορευματικές ροές του πετρελαίου. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως μέσα σε έναν μήνα τα ναύλα έχουν αυξηθεί κατά 237% και ότι η Ε.Ε. ετοιμάζεται να στείλει ναυτική αποστολή προστασίας των πλοίων.
Υπήρξαν, επίσης, ξανά δηλώσεις από αξιωματούχο της Ε.Κ.Τ., στην προσπάθεια της Κεντρικής Τράπεζας της Ευρωζώνης να συγκρατήσει την αισιοδοξία των επενδυτών. Συγκεκριμένα, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστρίας, Robert Holzmann, ανέφερε στο Davos πως «θα μπορούσε να μην υπάρξει καμία μείωση του κόστους δανεισμού εντός του 2024». Ο επικεφαλής της Κ.Τ. της Γαλλίας, Francois Villeroy de Galhau, επισήμανε από το συνέδριο του Davos πως, αν και είναι μέσα στο πρόγραμμα να πραγματοποιηθεί μια μείωση επιτοκίων μέσα στο έτος, είναι νωρίς η Ε.Κ.Τ. να σταματήσει να εστιάζει στο ζήτημα του πληθωρισμού. Στον αντίποδα, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Πορτογαλίας, Mário Centeno, κράτησε μια πιο θετική στάση, αναφέροντα σε δηλώσεις του στο Davos πως ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη κινείται προς τη «σωστή κατεύθυνση».
Στα μακροοικονομικά νέα, οι επενδυτικές προοπτικές στη Γερμανία ενισχύθηκαν για 6ο σερί μήνα, κάνοντας πιο αισιόδοξο το κλίμα σχετικά με την πορεία της οικονομίας της χώρας. Ειδικότερα, ο δείκτης του ινστιτούτου ZEW παρουσίασε άνοδο στις 15,2 μονάδες τον Γενάρη από 12,8 τον Δεκέμβρη, ενώ οι αναλυτές ανέμεναν πτώση. Ωστόσο, ο δείκτης τρεχουσών συνθηκών υποχώρησε.
Στην εγχώρια αγορά, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε πτώση 1,55% στις 1.332 μονάδες και κυμάνθηκε μεταξύ των 1.344,02 μονάδων (+0,95%) και των 1.330,79 μονάδων (-0,04%). Ο FTSE Large Cap υποχώρησε κατά 1,59% στις 3.234,43 μονάδες και ο τραπεζικός δείκτης απώλεσε 2,18%, πέφτοντας στις 1.119,53 μονάδες. Η αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα € 88,68 εκατ., εκ των οποίων τα € 5,2 εκατ. ήταν 10 προσυμφωνημένες συναλλαγές, και ο όγκος ανήλθε στα 23,38 εκατ. κομμάτια.
Ενδεικτικά, στην υψηλή κεφαλαιοποίηση, ισχυρή ήταν η πτώση άνω του 3% για τις Τράπεζα Πειραιώς και Ελλάκτωρ. Σημαντικές ήταν, επίσης, οι απώλειες άνω του 2% για τις Εθνική Τράπεζα, Τιτάν, Alpha Bank και Aegean και άνω του 1% Δ.Ε.Η., Τέρνα Ενεργειακή, Cenergy, Ο.Τ.Ε., Jumbo, Μυτιληναίος, ΕΛΧΑ, Motor Oil, ΓΕΚ Τέρνα, Ελληνικά Πετρέλαια και Σαράντης. Αντίθετα, αξιοσημείωτα ήταν τα κέρδη 0,91% για την Quest.
Αν και κατάφερε να αντιδράσει στις πρωινές απώλειες την Τετάρτη το Χρηματιστήριο Αθηνών, ανακτώντας τα αρχικά του επίπεδα (με σημαντική βοήθεια των τραπεζών), υπέκυψε (αναπόφευκτα) στις πιέσεις του διεθνούς αρνητικού κλίματος, χάνοντας τα όποια κέρδη του και κλείνοντας οριακά σε αρνητικό έδαφος. Θετικά, όμως, διαφοροποιήθηκε η μεσαία κεφαλαιοποίηση, καθώς ο δείκτης έκλεισε με μικρή άνοδο +0,13%. Ο τζίρος έκλεισε σε ικανοποιητικά επίπεδα, αρκετά υψηλότερα σε σχέση με τη συνεδρίαση της Τρίτης.
Η NBG Securities αναθεώρησε προς τα πάνω τις τιμές-στόχους για τις μετοχές των ελληνικών συστημικών τραπεζών στη νέα έκθεσή της, εκτιμώντας πως θα σημειώσουν περαιτέρω άνοδο 22% με 36% για το 2024. Επίσης, διατήρησε σύσταση “overweight” και για τις τέσσερις. Η JP Morgan ανέφερε πως συνεχίζουν να διαπραγματεύονται σε discount σε σύγκριση με αυτές της Ευρωζώνης.
H Jumbo ανακοίνωσε πως «οι πωλήσεις του ομίλου αυξήθηκαν κατά περίπου 14% το 2023, σε σχέση με το 2022, ξεπερνώντας το ‘φράγμα’ του 1 δισ. ευρώ και της εκτίμησης της διοίκησης για αύξηση του τζίρου κατά +12%. Σε αυτό το πλαίσιο η Jumbo θα προχωρήσει σε έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων (7/2) με στόχο την έγκριση της χρηματικής διανομής 0,6 ευρώ ανά μετοχή».
Επιπλέον, την Τετάρτη διεξήχθη από τον Ο.Δ.ΔΗ.Χ., μέσω των primary dealers, δημοπρασία επανέκδοσης ελληνικό τίτλων, λήξης στις 15 Ιουνίου 2028 και αξία € 280 εκατ., με την απόδοση να διαμορφώνεται στο 3,875% και τις συνολικές προσφορές στα € 1,086 δις.
Ισχυρή πτώση σημείωσε η ευρωπαϊκή αγορά, με τον δείκτη Stoxx Europe 600 να χάνει 1,16%, κλείνοντας στις 467,58 μονάδες. Παρόμοιες ήταν οι μεταβολές και για τους επιμέρους βασικούς δείκτες των κύριων ανεπτυγμένων αγορών, ξεχωρίζοντας ο βρετανικός FTSE 100 (-1,48%). «Βαρίδι» αποτέλεσε ο κλάδος των εξορύξεων, ο οποίος υποχώρησε περισσότερο του 2%. Όλοι οι κλάδοι, όπως και τα χρηματιστήρια, έκλεισαν αρνητικά.
Αρνητικός καταλύτης, που διαμόρφωσε την πτωτική κίνηση στη συνεδρίαση της Τετάρτης, αποτέλεσαν τα νέα στοιχεία για τον πληθωρισμό στη Μ. Βρετανία. Συγκεκριμένα, ο δείκτης του πληθωρισμού παρουσίασε μια μη αναμενόμενη άνοδο τον Δεκέμβριο στο 4% (σε ετήσια βάση) από το 3,9% του προηγούμενου μήνα, ενώ οι αναλυτές προέβλεπαν μείωση στο 3,8%. Σε μηνιαία βάση, υπήρξε αύξηση 0,4%, ενώ οι εκτιμήσεις έδειχναν άνοδο μόνο κατά 0,2%. Επίσης, ο δομικός πληθωρισμός ενισχύθηκε (σε ετήσια βάση) στο 5,1%, ενώ αναμενόταν να διαμορφωθεί στο 4,9%. Οι παραπάνω εξελίξεις κάνουν πιο απαισιόδοξες τις, έως τώρα, προοπτικές για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια για το 2024.
Η επικεφαλής της Ε.Κ.Τ., Christine Lagarde, επισήμανε σε δηλώσεις της στο Davos πως η διεθνής αβεβαιότητα διατηρείται και, παράλληλα, δεν έχουν ακόμη διαμορφωθεί στα επιθυμητά επίπεδα κάποιοι (σημαντικοί) μακροοικονομικοί δείκτες. Ωστόσο, ανέφερε –με επιφυλακτικότητα πάντα λόγω των παραπάνω– ότι είναι πιθανό να υπάρξει μείωση στα επιτόκια το επερχόμενο καλοκαίρι. Ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ολλανδίας, Klaas Knot, σε δηλώσεις του στο CNBC, υποστήριξε πως οι αγορές «βιάζονται» για τις μειώσεις των επιτοκίων, δείχνοντας ότι όσο διατηρείται το ασταθές οικονομικό περιβάλλον, δεν μπορεί να υπάρξει ξεκάθαρη απάντηση/σηματοδότηση για το χρονοδιάγραμμα των μειώσεων. Σύμφωνα με τον ίδιο, «είμαστε αισιόδοξοι ότι υπάρχει μια αξιόπιστη προοπτική ο πληθωρισμός να επιστρέψει στο επίπεδο του 2% το 2025. Αλλά ακόμα θα πρέπει να γίνουν πολλά για να συμβεί αυτό».
Στην εγχώρια αγορά, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε πτώση 0,08% στις 1.331,34 μονάδες και κυμάνθηκε μεταξύ των 1.319,35 μονάδων (-0,98%) και των 1.340,02 μονάδων (+0,57%). Ο FTSE Large Cap υποχώρησε κατά 0,08% στις 3.231,7 μονάδες και ο τραπεζικός δείκτης απώλεσε 0,2%, πέφτοντας στις 1.117,25 μονάδες. Η αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα € 130,89 εκατ., εκ των οποίων τα € 15 εκατ. ήταν 14 προσυμφωνημένες συναλλαγές, και ο όγκο ανήλθε στα 31,2 εκατ. κομμάτια.
Ενδεικτικά, στην υψηλή κεφαλαιοποίηση, ισχυρή ήταν η πτώση 3,34% για τη Βιοχάλκο. Σημαντικές ήταν, επίσης, οι απώλειες 2,05% για τις ΕΛΧΑ και άνω του 1% για τις Quest, Τέρνα Ενεργειακή, Aegean, Alpha Bank, Autohellas. Αντίθετα, ισχυρή ήταν η άνοδος 3,66% για την Ελλάκτωρ. Αξιοσημείωτα ήταν, επίσης, τα κέρδη άνω του 2,54% για την Τιτάν και άνω του 1% για τις Ο.Π.Α.Π. και Jumbo.
Με επιφυλακτικότητα και διστακτικότητα κινήθηκε την Πέμπτη το Χρηματιστήριο Αθηνών στη μεγαλύτερη διάρκεια της συνεδρίασης, κάτι που αποτυπώθηκε και στον χαμηλό τζίρο. Ωστόσο, προς το τέλος των διαπραγματεύσεων οι αγοραστές έγιναν πιο κινητικοί, στέλνοντας τον Γ.Δ. στις 1.340 μονάδες. Επίσης, για ακόμα μια φορές, οι τράπεζες έδωσαν τις σημαντικότερες κινήσεις.
Με αφορμή τις προσδοκίες για τις επικείμενες μειώσεις των επιτοκίων, η JP Morgan αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για τα κέρδη ανά μετοχή και τα έσοδα από τόκους για τις ελληνικές τράπεζες. Μάλιστα, αναμένει πως για το 2024 τα επιτόκια πολιτικής στην Ευρωζώνη θα μειωθούν από την Ε.Κ.Τ. στο 3,75%, το 2025 στο 2,5% και το 2026 στο 2%. Υπογράμμισε, όμως, πως αναμένει πως μακροπρόθεσμα να σημειώσουν ισχυρή ανάπτυξη.
Η ING σε αναφορά της αναμένει πως η ελληνική οικονομία θα υπεραποδόσει (και) το 2024, στηριζόμενη στις χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και από τα οφέλη της επενδυτικής βαθμίδας.
Η S&P αναβάθμισε σε αξιολόγησή της την πιστοληπτική ικανότητα της Μυτιληναίος από BB σε ΒΒ+, καθώς αναμένει ισχυρή κερδοφορία και για φέτος.
Επίσης, το τελικό επιτόκιο για το 10ετές Tier 2 ομόλογο της Eurobank διαμορφώθηκε στο 6,375% (χαμηλότερα από το αρχικό), αντλώντας € 300 εκατ., ενώ οι συνολικές προφορές ήταν άνω των € 1,8 δις.
Διέκοψε το τριήμερο πτωτικό σερί η ευρωπαϊκή αγορά, με τον δείκτη Stoxx Europe 600 να σημειώνει κέρδη 0,57% στις 470,45 μονάδες. Οι επιμέρους βασικοί δείκτες των κύριων ανεπτυγμένων αγορών υπεραπέδοσαν σημαντικά από την υπόλοιπη αγορά, με εξαίρεση τον ισπανικό IBEX και τον βρετανικό FTSE 100 που υποαπέδοσαν. Σημαντικές στηρίξεις δόθηκαν από τον κλάδο των ταξιδιών (+5%), ενώ «βαρίδι» αποτέλεσε ο τομέας των υπηρεσιών (-0,7%). Η πλειονότητα των κλάδων έκλεισε θετικά.
Η αγορά έβγαλε αντίδραση στην πτωτική τάση που είχε δημιουργηθεί στις πρώτες 3 συνεδριάσεις της εβδομάδας, περιορίζοντας τις απώλειες. Στο επίκεντρο συνεχίζει να βρίσκεται το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Davos της Ελβετίας, από το οποίο αποτίμησαν θετικά τις αναφορές σχετικά με ομαλή επιβράδυνση της οικονομίας.
Η αγορά εστιάζει και στην εύθραυστη κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Να σημειωθεί πως το πρωί της Πέμπτης σημειώθηκε πυραυλική επίθεση από το Πακιστάν κατά του Ιράν, κλιμακώνοντας την ήδη τεταμένη κατάσταση. Στον αντίποδα, γνωστοποιήθηκε πως οι αραβικές χώρες πρόκειται να ασκήσουν κινήσεις για τη διασφάλιση μιας εκεχειρίας στη Γάζα και για την ομαλοποίηση των σχέσεών τους με το Ισραήλ.
Στην εγχώρια αγορά, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε άνοδο 0,73% 11.341,1 μονάδες και κυμάνθηκε μεταξύ των 1.344,02 μονάδων (+0,95%) και των 1.330,79 μονάδων (0,04%). Ο FTSE Large Cap ενισχύθηκε κατά 0,87% στις 3.259,94 μονάδες και ο τραπεζικός δείκτης κέρδισε 1,71%, ανεβαίνοντας στις 1.136,41 μονάδες. Η αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα € 80,9 εκατ., εκ των οποίων τα € 5,56 εκατ. ήταν 6 προσυμφωνημένες συναλλαγές, και ο όγκος ανήλθε στα € 19,31 εκατ. κομμάτια.
Ενδεικτικά, στην υψηλή κεφαλαιοποίηση, ισχυρή ήταν η άνοδος άνω του 3% για τις Τράπεζα Πειραιώς και Autohellas. Αξιοσημείωτα ήταν, επίσης, τα κέρδη 2,55% για την Jumbo και άνω του 1% για τις Βιοχάλκο, Εθνική Τράπεζα και Eurobank. Αντίθετα, σημαντικές ήταν οι απώλειες άνω του 1% για τις Lamda, Cenergy και Ε.ΥΔ.Α.Π.
Σε στενό εύρος διακύμανσης και συντηρητικότητας κινήθηκε την Παρασκευή το Χρηματιστήριο Αθηνών. Ο συνολικός τζίρος ήταν ιδιαίτερα υψηλός, ωστόσο μεγάλο μέρος και συγκεκριμένα τα € 79,2 εκατ. αφορούσαν προσυμφωνημένες συναλλαγές από το placement της ΓΕΚ Τέρνα.
Με πτώση ολοκλήρωσε την εβδομάδα η ευρωπαϊκή αγορά, με τον δείκτη Stoxx Europe 600 να κλείνει με απώλειες 0,3% στις 469,25 μονάδες. Με (ελαφρώς) χαμηλότερη πτώση έκλεισαν και οι επιμέρους βασικοί δείκτης των κύριων ανεπτυγμένων αγορών, με εξαίρεση των γαλλικό CAC 40 (-0,4%). Η πλειονότητα των κλάδων έκλεισε αρνητικά.
Στα μακροοικονομικά νέα, οι λιανικές πωλήσεις στη βρετανική αγορά υποχώρησαν κατά 3,2% τον Δεκέμβριο, αρκετά περισσότερο από ό,τι αναμενόταν.
Στην εγχώρια αγορά, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε πτώση 0,08% στις 1.340,03 μονάδες και κυμάνθηκε μεταξύ των 1.349,15 μονάδων (+0,60%) και των 1.336,43 μονάδων (-0,35%). Ο FTSE Large Cap ενισχύθηκε κατά 0,12% στις 3.263,78 μονάδες και ο τραπεζικός δείκτης απώλεσε 0,28%, κλείνοντας στις 1.233,24 μονάδες. Η αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα € 172,64 εκατ., εκ των οποίων τα € 86,93 εκατ. ήταν προσυμφωνημένες συναλλαγές, και ο όγκος ανήλθε στα 27,9 εκατ. κομμάτια.
Ενδεικτικά, στην υψηλή κεφαλαιοποίηση, ισχυρή ήταν η πτώση άνω του 3% για τις ΓΕΚ Τέρνα και Βιοχάλκο. Σημαντικές ήταν, επίσης, οι απώλειες 1,86% της Quest. Αντίθετα, αξιοσημείωτα ήταν τα κέρδη πέριξ του 1% για τις Motor Oil, Ο.Τ.Ε., Τέρνα Ενεργειακή και Εθνική Τράπεζα.
Συνοψίζοντας, την εβδομάδα που μας πέρασε, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε πτώση 0,93%, ο FTSE Large Cap υποχώρησε κατά 0,78%, ο FTSE Mid Cap έπεσε κατά 0,78% (στις 2.236,82 μονάδες) και ο τραπεζικός δείκτης απώλεσε 1,82%. Τέλος, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 έκλεισε με απώλειες 1,60%.