Της Αντωνίας Πετρολέκα,
Το Σάββατο, στις 13 του μηνός, το κυβερνών Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα της Ταϊβάν (DPP) πέτυχε για τρίτη συνεχόμενη φορά μια ιστορική νίκη στις Προεδρικές Εκλογές, παρά τις συνεχείς προειδοποιήσεις της Κίνας, ότι η επανεκλογή του θα αύξανε τον κίνδυνο σύγκρουσης. Ο Lai Ching-te, ως εκλεγμένος πλέον Πρόεδρος, κήρυξε τη νίκη το απόγευμα του Σαββάτου, ενώ δήλωσε χαρακτηριστικά: «Αυτή είναι μια νύχτα που ανήκει στην Ταϊβάν. Καταφέραμε να την κρατήσουμε στον παγκόσμιο χάρτη. Οι εκλογές έδειξαν στον κόσμο τη δέσμευση του λαού της Ταϊβάν στη Δημοκρατία, την οποία ελπίζω ότι η Κίνα μπορεί να καταλάβει». Η απάντηση της Κίνας δεν άργησε και ήταν ιδιαίτερα ηχηρή: «όποιες αλλαγές και αν γίνουν στην Ταϊβάν, το βασικό γεγονός είναι ότι υπάρχει μόνο μία Κίνα και η Ταϊβάν είναι μέρος της».
Η καταμέτρηση των ψήφων ολοκληρώθηκε, με τον Lai να λαμβάνει λίγο περισσότερο από το 40% των συνολικών ψήφων, σύμφωνα με την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή της Ταϊβάν. Παράλληλα, ο υποψήφιος του αντιπολιτευόμενου κόμματος Kuomintang (KMT), Hou Yu-ih, συγκέντρωσε το 33,49% των ψήφων. Το αποτέλεσμα του Σαββάτου αποτελεί ένα ακόμα σημαντικό πλήγμα για το KMT, το οποίο υποστηρίζει «θερμότερες» σχέσεις με το Πεκίνο και δεν έχει καταφέρει να κερδίσει την προεδρία από το 2016. Η εκλογική διαδικασία ήταν ιδιαιτέρως επιτυχημένη, καθώς περισσότεροι από 14 εκατομμύρια άνθρωποι συμμετείχαν στην εκλογική διαδικασία, πράγμα που σημαίνει ότι η προσέλευση των ψηφοφόρων έφτασε λίγο πάνω από το 71%. Το αποτέλεσμα δείχνει ότι μια σημαντική μερίδα των ψηφοφόρων υποστηρίζουν την άποψη του DPP, ότι η Ταϊβάν είναι ένα de facto κυρίαρχο έθνος που θα πρέπει να ενισχύσει την άμυνά του ενάντια στις απειλές της Κίνας και να εμβαθύνει τις σχέσεις με άλλες χώρες, ακόμα κι αν αυτό συνεπάγεται με οικονομική τιμωρία ή στρατιωτικό εκφοβισμό από το Πεκίνο.
Όπως και η απερχόμενος Πρόεδρος, Tsai Ing-wen, ο Lai είναι ιδιαίτερα αντιπαθής από τους ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας και η νίκη του είναι απίθανο να οδηγήσει σε οποιαδήποτε βελτίωση των δεσμών μεταξύ Πεκίνου και Ταϊπέι. Ήδη, η Κίνα είχε διακόψει την επικοινωνία με την Ταϊπέι και είχε αυξήσει τη διπλωματική, οικονομική και στρατιωτική πίεση στο αυτοδιοικούμενο νησί. Η Κίνα βλέπει την Ταϊβάν ως μέρος της επικράτειάς της, παρόλο που, ουσιαστικά, δεν την έχει ελέγξει ποτέ. Ενώ πολλοί Κινέζοι ηγέτες έχουν ορκιστεί να επιτύχουν, τελικά, την «επανένωση», ο Xi έχει επανειλημμένα πει ότι το ζήτημα της Ταϊβάν «δεν πρέπει να μεταβιβάζεται γενιά σε γενιά», συνδέοντας το ζήτημα αυτό με τον στόχο του για «εθνική αναζωογόνηση». Από την πλευρά του, το DPP τονίζει ότι η Ταϊβάν δεν υποτάσσεται στο Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και ότι το μέλλον της χώρας θα αποφασίζεται μόνο από τα 23,5 εκατομμύρια του πληθυσμού της.
Σύμφωνα με αναλυτές, η Κίνα θα μπορούσε να κλιμακώσει την οικονομική και στρατιωτική πίεση στην Ταϊβάν, ώστε να κάνει ακόμα πιο αισθητή τη δυσαρέσκειά της. Παράλληλα, εικάζεται ότι η Κίνα μπορεί να αυξήσει περαιτέρω τη στρατιωτική της πίεση στην Ταϊβάν, στέλνοντας περισσότερα μαχητικά αεροσκάφη και πολεμικά πλοία κοντά στα εναέρια και θαλάσσια σύνορα του νησιού, μια τακτική που έχει αναπτύξει με αυξημένη συχνότητα τα τελευταία χρόνια.
Η διεθνής κοινότητα, κατά βάση, χαιρέτησε την εκλογική διαδικασία με συγκρατημένο ενθουσιασμό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Μεγάλη Βρετανία συνεχάρησαν τον Lai για τη νίκη του, ενώ η Ε.Ε. χαιρέτισε την επιτυχή διεξαγωγή των εκλογών. Παράλληλα, η Γαλλία συνεχάρη αμφότερους τους ψηφοφόρους και τους υποψηφίους της Ταϊβάν για τη συμμετοχή τους σε «δημοκρατικές» εκλογές και τόνισε ότι το “status quo” πρέπει να γίνει σεβαστό. «Εκφράζουμε τα συγχαρητήριά μας σε όλους τους ψηφοφόρους και τους υποψηφίους που συμμετείχαν σε αυτήν τη δημοκρατική εκλογική διαδικασία, καθώς και σε όσους εξελέγησαν», δήλωσε το γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών, αποφεύγοντας, όμως, να αναφέρει το όνομα του Lai.
Η νίκη του Lai βρίσκει τις Η.Π.Α. να προσπαθούν να σταθεροποιήσουν τις τεταμένες σχέσεις τους με την Κίνα. Βέβαια, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Tsai, η Ταϊβάν ενίσχυσε τους δεσμούς της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες αποτελούν τον μεγαλύτερο διεθνή υποστηρικτή της, έχοντας αυξήσει και τις πωλήσεις οπλισμού στο νησί. Η Κυβέρνηση Biden σκοπεύει να στείλει μια ανεπίσημη αντιπροσωπεία –συμπεριλαμβανομένων πρώην ανώτερων αξιωματούχων– στην Ταϊπέι, πράγμα το οποίο αποτελεί έναν συμβολικό τρόπο υποστήριξης της Ταϊβάν.
Παράλληλα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι το Ναουρού, ένας από τους τελευταίους διπλωματικούς συμμάχους της Ταϊβάν, διέκοψε τους δεσμούς του με το νησί και τάχθηκε υπέρ του Πεκίνου. Το Ναούρου, ένα μικροσκοπικό νησί της Μικρονησίας, ήταν μία από τις 12 χώρες που διατηρούσαν διπλωματικούς δεσμούς με την Ταϊβάν. Η Κίνα, βέβαια, τα τελευταία χρόνια κυνηγάει και προσπαθεί να πάρει με το μέρος της τους διπλωματικούς συμμάχους της Ταϊβάν.
Σε συνέντευξη Τύπου τη Δευτέρα, ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν, Tien Chung-kwang, κατηγόρησε ανοικτά την Κίνα ότι εκμεταλλεύεται τις πρόσφατες «πολιτικές διακυμάνσεις» στο Ναουρού, για να «εξαγοράσει» τη χώρα με την παροχή οικονομικής βοήθειας. Αυτή, βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που το Ναουρού διακόπτει τους δεσμούς του με την Ταϊβάν. Το 2002, το Ναουρού έκανε μια παρόμοια διπλωματική μετάβαση στην Κίνα και αργότερα αποκατέστησε τις σχέσεις του με την Ταϊβάν, τον Μάιο του 2005.
Εν κατακλείδι, τα αποτελέσματα των εκλογών στην Ταϊβάν έχουν φέρει τεράστια δυσαρέσκεια στην Κίνα, η οποία δεν έχει ακόμη πει την τελευταία της λέξη. Η κλιμάκωση της αναταραχής στην περιοχή είναι δεδομένη, ενώ η Κίνα σίγουρα θα επιδιώξει τόσο τη στρατιωτική, όσο και την οικονομική πίεση εναντίον της Ταϊβάν. Μένει μόνο να φανεί πόσο θα αυξηθεί η ένταση στην περιοχή και ποιος θα είναι ο ρόλος των μεγάλων δυνάμεων στη σύγκρουση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Taiwan voters dismiss China warnings and hand ruling party a historic third consecutive presidential win, CNN, διαθέσιμο εδώ
- Taiwan tells China to ‘face reality’ and respect election results, France24, διαθέσιμο εδώ
- Nauru cuts diplomatic ties with Taiwan in favour of China, BBC, διαθέσιμο εδώ