13.7 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΗ ευτοπία των παιδικών χρόνων στο έργο του Λειβαδίτη

Η ευτοπία των παιδικών χρόνων στο έργο του Λειβαδίτη


Της Κατερίνας Κωνσταντοπούλου,

«[…] και κοίταξα πίσω απ’ τις κουρτίνες μήπως και ξαναβρώ τα παιδικά μου χρόνια».

Το παιδί, ως το ύστατο ψήγμα αθωότητας, καθώς και τα χρόνια της ανέφελης παιδικότητας, ως η μόνη εποχή στη ζωή του ανθρώπου, κατά την οποία είναι πραγματικά ευτυχισμένος και ανέμελος, διατρέχουν σχεδόν το σύνολο του έργου του Λειβαδίτη. Ο ποιητής υφαίνει άοκνα την αδήριτη μνήμη του παρελθόντος, τις φωνές και τις μορφές των παιδικών του χρόνων με την οδύνη της ενήλικης ζωής του, που κρημνίζει την αγνότητα και στιγματίζει την παιδική ψυχή. Με αυτόν τον τρόπο, συνθέτει έναν ύμνο, και ταυτόχρονα μια ελεγεία, για την παιδικότητα: εξαίρει την άσπιλη ομορφιά της και, παράλληλα, θρηνεί για την εφήμερη φύση της και τον βίαιο και αναπόδραστο χαμό της.

Στην ποιητική του συλλογή Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα, ο ποιητής, βαίνοντας πλέον προς τη δύση της ζωής του και αντλώντας από τα κοιτάσματα της μνήμης του, σκιαγραφεί, με νοσταλγική και εξομολογητική διάθεση, την παιδική ματιά: τον αγνό έρωτα για τη ζωή και τη φύση, την ολοκληρωτική βίωση της ευτυχίας «σε ένα μικρό ένδοξο πρωινό», την ψευδαίσθηση της αθανασίας, τη φενάκη της αιωνιότητας. Η παιδική αθωότητα, με την έννοια της καθαρότητας της ψυχής, παρουσιάζεται από το Λειβαδίτη ως μήτρα της ελπίδας, του ονείρου, της ομορφιάς του κόσμου («ενώ καθώς βράδιαζε έπρεπε να ξαναβρίσκω όλη μου την αθωότητα για να μπορούνε τ’ άστρα να ‘ναι εκεί στην ώρα τους»), καθώς και ως αναγκαίο όρο της ποιητικής δημιουργίας: η θέαση του κόσμου με παιδικό βλέμμα, η απαγκίστρωση από την τετριμμένη, πεζή όψη του κόσμου στην οποία μάς μυεί η ενήλικη ζωή, συνιστούν εχέγγυα της ποιητικής ιδιότητας.

Η παιδική φιγούρα, λοιπόν, αποτελεί τη Μούσα του ποιητή, αλλά και την πηγή της οδύνης του, καθώς «από τόσα χρόνια που ζήσαμε δε μένει παρά μια θολή ανάμνηση, όπως από ‘να βιβλίο παλιό που δεν θα ξαναδιαβάσεις». Αυτή η αμετάκλητη απώλεια των νεανικών χρόνων κατατρύχει την ψυχή του ποιητή, ο οποίος καταφεύγει στην ποίηση, σε μια ύστατη προσπάθεια να κρατήσει ζωντανή τη νεότητά του, που έχει χαθεί ανεπιστρεπτί. Η Τέχνη, λοιπόν, λειτουργεί ως θεματοφύλακας της μνήμης, ως ελιξίριο αθανασίας, καθώς ο Λειβαδίτης πασχίζει να αναστήσει, μέσω της ποίησης, τα πρόσωπα, που κέντησαν το υφαντό των νεανικών του χρόνων: τους γονείς του, τους φίλους του, τους πρώτους του έρωτες. Το πατρικό σπίτι στέκει, πλέον, στη μνήμη του σαν το έσχατο ίχνος μιας ερειπωμένης ζωής, ενός απολεσθέντος Παραδείσου. Μέσα στα ποιήματα του Λειβαδίτη αντηχεί η κραυγή μια άλλης ζωής, που παλεύει να μην ξεχαστεί. Η ψυχή του ποιητή βρίθει από φωνές αγαπημένων προσώπων που έχουν σβήσει οριστικά, και εκείνος πασχίζει να «παραμερίσει όλη τη λησμονιά και στη θέση της ν’ ακουμπήσει μια μικρή ανεμώνη», σαν εκείνη που φύτρωσε από τα δάκρυα της Αφροδίτης, για να θυμίζει τον πολυαγαπημένο της Άδωνη.

Πηγή εικόνας: parallaximag.gr

Η δυστοπία της ενήλικης ζωής, που αίρει την παιδική ανεμελιά, απαρτίζεται από «χαλασμένες ομπρέλες, γερασμένα παιχνίδια, γράμματα που δεν στάλθηκαν ποτέ», απομεινάρια ενός άλλου κόσμου, που κρημνίστηκε βίαια από την απηνή πραγματικότητα. «Η αθωότητα τρέκλιζε τώρα σαν ένας άγγελος που απ’ τα φτερά του υποφέρει»: με αυτόν το στίχο, περιγράφει ο ποιητής τη σήψη της παιδικότητας. Η ποίηση του Λειβαδίτη μοιάζει με μία απονενοημένη προσπάθεια, εκ μέρους του, να φυλακίσει τον χρόνο («η θεία Ρόζα έκλεινε με κακία την πόρτα για να εμποδίσει τα χρόνια να φύγουν»), να διατηρήσει αλώβητη την παιδική του ζωή, να μην πληγωθεί ούτε μια ανάμνηση από το ανελέητο πέρασμα του χρόνου, να άρει τη θνητότητα. Το δίπολο παιδικότητα – ενήλικη ζωή, που διατρέχει κυρίως το ωριμότερο έργο του, αποτυπώνει τα νεανικά χρόνια του ποιητή ως έναν άλλον κόσμο, οριστικά χαμένο. Κι εκείνος, ζώντας με τα φαντάσματα αυτής της αλλοτινής ζωής, πασχίζει να διατηρήσει άτρωτη τη παιδική του ψυχή.

«Όπου κι αν πάμε τώρα, Άννα, δεν προλαβαίνουμε. Έφυγε ο καιρός!».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα, Τάσος Λειβαδίτης, Μετρονόμος, Αθήνα, 2020

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Κωνσταντοπούλου
Κατερίνα Κωνσταντοπούλου
Γεννήθηκε το 2003 στο Μαρούσι. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά. Επιθυμεί να ασχοληθεί με τη διδασκαλία. Στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και τη συγγραφή δοκιμίων, άρθρων και ποιημάτων.