Της Αγγελικής Γιοβανίδη,
Οι αλλεπάλληλες τροποποιήσεις στο ποινικό δίκαιο τα τελευταία έτη δημιουργούν, ιδιαιτέρως στους απασχολούμενους στον συγκεκριμένο κλάδο επιστήμονες, αλλά και εν συνόλω στην κοινωνία, μια αίσθηση ανασφάλειας δικαίου, αλλά και μεγάλη δυσκολία στην αξιολόγηση και κρίση επί των νέων ρυθμίσεων, όταν μόλις έχουν εμπεδωθεί οι προηγούμενες. Ακόμη πιο θλιβερή είναι η συνειδητοποίηση ότι το ποινικό δίκαιο συχνά βρίσκεται έρμαιο της πολιτικής συγκυρίας και διαφόρων επικοινωνιακών τεχνικών. Ενόψει της ολοκλήρωσης της δημόσιας διαβούλευσης στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο: «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης – Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας», ας δούμε μερικές από τις βασικές αλλαγές που προτείνονται και που έχουν εγείρει τις αντιδράσεις τόσο μελών του δικηγορικού σώματος, όσο και ακαδημαϊκών.
Όσον αφορά αρχικώς τον Ποινικό Κώδικα, ορισμένες από τις προτεινόμενες αλλαγές είναι:
α. Αρχικά, με το άρθρο 6 του σχεδίου προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 52 παρ. 2 ΠΚ και αυξάνεται το ανώτατο όριο της πρόσκαιρης κάθειρξης από τα 15 στα 20 έτη. Κατά την Αιτιολογική Έκθεση του ΣχΝ με τη νέα αυτή ρύθμιση επιδιώκεται «να προσδώσει στο δικαστήριο ευρύτερο πεδίο επιβολής ποινής πρόσκαιρης κάθειρξης, στις περιπτώσεις εκείνες των σοβαρών κακουργημάτων μείζονος ποινικής και κοινωνικής απαξίας με προβλεπόμενη ποινή κάθειρξης, όπου το δικαστήριο με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία κρίνει πως το υφιστάμενο πλαίσιο ποινής (μέχρι 15 έτη) σε συνδυασμό με τη βαρύτητα και την κοινωνική επικινδυνότητα της πράξης αλλά και τις ευεργετικές διατάξεις της υφ’ όρον απόλυσης, δεν επαρκούν για την εξυπηρέτηση των αρχών της γενικής και ειδικής πρόληψης και του σωφρονιστικού χαρακτήρα της ποινής».
Η επικείμενη αυτή τροποποίηση δημιουργεί προβληματισμό, καθώς δε λαμβάνει υπόψη τη σταδιακή αύξηση των ποινών σε αρκετά εγκλήματα του ΠΚ ιδιαίτερα με τον Ν. 4855/2021 (π.χ. εμπρησμός), αλλά και την πολιτική των περισσότερων κρατών της ΕΕ, τα οποία διατηρούν ποινές χαμηλότερες από την Ελλάδα για τις περισσότερες εγκληματικές πράξεις. Επιπλέον, δε φαίνεται ορθή ούτε και η συσχέτιση του ύψους της ποινής με το θεσμό της υφ’ όρον απόλυσης.
β. Επιπλέον, ιδιαίτερη συζήτηση έχει προκαλέσει και η πρόταση τροποποίησης (άρθρο 4 ΣχΝ) του άρθρου 42 παρ. 1 ΠΚ, το οποίο επαναφέρει την πρόβλεψη του προϊσχύσαντος ΠΚ του 1950 για δυνατότητα επιβολής από το δικαστήριο της ποινής του ολοκληρωμένου εγκλήματος και επί απόπειρας, εφόσον κρίνεται ότι η μειωμένη ποινή «δεν επαρκεί για να αποτρέψει τον υπαίτιο από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων», διάταξη που ήδη υπό τον προϊσχύσαντα ΠΚ/1950, ιδίως μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001, είχε θεωρηθεί αντισυνταγματική. Η Αιτιολογική Έκθεση του ΣχΝ αναφέρει αρχικά ότι επιχειρείται «να αμβλυνθούν αδιέξοδα που η δικαστηριακή πρακτική έχει αναδείξει τόσο με την ποινική αντιμετώπιση περιπτώσεων εν αποπείρα εγκλημάτων σκληρής εγκληματικότητας με ποινική και κοινωνική απαξία εφάμιλλη του τετελεσμένου εγκλήματος» και να αντιμετωπιστεί οριζόντια και αποτελεσματικά η αμφιλεγόμενη νομολογιακή αντιμετώπιση περιπτώσεων που συμπαρασύρει η παγιωμένη και άκαμπτη στην ισχύουσα διάταξη ποινική αντιμετώπιση της απόπειρας αποκλειστικά με μειωμένη ποινή (λ.χ. περιπτώσεις εξακολούθησης ή παράτασης προσωρινής κράτησης).
Η προταθείσα αυτή τροποποίηση εύλογα δημιουργεί αντίρρηση, καθώς θέτει στον ίδιο βαθμό απαξίας την ολοκληρωμένη προσβολή του εννόμου αγαθού σε σχέση με την απόπειρα προσβολής αυτού. Ακόμη, φαίνεται και εδώ εντελώς άστοχη η σύνδεση του μέτρου της προσωρινής κράτησης με την επαπειλούμενη ποινή.
Στην ίδια βάση προτείνεται (άρθρο 5 ΣχΝ) και η τροποποίηση του άρθρου 47 ΠΚ, με την προσθήκη εδ. γ΄, επαναφέροντας την πρόβλεψη του προϊσχύσαντος ΠΚ/1950 για δυνατότητα επιβολής από το δικαστήριο της ποινής του φυσικού αυτουργού και επί «απλής» συνέργειας, εφόσον κρίνεται ότι η μειωμένη ποινή «δεν επαρκεί για να αποτρέψει τον υπαίτιο από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων». Ομοίως ατυχής μοιάζει στο σημείο αυτό η δυνατότητα επιβολής της ποινής του φυσικού αυτουργού και στον απλό συνεργό, όταν προβλέπεται και σήμερα η δυνατότητα χαρακτηρισμού της πράξης ως «άμεσης» συνέργειας.
γ. Μια ακόμη τροποποίηση προτείνεται για το άρθρο 187 παρ. 6 ΠΚ, το οποίο προβλέπει σήμερα την απαγόρευση χορήγησης ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση σε περίπτωση καταδίκης για οποιοδήποτε έγκλημα του άρθρου αυτού (εγκληματική οργάνωση), διάταξη η οποία προστέθηκε το 2022 και έκτοτε έχει οδηγήσει το δικηγορικό σώμα σε κινητοποιήσεις (αποχή από την εκδίκαση των υποθέσεων που σχετίζονται με το άρθρο αυτό) για την κατάργησή της. Με το άρθρο 28 του σχεδίου νόμου προτείνεται μια εξαίρεση από την απαγόρευση χορήγησης ανασταλτικού αποτελέσματος, αν το δικαστήριο «σε περίπτωση καταδίκης για το πλημμέλημα της παρ. 3 και τα συναφή πλημμελήματα ή κακουργήματα τα οποία επισύρουν πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, κρίνει με ειδική αιτιολογία ότι πρέπει να χορηγηθεί η ανασταλτική δύναμη της έφεσης Στην τελευταία περίπτωση επιβάλλονται υποχρεωτικά οι κατάλληλοι περιοριστικοί όροι». Η μερική αυτή τροποποίηση του άρθρου 187 ΠΚ δεν αναμένεται να δώσει αποτελεσματική λύση στο ζήτημα, αφού διατηρείται σε ισχύ ως προς το βασικό έγκλημα της παρ. 1 που αποτελεί και τον κύριο λόγο των κινητοποιήσεων.
Περαιτέρω, σημαντικές αλλαγές προτείνονται και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας:
α. Με το άρθρο 59 του ΣχΝ τροποποιείται το άρθρο 110 ΚΠΔ μεταφέροντας σημαντική ύλη στην αρμοδιότητα του μονομελούς εφετείου, το οποίο μεταξύ άλλων, θα είναι αρμόδιο για την εκδίκαση κακουργημάτων του Ν. 2121/1993 (περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων), του άρθρου 52 Ν. 4022/2011 (τυχερά παίγνια), του Ν. 4987/2022 (φοροδιαφυγή, κ.λ.π.), του Ν. 2960/2001 (Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας) και του Ν. 4830/2021 (για την ευζωία των ζώων συντροφιάς), αλλά και των εφέσεων κατά αποφάσεων Τριμελούς Πλημμελειοδικείου. Παράλληλα, με το άρθρο 60 ΣχΝ μεταφέρονται στην αρμοδιότητα του τριμελούς εφετείου τα επικίνδυνα κακουργήματα, που μέχρι σήμερα υπάγονται στην αρμοδιότητα του ΜΟΔ, ενώ καταργείται και το πενταμελές Εφετείο.
β. Ιδιαιτέρως αρνητικά έχει σχολιαστεί και το άρθρο 71 ΣχΝ, το οποίο τροποποιεί το άρθρο 309 ΚΠΔ, προς την κατεύθυνση διεύρυνσης των περιπτώσεων στις οποίες η κύρια ανάκριση περατώνεται με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου και όχι με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών. Αναλυτικά, το προταθέν άρθρο: «1. Στις περιπτώσεις των κακουργημάτων των ειδικών ποινικών νόμων, του 13ου και 14ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα, καθώς και των άρθρων 374 και 380 ΠΚ εφόσον η υπόθεση ανήκει στην καθ` ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς ή τριμελούς εφετείου, μετά την περάτωση της ανάκρισης, η δικογραφία υποβάλλεται από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή της υπόθεσης στο ακροατήριο και ότι δεν χρειάζεται να συμπληρωθεί η ανάκριση, προτείνει στον πρόεδρο εφετών να εισαχθεί η υπόθεση, μαζί με τα τυχόν ήσσονος βαρύτητας συναφή εγκλήματα, απευθείας στο ακροατήριο.
γ. Τέλος, αξίζει να αναφερθούμε στο άρθρο 74 ΣχΝ το οποίο τροποποιεί το άρθρο 336 παρ. 2 ΚΠΔ και δίνει στο δικαστήριο τη δυνατότητα επιβολής κατά του συνηγόρου που δημιουργεί θόρυβο ή δείχνει ανυπακοή σε μέτρα που αποφασίστηκαν μόνο τις πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στις περ. α’ και β’ της παρ. 1 του άρθρου 142 του Κώδικα Δικηγόρων, ενώ «σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του, το δικαστήριο, πέραν της υποχρέωσης ανακοίνωσης αξιόποινης πράξης του άρθρου 38, υποχρεούται να υποβάλλει πειθαρχική αναφορά ενώπιον του Προέδρου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, διαβιβάζοντας αντίγραφα των πρακτικών της δίκης, για την κίνηση της διαδικασίας των άρθρων 152 έως 159 περί πειθαρχικής διαδικασίας του Κώδικα Δικηγόρων. Αν απαγγελθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του συνηγόρου, γίνεται αμέσως σύντομη διακοπή της συνεδρίασης, για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του».
Αναμένονται οι τελικές διορθώσεις-προσθήκες στο σχέδιο που θα υποβληθεί τελικώς προς ψήφιση, ενώ ήδη υπάρχουν πληροφορίες ότι ορισμένες από τις παρεμβάσεις που έγιναν θα γίνουν δεκτές.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Σχέδιο Νόμου: «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης – Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας», opengov.gr, διαθέσιμο εδώ