Της Μαριάνθης Κοκοράκη,
Η Αναγέννηση αποτελεί την πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση, που εμφανίστηκε τον 14ο αιώνα στην Βόρεια Ιταλία και επεκτάθηκε και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κατά τον 15ο και 16ο αιώνα. Η εποχή αυτή, που σηματοδοτεί τη μετάβαση από τον Μεσαίωνα στον νεοτερισμό, χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια αναβίωσης και υπέρβασης ιδεών και επιτευγμάτων της κλασικής αρχαιότητας και συνδέθηκε με μεγάλες κοινωνικές αλλαγές.
Το γυναικείο φύλο, φαίνεται πως ακόμα και σε αυτήν την περίοδο εξέλιξης της κοινωνίας, δεν ήταν ακόμα αποδεχτό, πόσο μάλλον στο ανδρικό φύλο. Η αστική τάξη που τη γνώμη της διαμόρφωναν άντρες προσηλωμένοι στα συμφέροντα όχι μόνο της τάξης τους, αλλά και του φύλου τους, ήταν κατά της απελευθέρωσης του γυναικείου φύλου. Η καταπίεση ήταν ιδιαίτερα οδυνηρή για τις εργαζόμενες γυναίκες που για να επιβιώσουν ασκούσαν οποιοδήποτε επάγγελμα, ακόμη και δουλειές που οι άντρες θεωρούσαν βαριές για τους ίδιους.
Τον 15ο και τον 16ο αιώνα, οι γυναίκες εργάζονταν σε φούρνους, σε πλεκτήρια, σε ραφτάδικα, ακόμη και σε σιδηρουργία. Στα χρόνια της Θαλασσοκρατίας της Βενετίας, η Γαληνοτάτη Δημοκρατία προσλάμβανε εργάτριες για την κατασκευή καραβόπανου, ενώ στην Τουλούζη οι εργάτες και εργάτριες σε οικοδομή ήταν ισάριθμοι, χωρίς μάλιστα καμία εξαίρεση από οποιαδήποτε δουλειά, λόγω φύλου. Το εκπληκτικό είναι ότι τον 16ο αιώνα ο αριθμός των εργαζόμενων γυναικών αυξάνεται αντί να μειωθεί, σε αντίθεση με τα γυναικεία μεροκάματα που μειώθηκαν δραστικά, ενώ στα τέλη του 14ου αιώνα η γυναίκα αμειβόταν με τα 3/4 του αντρικού ημερομισθίου.
Εκτός από την μείωση του γυναικείου μισθού, στη Γαλλία από το τέλος του Μεσαίωνα η νομική υπόσταση της γυναίκας εξασθενίζει. Η σύζυγος χάνει σταδιακά διάφορα οικογενειακά δικαιώματα μέχρι που τον 16ο αιώνα ο νόμος την έχει πια καταστήσει εντελώς ανίκανη για οποιαδήποτε δικαιοπραξία, χωρίς την εξουσιοδότηση του συζύγου.
Εκτός από τη γυναικεία εργασία στους αναγεννησιακούς χρόνους, επανήλθε στην επιφάνεια και αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων το πρόβλημα του γάμου. Ακριβώς όπως και με τους προγόνους τους, τους φεουδάρχες, οι απόγονοί τους, οι αριστοκράτες και οι μεγαλοαστοί αρραβώνιαζαν τα παιδιά τους από πολύ μικρή ηλικία, προκειμένου να τα παντρέψουν γύρω στα δώδεκα έτη. Τον 15ο αιώνα, αν μια κοπέλα εξακολουθούσε να μένει ανύπαντρη, αφού είχε συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας της, αποτελούσε μεγάλη ντροπή για την οικογένεια. Τον 16ο αιώνα, το όριο ηλικίας μετατοπίστηκε στα δεκαεπτά χρόνια. Ο κανόνας αυτός ωστόσο, δεν ισχύει για τον άνδρα, με αποτέλεσμα η μεγάλη διαφορά ηλικίας μεταξύ συζύγων να είναι εμφανής σε όλη την Ευρώπη.
Για τη σύναψη ενός γάμου, η προίκα αποτελούσε το αντίτιμο που πρόσφεραν οι γονείς για να παντρέψουν το κορίτσι τους και όσο περισσότερο ανέβαινε η αξία της επιθυμητής προίκας, τόσο περισσότερα κορίτσια έμεναν ανύπαντρα. Χιλιάδες γυναίκες, αλλά και χιλιάδες νέοι έμεναν ανύπαντροι, έτσι που αρκετές ιταλικές πόλεις, μιμούμενες την Αρχαία Σπάρτη, αναγκάστηκαν να ψηφίσουν νόμους εις βάρος των ανύπαντρων ανδρών.
Όσον αφορά την εκπαίδευση των γυναικών, η ίδια καθυστερούσε, αλλά δεν παραγνωριζόταν. Τα κορίτσια των πλούσιων οικογενειών έπαιρναν μαθήματα στο σπίτι. Παρόλα αυτά, κανείς δεν ανησυχούσε για τα κορίτσια των φτωχών. Η ικανότητά τους στο ράψιμο, στο μαγείρεμα και γενικά στο νοικοκυριό του σπιτιού, θεωρείται ικανοποιητική εκπαίδευση. Ήταν μεν σκληρή, αλλά αναγκαία διότι το μέγιστο μέρος από εκείνες τις δουλειές γίνονταν αποκλειστικά και μόνο από τη γυναίκα του σπιτιού.
Μαζί με τις γυναίκες, άνθισε και η γυναικεία μόδα στην Ιταλία της Αναγέννησης. Πολύπτυχα βελούδα, μεταξωτά και γούνες έκαναν την εμφάνισή τους. Ένας τρόπος για να επιδείχνουν οι αριστοκράτισσες και οι μεγαλοαστές τον πλούτο τους εκτός από την πλούσια ενδυμασία τους, ήταν να βγαίνουν περίπατο περιστοιχισμένες από πολυάνθρωπες συνοδείες. Πέρα από την επίδειξη, η συνοδεία ήταν απαραίτητη και για λόγους πρακτικής ανάγκης. Τα τακούνια και οι σόλες των παπουτσιών τους ανύψωναν τις κυρίες τόσο πολύ, ώστε θα τους ήταν αδύνατο να βαδίζουν χωρίς βοήθεια. Η πολυτέλεια των γυναικών έφτασε σε τέτοιο σημείο ώστε τελικά να ενοχλήσει και να εκνευρίσει σοβαρά τους άντρες. Διάφορες ιταλικές πόλεις πήραν νομοθετικά μέτρα ενάντια στη γυναικεία πολυτέλεια. Από τους νόμους αυτούς άλλοι αφορούσαν την ποιότητα των υφασμάτων και των στολιδιών, το μήκος της ουράς των φορεμάτων, τις τιμές των φορεμάτων που κάθε γυναίκα έχει δικαίωμα να φοράει ανάλογα με την κοινωνική της θέση και πολλά άλλα, ενώ για την τήρηση των νόμων διορίστηκαν ειδικοί άρχοντες.
Συνολικά, η αναγέννηση δεν επέφερε ουσιαστική χαλάρωση των περιορισμών που επιβάλλονταν στις γυναίκες. Πράγματι στις ιταλικές πόλεις-κράτη οι γυναίκες είχαν μικρότερο ρόλο στη δημόσια ζωή συγκριτικά με τις αριστοκράτισσες της μεσαιωνικής Ευρώπης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- E. R. Chamberlin (1995), Η καθημερινή ζωή στην Αναγέννηση, Αθήνα: εκδόσεις Παπαδήμα
- Θ. Καρζή (1990), Η γυναίκα της νέας Εποχής-Αναγέννηση-Τουρκοκρατία-Γαλλική Επανάσταση-Ελληνική Επανάσταση, Αθήνα: εκδόσεις Φιλιππότη
- John Merriman (2022), Ιστορία της Νεότερης Ευρώπης-Από την Αναγέννηση μέχρι σήμερα, Αθήνα: εκδόσεις Πεδίο
- Ι. Κ. Χασιώτη (1973), Αναγέννηση και Μεταρρύθμιση: κεφάλαια ευρωπαϊκής ιστορίας από τα τέλη του 15ου ως τα μέσα 17ου αι, Θεσσαλονίκη