Της Εβελίνας Μάστουρα,
Η οικογένεια διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο όχι μόνο στο πλαίσιο του εκάστοτε εθνικού οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου αλλά και στο πεδίο αναφοράς του διεθνούς προσφυγικού δικαίου. Πολύ συχνά, οι πρόσφυγες ή οι αιτούντες άσυλο, εγκαταλείπουν τις οικογένειές τους αιφνίδια υπό τον έντονο φόβο δίωξης, ενώ παράλληλα, τα επικίνδυνα ταξίδια προς τις χώρες προορισμού, μπορούν να οδηγήσουν στη διάσπαση μιας οικογένειας. Για τους παραπάνω λόγους, καθίσταται σαφής η επιθυμία των συγκεκριμένων προσώπων να παραμείνουν ή να επανενωθούν με τις οικογένειές τους. Εξάλλου, η οικογένεια, αποτελώντας θεμέλιο λίθο της ζωής ενός προσώπου, δύναται να καθορίσει οριστικά την κοινωνική, οικονομική και συναισθηματική εξέλιξή του. Σε συσχέτιση με την μεταναστευτική πολιτική, θα υποστήριζε κανείς ότι αποτελεί μία δίοδο προς την ενσωμάτωση, έναν παράγοντα που επιταχύνει την ομαλή ένταξη του εκτοπισθέντος στη χώρα υποδοχής.
Εκκινώντας από την σπουδαιότητα της έννοιας της οικογένειας, το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προστατεύει την οικογενειακή ζωή, θέτοντας ως έρεισμα το δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ενότητας. Πριν αναλύσουμε, όμως, το νομικό πλαίσιο του δικαιώματος στην οικογενειακή ζωή, θα ήταν εύλογο, να ορίσουμε την έννοια της οικογένειας, ήτοι το πλήθος των προσώπων που αυτή περιλαμβάνει.
Προκειμένου να γίνει λόγος στο δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής, είναι απαραίτητο να διαπιστωθεί η ύπαρξη οικογένειας. Εν προκειμένω, σαφής ορισμός της οικογένειας δεν υπάρχει. Η Ε.Ε. υιοθετεί τον ορισμό της πυρηνικής οικογένειας, που περιλαμβάνει τους έγγαμους συζύγους και τα ανήλικα παιδιά και τους γονείς τους, ενώ αναφορικά με τα άγαμα ζευγάρια το ζήτημα ρυθμίζεται στο πλαίσιο της οικείας εθνικής νομοθεσίας (άρθρο 4 Οδηγία για το δικαίωμα της οικογενειακής επανένωσης). Ενδέχεται, όμως, να ενταχθούν σε αυτή και ευρύτεροι συγγενείς, όπως παππούδες, γιαγιάδες, θείοι, θείες, εφόσον εξυπηρετείται το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού (άρθρο 2 παρ. η’ Κανονισμός Δουβλίνο 3).
Αντίθετα, η UNHCR υιοθετεί τη διευρυμένη έννοια της οικογένειας που προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στους θιγομένους. Κατά την αντίληψη αυτή, η οικογένεια απαρτίζεται ακόμη και από τα εξαρτώμενα ενήλικα τέκνα, ευρύτερους συγγενείς ή και πρόσωπα που δεν έχουν βιολογική σχέση αλλά λαμβάνουν φροντίδα εντός της οικογενειακής στέγης. Κριτήριο αποτελούν οι δημιουργούμενοι δεσμοί οικονομικής, κοινωνικής και συναισθηματικής εξάρτησης. Επιπλέον, κατά τη Διεθνή Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού, η έννοια «γονείς» ως προς τα παιδιά θα πρέπει να ερμηνεύεται, ώστε να περιλαμβάνει τους βιολογικούς, θετούς, ανάδοχους γονείς, και άλλα πρόσωπα της ευρύτερης οικογένειας ή της κοινότητας, όπως ορίζεται από τα τοπικά έθιμα. Στο πλαίσιο του ΕΔΔΑ (=Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με έδρα το Στρασβούργο), η ερμηνεία της έννοιας της οικογένειας είναι αυτοτελής, ανεξάρτητη από τις εθνικές νομοθεσίες και συνδέεται με την ύπαρξη στενών προσωπικών δεσμών, περιλαμβάνοντας ακόμη και de facto σχέσεις, στερούμενες νομικής αναγνώρισης.
Μια ευρεία κατηγορία νομικών κειμένων κατοχυρώνουν την οικογένεια ως προστατευόμενο δικαίωμα, γεγονός που αποδίδει και την σημασία της στον κοινωνικό βίο. Το άρθρο 16 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ορίζει ότι «Η οικογένεια είναι φυσικό και θεμελιώδες στοιχείο της κοινωνίας, τα μέλη της δε απολαύουν την προστασία της κοινωνίας και του Κράτους». Κατά το άρθρο 17 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα «Κανείς δεν υπόκειται σε αυθαίρετες ή παράνομες παρενοχλήσεις της ιδιωτικής του ζωής, της οικογένειας, της κατοικίας ή της αλληλογραφίας του, ούτε σε παράνομες προσβολές της τιμής και της υπόληψής του». Ακόμη το άρθρο 10 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά δικαιώματα ορίζει γενικά ότι «η μεγαλύτερη κατά το δυνατό προστασία και βοήθεια πρέπει να παρασχεθεί στην οικογένεια».
Η Σύμβαση του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων δεν αναφέρεται ρητά στο δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής. Ωστόσο, συναφές είναι το άρθρο 25 της Σύμβασης που υποχρεώνει τα κράτη να παρέχουν διοικητική συνδρομή γενικώς. Επομένως, με εστίαση στο γράμμα της διατάξεως, μπορεί να συναχθεί υποχρέωση διοικητικής συνδρομής και στις υποθέσεις οικογενειακής επανένωσης.
Κύριο νομοθετικό έρεισμα αποτελεί το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (=Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) που διακηρύσσει ρητώς ότι «1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του 2. Δεν επιτρέπεται να υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων». Σημειώνεται, όμως, ότι δεν κατοχυρώνεται γενικό δικαίωμα παραμονής σε μια χώρα, αλλά μπορεί να υποστηριχθεί ότι τυχόν αδικαιολόγητη άρνηση εισόδου ή απέλαση που διαρρηγνύει την οικογενειακή ενότητα, ενδέχεται να συνιστούν παραβίαση του εν λόγω άρθρου. Τέλος, ο ΧΘΔΕΕ (=Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.) ενισχύει το επίπεδο προστασίας επιβεβαιώνοντας το δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής και ιδιωτικής ζωής.
Διευκρινίζεται ότι, σε κάθε περίπτωση μη υπαγωγής ενός προσώπου στην έννοια της οικογένειας, υπάρχει πάντα το περιθώριο παραβίασης του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής ενός προσώπου. Σε κάθε περίπτωση αίτησης οικογενειακής επανένωσης, απαιτείται εξατομικευμένη κρίση, λαμβάνοντας υπόψη τις αντικειμενικές δυσκολίες στην ζωή ενός πρόσφυγα ή αιτούντος ασύλου (π.χ. δυσχέρειες προσκόμισης αποδεικτικών εγγράφων, όπως ληξιαρχικές πράξεις γεννήσεως). Μάλιστα, όταν εμπλεκόμενα μέρη είναι και παιδιά, θα πρέπει να ληφθεί κατά προτεραιότητα υπόψη το ύψιστο συμφέρον αυτών, καθώς και η ευαλωτότητά τους ως κοινωνική ομάδα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- «Ending restrictions on family reunification: good for refugees, good for host societies», Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, coe.int, διαθέσιμο εδώ