Του Γιάννη Τσορτανίδη,
Μετά τον φόνο του Ατρέα από τον Αίγισθο και την κατάληψη του θρόνου από τον Θυέστη, ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος αυτοεξορίζονται και καταλήγουν ως ευνοούμενοι στην αυλή του βασιλιά Τυνδάρεου στη Σπάρτη, όπου και νυμφεύονται τις κόρες του. Ο Αγαμέμνονας παίρνει ως γυναίκα του την Κλυταιμνήστρα κατά μια εκδοχή, αφού πρώτα έχει σκοτώσει τον άνδρα της, γιο του Θυέστη και πρώτο του εξάδελφο, Τάνταλο και τον βρεφικής ηλικία απόγονό τους. O Μενέλαος κερδίζει τη διεκδίκηση της Ελένης ανάμεσα σε πολλούς υποψήφιους μνηστήρες, κατόπιν παρέμβασης υπέρ του από τον ίδιο τον Τυνδάρεο με ένα μικρό τέχνασμα, εμπνευσμένο από τον πολυμήχανο Οδυσσέα: όλοι οι επίδοξοι γαμπροί ορκίζονται ενώπιον του βασιλιά ότι θα κινηθούν ενάντια σε όποιον επιχειρήσει να αρπάξει την Ελένη από τον νόμιμο σύζυγό της, οπότε κανείς δεν τολμά να παρέμβει και να αμφισβητήσει την τελική εκλογή του Μενέλαου.
Ο Αγαμέμνονας επιστρέφει στις Μυκήνες και με τη συνδρομή του Τυνδάρεου καταφέρνει να επανακτήσει την εξουσία, εξορίζοντας εκ νέου τον θείο του, Θυέστη, καθώς και τον εξάδελφό του, Αίγισθο. Με την Κλυταιμνήστρα αποκτά τον Ορέστη και τέσσερις κόρες. Ο Μενέλαος αποκτά με την Ελένη μια κόρη, την Ερμιόνη, ενώ διαδέχεται στον θρόνο τον Τυνδάρεο και γίνεται βασιλιάς της Σπάρτης. Η απαγωγή της Ελένης από τον πρίγκηπα της Τροίας Αλέξανδρο (ευρύτερα γνωστό με το όνομα Πάρις), μετά την υπόσχεση της Αφροδίτης στον τελευταίο (καθώς ως κριτής την έχει στέψει νικήτρια στον διαγωνισμό θεϊκής ομορφιάς με αντίπαλες την Ήρα και την Αθηνά) ότι θα παντρευτεί την ομορφότερη γυναίκα στον κόσμο, γίνεται η αφορμή για το ξέσπασμα του Τρωικού πολέμου.
Πολλοί Έλληνες ηγεμόνες ανταποκρίνονται στο κάλεσμα των Ατρειδών για συλλογική εκδίκηση, δεσμευμένοι άλλωστε οι περισσότεροι από τον όρκο τους στον Τυνδάρεο για συστράτευση εναντίον οποιουδήποτε απαγωγέα της Ελένης. Έτσι οργανώνεται ως μαζική αντίδραση στην προσβολή των Τρώων μια πανελλήνια εκστρατεία εναντίον του Ιλίου, που όμως αρχικά αποτυγχάνει, καθώς οι ελληνικές δυνάμεις αποβιβάζονται στη Μυσία αντί για την Τρωάδα και μετά από περιπέτειες επιστρέφουν στην Ελλάδα. Ύστερα από χρόνια οι στρατιές και ο στόλος των Αχαιών συγκεντρώνονται εκ νέου στην Αυλίδα για να εκστρατεύσουν, όμως η αστοχία του Αγαμέμνονα να σκοτώσει ένα ιερό ελάφι της θεάς Αρτέμιδος και να συγκρίνει αλαζονικά τις κυνηγετικές του ικανότητες με αυτές της θεάς καθυστερεί την αναχώρηση για αρκετό καιρό, καθώς η οργισμένη Άρτεμις μετά τη διπλή ύβρη εναντίον της προκαλεί μια εμμένουσα νηνεμία, που καθιστά αδύνατο τον απόπλου των καραβιών. Ο μάντης Κάλχας αποκαλύπτει ότι για να εξιλεωθεί η θεά πρέπει να θυσιαστεί η κόρη του Αγαμέμνονα, Ιφιγένεια.
Ο αρχηγός των Ελλήνων, κάτω από την πίεση των χιλιάδων ετοιμοπόλεμων ανδρών και του αδημονούντος για εκδίκηση αδερφού του και πιθανόν με κίνητρο τις προσωπικές του φιλοδοξίες για την πόρθηση της Τροίας, αποδέχεται τη βούληση της θεάς και καλεί τη γυναίκα του και την κόρη του στην Αυλίδα, με πρόσχημα τον γάμο της κόρης του με τον Αχιλλέα. Ο Κάλχας τελεί τη θυσία, όμως την τελευταία στιγμή η νεαρή Ιφιγένεια εξαφανίζεται και μεταφέρεται από την Άρτεμη στην Ταυρίδα μέσα σε ένα σύννεφο, ενώ στη θέση του σφαγίου εμφανίζεται ένα ελάφι. Η Κλυταιμνήστρα εξοργίζεται με την εξαπάτηση του Αγαμέμνονα και την απώλεια της κόρης τους και θα πάρει, χρόνια αργότερα, την εκδίκησή της.
Κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου ο Αγαμέμνονας διακρίνεται ως ηγέτης των Αχαιών για το επιβλητικό του παράστημα, τις πολεμικές του ικανότητες και τη γενναιότητά του στο πεδίο της μάχης. Παράλληλα, όμως, επιδεικνύει μοιραία αλαζονεία όταν, αφότου έχει απαγάγει από την Τένεδο τη Χρυσηίδα –κόρη του μάντη του Απόλλωνα, Χρύση– και ο πατέρας της εμφανίζεται στο στρατόπεδο ικετεύοντας για την επιστροφή της, ο Αγαμέμνονας τον αποπέμπει προσβλητικά και αυτό έχει ως επακόλουθο έναν τρομερό λοιμό, σταλμένο ως τιμωρία από τον θεό Απόλλωνα, που αποδεκατίζει το στράτευμα. Επιπλέον, με την εγωιστική του συμπεριφορά και τον βίαιο προσεταιρισμό της ερωμένης του Αχιλλέα, Βρυσηίδας, έρχεται σε ρήξη με τον ίδιο και προκαλεί την παροιμιώδη Αχίλλειο μήνη, με την οποία ανοίγει η αυλαία του μεγαλόπνοου ομηρικού έπους της Ιλιάδας. Μόνο μετά τις συνεχείς ήττες και τις τεράστιες απώλειες των Αχαιών και υπό την πίεση των υπόλοιπων ηγεμόνων, υποχωρεί και συμφιλιώνεται με τον βασιλιά των Μυρμιδόνων.
Ο Μενέλαος ξεχωρίζει για το ήθος και τη συμπόνοιά του, όμως δεν συγκαταλέγεται στην αφρόκρεμα των κορυφαίων Ελλήνων πολεμιστών του Τρωικού πολέμου. Παρόλα αυτά δεν διστάζει να προσφερθεί να μονομαχήσει με τον Έκτορα, όταν κανείς άλλος από τους αρχηγούς των Αχαιών δεν ανταποκρίνεται στην πρόσκληση του τελευταίου, αλλά τελικά τον αποτρέπει ο Αγαμέμνονας. Κορυφαία του στιγμή στο πεδίο της μάχης αποτελεί η εύκολη επικράτησή του στη μονομαχία με τον μεγαλύτερο εχθρό του, τον Πάρη, τον οποίο δεν σκοτώνει μόνο επειδή τον γλιτώνει την τελευταία στιγμή με παρέμβαση της η θεά Αφροδίτη. Τέλος, καθοριστική είναι η συμβολή του στη μάχη γύρω από το σώμα του νεκρού Πατρόκλου.
Η Τροία τελικά πέφτει και μετά από δέκα χρόνια απουσίας, οι Ατρείδες, μαζί με τους αρχηγούς των Αχαιών που έχουν επιβιώσει, ετοιμάζονται να επιστρέψουν ως λαμπροί και ένδοξοι νικητές ο καθένας στο βασίλειό του.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ι.Θ. Κακριδής (1986), ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, τόμος 3: ΟΙ ΗΡΩΕΣ, τόμος 5: ΤΡΩΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, ΑΘΗΝΑ
- Ι.Θ. Κακριδής (1986), ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, τόμος 5: ΤΡΩΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, ΑΘΗΝΑ