Της Στέλλας Χριστοδούλου,
Ο ισολογισμός για πολλούς ανθρώπους αποτελεί μία έννοια δυσνόητη. Ο ρόλος του ισολογισμού είναι πάρα πολύ σημαντικός για όλες τις επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, καθώς αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο που τις βοηθάει στη διαχείριση των οικονομικών τους. Ο ισολογισμός, για την ακρίβεια, είναι ένας λογιστικός «πίνακας», στον οποίο απεικονίζεται η χρηματοοικονομική κατάσταση μιας επιχείρησης για μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Συγκεκριμένα, αποτελείται από τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης (ενεργητικό), τις υποχρεώσεις της επιχείρησης προς τρίτους, τα μέσα δράσεως, καθώς και τα ποσά που έχουν επενδύσει οι ιδιοκτήτες με τη μορφή εισφορών και μη διανεμηθέντων κερδών (παθητικό).
Η Κεντρική Τράπεζα πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα μεγάλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Ένας δημόσιος οργανισμός που η διάρθρωση του ισολογισμού μάς δίνει ένα «παράθυρο», μέσω του οποίου μπορούμε να μελετήσουμε τον τρόπο λειτουργίας του ιδρύματος. Οι Κεντρικές Τράπεζες είναι υποχρεωμένες να δημοσιεύουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα τους ισολογισμούς, ώστε να δούμε αν η νομισματική πολιτική είναι αξιόπιστη. Από τι, όμως, αποτελείται ο ισολογισμός των Κεντρικών Τραπεζών;
Αρχικά, αποτελείται από δύο τμήματα. Το ένα είναι το ενεργητικό και το δεύτερο το παθητικό, όπως σε όλους τους οργανισμούς. Ενεργητικό είναι τα χρεόγραφα, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα και τα δάνεια που χορηγούν. Παθητικό είναι η νομισματική κυκλοφορία, ο καταθετικός λογαριασμός της Κυβέρνησης και ο καταθετικός λογαριασμός των εμπορικών τραπεζών. Επομένως, είναι πολύ σημαντική η δημοσίευση αυτών των πληροφοριών, γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί κανείς να εκτιμήσει αν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Η Κεντρική Τράπεζα έχει την ανεξαρτησία να αυξήσει ή να μειώσει τα στοιχεία του ισολογισμού της, ανάλογα με τον σκοπό της νομισματικής της πολιτικής την εκάστοτε χρονική περίοδο.
Άμεση επίδραση όλων αυτών έχει και η προσφορά του χρήματος. Με τις λέξεις προσφορά χρήματος εννοείται η συνολική ποσότητα χρήματος και διαφόρων άλλων (ρευστών) περιουσιακών στοιχείων που κυκλοφορούν ελεύθερα μέσα σε μια οικονομία. Η προσφορά χρήματος επηρεάζεται από τρεις κυρίως ομάδες, την Κεντρική Τράπεζα, τα πιστωτικά ιδρύματα που δίνουν και παίρνουν δάνεια, καθώς, επίσης, και το κοινό, το οποίο διαθέτει στα χέρια του ρευστά διαθέσιμα με τη μορφή χρημάτων, νομισμάτων και τραπεζικών καταθέσεων.
Τον πιο σημαντικό ρόλο, σχετικά με τη προσφορά χρήματος, αδιαμφισβήτητα τον έχει η Κεντρική Τράπεζα. Αυτή αυξάνει ή μειώνει την προσφορά χρήματος μέσω των πράξεων ανοιχτής αγοράς και της πολιτικής επιτοκίων και είναι σε θέση να προσαρμόζει τα ελάχιστα υποχρεωτικά αποθεματικά των τραπεζών, με αποτέλεσμα να μπορεί να αυξήσει είτε να μειώσει τα επιτόκια στην αγορά (κάθε είδους δανείων και καταθέσεων). Η αύξηση της προσφοράς χρήματος πολλές φορές οδηγεί σε πληθωρισμό των τιμών και υπερθέρμανση της οικονομίας.
Ο πιο άμεσος τρόπος για την αυξομείωση της ρευστότητας στην οικονομία είναι οι πράξεις ανοικτής αγοράς. Πρόκειται για την αγορά και πώληση κρατικών (και όχι μόνο) ομολόγων, συνήθως επενδυτικής βαθμίδας, από την Κεντρική Τράπεζα στην κεφαλαιαγορά ή και στο χρηματιστήριο. Με λίγα λόγια, αν επιδιώκεται αύξηση της προσφοράς χρήματος, τότε η Κεντρική Τράπεζα αγοράζει κρατικούς τίτλους, διοχετεύοντας, έτσι, το χρήμα στην αγορά και προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στη προσφορά χρήματος. Αντίθετα, όταν η Κεντρική Τράπεζα πουλά τους τίτλους στις εμπορικές τράπεζες περιορίζει τη συνολική ποσότητα χρήματος που βρίσκεται σε κυκλοφορία.
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω και αντιλαμβανόμενοι πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η Κεντρική Τράπεζα σε μία οικονομία, αξίζει να τονίσουμε τα σημεία στα οποία οι πράξεις ανοικτής αγοράς λαμβάνουν δράση: α) απευθείας αγορά ή πώληση περιουσιακών στοιχείων, β) αγορά ή πώληση περιουσιακών στοιχείων με συμφωνία επαναγοράς (repos), γ) δανειοδότηση έναντι υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων ως ασφαλειών, δ) έκδοση πιστοποιητικών Κεντρικής Τραπέζης, ε) αποδοχή καταθέσεων προκαθορισμένης προθεσμίας και στ) διενέργεια συναλλάγματος μεταξύ εγχώριων και ξένων νομισμάτων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Cecchetti G. Stephen, Schoenholtz L. Kermit, Χρήμα – Τράπεζες και Χρηματοπιστωτικές Αγορές, Ιατρικές Εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης, 2019
- Προσφορά Χρήματος (Money supply), euretirio.gr, διαθέσιμο εδώ