Της Μαβίνας Τσαπόγα,
Η κεφαλαιώδης σημασία των ψηφιακών τεχνολογιών και η επιρροή τους σε διάφορους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής είναι σήμερα αναμφίλεκτη. Η διαρκώς εξελισσόμενη ψηφιοποίηση της οικονομίας και της κοινωνίας έχει διαμορφώσει τις κατάλληλες συνθήκες, ώστε μεγάλοι τεχνολογικοί κολοσσοί να έχουν καταστεί πλέον κυρίαρχοι στον ψηφιακό χώρο. Τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν είναι δεδομένα αλλά η παντοδυναμία ορισμένων από αυτών, τους παρέχει συντριπτικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην αγορά, ασκώντας αθέμιτη επιρροή στη δημοκρατία, στα θεμελιώδη δικαιώματα, στην κοινωνία και στην οικονομία. Λειτουργώντας ως «πυλωροί» ανάμεσα στις επιχειρήσεις και τους χρήστες του διαδικτύου, καθορίζουν τις μελλοντικές καινοτομίες και τις επιλογές των καταναλωτών. Για την αντιμετώπιση αυτής της ανισορροπίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδίωξε να αναβαθμίσει τους υπάρχοντες κανόνες θεσπίζοντας τον νόμο για τις Ψηφιακές Αγορές, καθώς και αυτόν για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες. Οι δύο αυτές νομοθεσίες-ορόσημο αποσκοπούν στη διαμόρφωση ενός ασφαλέστερου, δικαιότερου και πιο ανοικτού ψηφιακού περιβάλλοντος.
Αρχικά, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι στο πεδίο εφαρμογής των νέων νόμων δεν εμπίπτουν μόνο επιχειρήσεις και πλατφόρμες που είναι εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και όσες παρέχουν υπηρεσίες σε τελικούς χρήστες που είναι πολίτες της Ένωσης ή βρίσκονται εντός της επικράτειάς της. Με αυτόν τον τρόπο επιχειρείται, όπως ακριβώς συνέβη και με τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία των Δεδομένων (GDPR), η ισχύς των νέων νόμων να μην είναι απλά πανευρωπαϊκή αλλά, στην πράξη, παγκόσμια.
Όσον αφορά, λοιπόν, στην Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές (Digital Markets Act – DMA), η βασική στόχευσή της είναι να εξασφαλίσει ίδιους όρους ανταγωνισμού για όλες τις ψηφιακές εταιρείες, ανεξαρτήτως μεγέθους. Ως εκ τούτου, θέτει σαφείς κανόνες που στοχεύουν στην αποτροπή αθέμιτων εμπορικών πρακτικών προς επιχειρήσεις και καταναλωτές και στην ενίσχυση της καινοτομίας, της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας, βοηθώντας τις μικρότερες και νεοφυείς επιχειρήσεις να ανταγωνιστούν τις μεγαλύτερες. Εισάγει ειδικούς ρυθμιστικούς κανόνες που αφορούν τους οριζόμενους ως «ψηφιακούς πυλωρούς» (Gatekeepers) και έρχεται να λειτουργήσει συμπληρωματικά και παράλληλα με τους λοιπούς κανόνες του Δικαίου Ανταγωνισμού. Η λίστα με τις επιχειρήσεις που θεωρούνται πυλωροί, έχει ανακοινωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και περιλαμβάνει τους έξι ψηφιακούς κολοσσούς: Alphabet, Amazon, Apple, Meta, Microsoft και ByteDance. Όλες οι ανωτέρω, θα πρέπει μέχρι τον Μάρτιο του 2024 να έχουν συμμορφωθεί πλήρως με τις αυστηρότερες υποχρεώσεις που υπέχουν δυνάμει της Πράξης για τις Ψηφιακές Αγορές για καθεμία από τις ορισθείσες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που παρέχουν (ενδεικτικά: TikTok, Instagram, Facebook, Google, WhatsApp, Youtube).
Αντιστοίχως, οι αυστηρότεροι κανόνες που καθορίζονται στην Πράξη για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (Digital Services Act – DSA) αφορούν πρωτίστως τις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και μηχανές αναζήτησης, οι οποίες χρησιμοποιούνται από τουλάχιστον 10% του πληθυσμού της ΕΕ, δηλαδή περίπου 45 εκατομμύρια άτομα. Πρόκειται, δηλαδή, για τις πιο δημοφιλείς διαδικτυακές αγορές, κοινωνικά δίκτυα, πλατφόρμες ανταλλαγής περιεχομένου, καταστήματα εφαρμογών και διαδικτυακές πλατφόρμες ταξιδιών και διαμονής. Η νομοθετική πράξη στοχεύει, μεταξύ άλλων, στην ταχύτερη καταπολέμηση της πώλησης παράνομων προϊόντων και υπηρεσιών και στην απαγόρευση του «παραπλανητικού σχεδιασμού», δηλαδή παραπλανητικών διεπαφών σχεδιασμένων να εξαπατούν τους χρήστες, ώστε, λόγου χάρη, να εγγράφονται σε υπηρεσίες χωρίς καν να το συνειδητοποιούν.
Παράλληλα, επιδιώκεται να δοθεί περισσότερος έλεγχος στους χρήστες επί του διαδικτυακού περιεχομένου: θα ενημερώνονται για τους λόγους, για τους οποίους τους προτείνεται το συγκεκριμένο περιεχόμενο και θα έχουν τη δυνατότητα να το αρνηθούν. Η στοχευμένη διαφήμιση προς ανηλίκους θα απαγορεύεται, καθώς επίσης και η χρήση ευαίσθητων δεδομένων, όπως η θρησκεία, η εθνικότητα ή ο σεξουαλικός προσανατολισμός. Επιπλέον, περιλαμβάνονται στον νόμο κανόνες που αφορούν τα προϊόντα που πωλούνται διαδικτυακά, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση των προτύπων ασφαλείας που έχει θέσει η ΕΕ. Τέλος, με γνώμονα τον σεβασμό προς την ελευθερία της έκφρασης, δίδεται στους χρήστες η δυνατότητα ταχείας αντίδρασης και επισήμανσης φαινομένων όπως οι ψευδείς ειδήσεις, η προπαγάνδα και η ρητορική μίσους.
Σε περίπτωση που κάποια από τις προαναφερθείσες εταιρείες παραβιάσει τα οριζόμενα στη νομοθετική πράξη για τις ψηφιακές αγορές, διατρέχει τον κίνδυνο επιβολής προστίμου ύψους έως 10% του συνολικού παγκόσμιου κύκλου εργασιών της. Σε περίπτωση υποτροπής, μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο έως και 20% του παγκόσμιου κύκλου εργασιών. Μάλιστα, αν η παραβίαση είναι συστηματική, δηλαδή αν έχει συμβεί τουλάχιστον τρεις φορές σε οκτώ έτη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να κινήσει έρευνα αγοράς και, εάν είναι αναγκαίο, να επιβάλει διορθωτικά μέτρα συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα. Αναφορικά με την πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες, η Επιτροπή μεριμνά για την εφαρμογή της από κοινού με τις εθνικές αρχές, οι οποίες εποπτεύουν τη συμμόρφωση των πλατφορμών που είναι εγκατεστημένες στην επικράτειά τους. Αντίστοιχες κυρώσεις με τις ανωτέρω ισχύουν και σε περίπτωση παραβίασης της πράξης αυτής.
Αδιαμφισβήτητα, η ρύθμιση των ενδιάμεσων υπηρεσιών και των ψηφιακών αγορών μέσω της DSA και της DMA, αποτελεί μέρος μιας φιλόδοξης προσπάθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Απομένει να φανεί αν οι νέες διατάξεις θα καταφέρουν να οδηγήσουν σε υγιή μεταρρύθμιση του σύγχρονου ψηφιακού χώρου, θωράκιση του ανταγωνισμού και αποτελεσματική προστασία των ψηφιακών δικαιωμάτων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The Digital Markets Act: ensuring fair and open digital markets, https://commission.europa.eu , διαθέσιμο εδώ
- Digital Services Act package, https://commission.europa.eu, διαθέσιμο εδώ